Βεβαίως, αυτή την περίοδο η υπόθεση του κοροναϊού έχει γίνει πρωταγωνιστής της «επικαιρότητας», η οποία ούτως ή άλλως έχει έρωτα με τη μονοθεματικότητα. Έτσι, λοιπόν, με τα σημερινά δεδομένα, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι το θέμα της χαλάρωσης των περιοριστικών μέτρων, ο τουρισμός, τα τραπεζοκαθίσματα, ο καλοκαιρινός πολιτισμός γεμίζουν την τηλεοραδιοφωνική «επικαιρότητα» και μέρος του Τύπου. Όλα αυτά έχουν άμεση σχέση, όντως, με την έκταση των σοβαρών οικονομικών ζημιών που ήδη προκάλεσε η πανδημία, αλλά και με τον φόβο που προκαλεί στην τραυματισμένη ελληνική κοινωνία, ιδιαίτερα στους εργαζομένους, το «μετά», το οποίο προβάλλεται «μαύρο και άραχνο» από διαφόρων ειδών ειδικούς και αυτοδίδακτους «ειδικούς». Επιπλέον, η Ελλάδα δεν παράγει μόνον ύφεση, εισάγει και ύφεση, τούτη τη φορά από την Ευρώπη και γενικότερα από πληγέντα διεθνή οικονομικά κέντρα του κόσμου.
Όμως, εκτός από οικονομικά προβλήματα, χρέος, «μνημόνια» και σήμερα κοροναϊό, η δική μας χώρα εισάγει σταθερά επί δεκαετίες τις συστηματικώς εξαγόμενες από την Τουρκία στρατιωτικές απειλές που αφορούν κυριαρχικά δικαιώματα και κυριαρχία ελληνικών εδαφών. Πρόκειται για μείζον θέμα, που δεν χωρά στη ρουτίνα της εκάστοτε «επικαιρότητας». Δεν υπάρχει σήμερα χώρα της μεταπολεμικής Ευρώπης, μέλος της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ, που να δέχεται διεκδικήσεις εδάφους και ευθείες απειλές πολέμου από τρίτες χώρες. Δεν υπάρχει χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης αναγκασμένη να ξοδεύει επί δεκαετίας υπέρογκα ποσά για την Αμυνά της εξαιτίας της στρατιωτικής πίεσης που δέχεται από την Τουρκία. Δεν υπάρχει χώρα του ΝΑΤΟ που να απειλείται με πόλεμο από χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ. Σήμερα, η υπόθεση του κοροναϊού απορροφά όλη την πολιτική ενέργεια των κυβερνώντων και της αντιπολίτευσης και αποσπά σε απόλυτο βαθμό την προσοχή της ελληνικής κοινής γνώμης από την πρωτοφανή κατάσταση που επιχειρεί να δημιουργήσει σε βάρος της Ελλάδας η Αγκυρα σε εδάφη της και σε θάλασσές της. Αργά και σταθερά, η Τουρκία προωθεί με πολιτικές ενέργειες, με νομικές κατασκευές και με «επικοινωνιακές» τεχνικές, καλά οργανωμένες εντός και εκτός Τουρκίας, μία στρατηγική που στόχο έχει τη γεωπολιτική συρρίκνωση της Ελλάδας, την κατάργησή της ως ναυτικής δύναμης στη Μεσόγειο, τον περιορισμό των νησιωτικών εδαφών της και των χωρικών υδάτων της και αυτά με αλλαγή θαλάσσιων συνόρων στο Ανατολικό Αιγαίο. Πρόκειται για μια σχεδιασμένη «πολιτική», με ισλαμική αιχμή και «αξιοποίηση» μουσουλμανικών πληθυσμών, η οποία προφανώς, όπως όλα δείχνουν, βρίσκει «κοιμωμένη» (αλλά όχι και ωραία, δυστυχώς) την Ευρώπη και σε σύγχυση τις «κεφαλές» του ΝΑΤΟ.

Όλα αυτά δεν είναι δυνατόν να χάνουν το χρώμα τους κάθε φορά που ένα έκτακτο γεγονός δημιουργεί τη δική του αποκλειστική «επικαιρότητα» στην Αθήνα. Διότι τίποτε το «έκτακτο» δεν αλλάζει τη γεωγραφία της Ελλάδας. Η χώρα μας ως μέσος χώρος μεταξύ Ανατολής και Δύσης καθορίζεται ως εθνική οντότητα από αυτήν τη γεωγραφία. Οι ελληνικές πολιτικές ηγεσίες και η ελληνική κοινωνία θα πρέπει ταχέως να εγκαταστήσουν στο κέντρο των εθνικών ενδιαφερόντων το ζήτημα που αφορά την εθνική ασφάλεια της Ελλάδας. Δεν είναι δυνατόν να παραμερίζει ο κοροναϊός τώρα, αύριο κάτι άλλο «έκτακτο», την υπόθεση της διαρκώς αυξανόμενης τουρκικής επιθετικότητας, που αγγίζει έως και την Κρήτη. Με δεδομένη την εξελισσόμενη τουρκική πολιτική, θα πρέπει να κινηθεί με σύγχρονα μέσα ένας νέος εξωστρεφής διπλωματικός μηχανισμός και, παραλλήλως, να συνδυάζεται κάθε οικονομικό «πρόγραμμα» με τις απαραίτητες και σωστά αξιολογημένες δαπάνες για την Αμυνα της χώρας. Δύσκολο, αλλά πρέπει να γίνει. Έως ότου αυτό που σήμερα ονομάζεται «Δύση» αντιληφθεί τι είναι αυτό που οργανώνει το καθεστώς του ισλαμιστή Ερντογάν κοιτάζοντας προς δυσμάς, η Αθήνα πρέπει να στερεώσει το δικό της αμυντικό φράγμα εθνικής ασφάλειας. Και η ελληνική πολιτική ηγεσία οφείλει να ενημερώνει την κοινωνία για τις διαστάσεις των προβλημάτων που έχει προκαλέσει η χιτλερικού τύπου πολιτική διεκδίκησης «ζωτικού χώρου» του Ερντογάν.