Η τουρκική «αναθεώρηση» ξεκίνησε πριν από 66 χρόνια
Ευρωπαίοι και Αμερικανοί είναι μπερδεμένοι με την «περίπτωση Ερντογάν», που κοροϊδεύει, μέσω Βερολίνου, την Ε.Ε. αλλά και το ΝΑΤΟ
Η Τουρκία, με πρόεδρο τον ισλαμιστή Ταγίπ Ερντογάν, δεν προβάλλει χαρακτηριστικά που έκρυψαν ποτέ από εταίρους και συμμάχους οι προκάτοχοί του στην εξουσία.
Ιδιαίτερα η Ελλάδα είχε πάντοτε μπροστά της το αληθινό πρόσωπο της NATOϊκής «συμμάχου» Τουρκίας, μεταπολεμικά. Ηδη, το 1955, με κυβέρνηση του αστού κεμαλικού πολιτικού Μεντερές, η Αγκυρα οργάνωσε τη βίαιη «αναθεώρηση» του νομικού καθεστώτος της ελληνικής μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη με ένα ναζιστικού τύπου πογκρόμ σε βάρος των εκεί ελληνορθoδόξων.
Η «αναθεώρηση» συμπληρώθηκε τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’60 με απελάσεις των υπολοίπων. Το 1974, ντυμένος «Αττίλας», ο «μαθητής» του Κίσινγκερ και φίλος των ΗΠΑ Μπουλέντ Ετσεβίτ εισέβαλε με στρατό στην Κύπρο, εγκαινιάζοντας την πολιτική των «επεκτάσεων» της Τουρκίας, που στήριζαν οι κεμαλικοί εθνικιστές της χώρας του.
Οταν, μετά την πτώση της κομμουνιστικής Ευρώπης, κηδεύτηκε το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, ο φίλος της Δύσης, Τουργκούτ Οζάλ, διαβλέποντας γεωστρατηγικές αλλαγές διεθνώς, δήλωνε ότι η Τουρκία θα έφτανε προσεχώς «από τα Ουράλια έως το Σινικό Τείχος».
Από εκεί και πέρα, ο πολύς Αχμέτ Νταβούτογλου, στενός φίλος του Ερντογάν, θα μιλήσει το 2009 για την «επιτυχημένη ιστορία των οθωμανικών Βαλκανίων, που πρέπει να αναγεννηθούν», ο Ερντογάν θα δηλώσει το 2013 ότι «το Κόσοβο είναι Τουρκία» και ότι «η Θράκη είναι η ζωντανή ιστορία της Τουρκίας και η εκπρόσωπος του ιστορικού παρελθόντος της στην Ευρώπη».
Και ο κ. Νταβούτογλου θα αναφέρει, μιλώντας σε συγκέντρωση Τούρκων πρεσβευτών: «Η Τουρκία προχωράει δημιουργώντας σχέσεις ενοποίησης με τους γείτονές της, με τους οποίους μοιραζόμαστε την ίδια κουλτούρα. Κανείς να μη σκεφθεί πως, επειδή κάποιος σχεδίασε εκεί ένα σύνορο, τα σύνορα θα είναι μόνιμα».
Ακολούθησαν η φαντασίωση της «γαλάζιας πατρίδας», οι ναυτικές επιδείξεις στην Ανατολική Με[1]σόγειο, ο «Εβρος», οι στρατιωτικές απειλές κατά της Ελλάδας και το διεθνές, παράνομο σύμφωνο με τη Λιβύη. Και ο Ερντογάν φωνάζει σήμερα, χειροκροτούμενος από «Αδελφούς Μουσουλμάνους», σκληρούς εθνικιστές, παρακρατικούς τζιχαντιστές και «Γκρίζους Λύκους», ότι «η Τουρκία είναι παντού».
Τώρα, Ευρωπαίοι και Αμερικανοί είναι πολύ μπερδεμένοι με την «περίπτωση Ερντογάν», που καταφέρνει να κοροϊδεύει, μέσω Βερολίνου, την Ε.Ε. αλλά και το ΝΑΤΟ, που πολύ τον αντιπαθεί μεν, λόγω εκείνης της απαίσιας συμφωνίας του για τους S-400 με την εχθρό Ρωσία, αλλά τον θέλει και «πολύτιμο σύμμαχο», καθότι είναι πολλές οι «ανάγκες» εκεί γύρω από τη Μαύρη Θάλασσα και στην Εγγύς Ανατολή.
Οσο για τον ΟΗΕ, αυτός κοροϊδεύει τον εαυτό του, με χλιαρές «διαμεσολαβήσεις» στο Κυπριακό, κι ας δηλώνει ευθέως και ειλικρινώς ο Ερντογάν ότι θεωρεί πως οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας για την Κύπρο είναι πλέον «ληγμένες» και δεν έχει λόγο να τις λαμβάνει υπόψη του.
Ευρωπαίοι και Αμερικανοί αποδοκιμάζουν επισήμως στη φάση αυτή την τουρκική θέση για δύο ανεξάρτητα, κυριαρχικά, ισότιμα κράτη στην Κύπρο, αλλά ο «χαλίφης» δεν φαίνεται να χάνει τον ύπνο του εξαιτίας αυτών των εκ δυσμών ειδήσεων.
Στην απέναντι πλευρά, η Αθήνα είναι διπλωματικά «μπερδεμένη» με την υπόθεση προώθησης της «θετικής ατζέντας» Ε.Ε. - Τουρκίας και προσεύχεται για «ήσυχο καλοκαίρι» στο Αιγαίο. Η ελληνική κυβέρνηση του κ. Κυρ. Μητσοτάκη ενισχύει τις ήδη εξαιρετικές σχέσεις της με τη φίλη Ουάσινγκτον και παρακολουθεί με αδελφικά πολιτικά αισθήματα τον Πρόεδρο Ν. Αναστασιάδη, ο οποίος αντιμετωπίζει τα «κόλπα» του Ερντογάν στην Αμμόχωστο κάνοντας, όπως είπε, «ό,τι είναι αν[1]θρωπίνως δυνατόν μέσα στα πλαίσια της ορθόδοξης διπλωματίας».
Ο Ερντογάν συλλέγει τακτικά κέρδη και προσπαθεί, προβάλλοντας θέση στρατιωτικής ισχύος, να αποσπάσει ό,τι μπορεί από την Ελλάδα και την Κύπρο.
Ας μην ξεχνάμε, πάντως, ότι τις μεγάλες «νίλες» της η ελληνική εξωτερική πολιτική δεν τις έπαθε από το τουρκικό πολιτικό Ισλάμ, αλλά από κεμαλικής παράδοσης, δυτικόφιλες κυβερνήσεις - Νταβός Ι και ΙΙ, Ιμια, Μαδρίτη και αναγνώριση «συνοριακών διαφορών», με ισχυρό το τουρκικό casus belli, στο Ελσίνκι.
Ιδιαίτερα η Ελλάδα είχε πάντοτε μπροστά της το αληθινό πρόσωπο της NATOϊκής «συμμάχου» Τουρκίας, μεταπολεμικά. Ηδη, το 1955, με κυβέρνηση του αστού κεμαλικού πολιτικού Μεντερές, η Αγκυρα οργάνωσε τη βίαιη «αναθεώρηση» του νομικού καθεστώτος της ελληνικής μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη με ένα ναζιστικού τύπου πογκρόμ σε βάρος των εκεί ελληνορθoδόξων.
Η «αναθεώρηση» συμπληρώθηκε τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’60 με απελάσεις των υπολοίπων. Το 1974, ντυμένος «Αττίλας», ο «μαθητής» του Κίσινγκερ και φίλος των ΗΠΑ Μπουλέντ Ετσεβίτ εισέβαλε με στρατό στην Κύπρο, εγκαινιάζοντας την πολιτική των «επεκτάσεων» της Τουρκίας, που στήριζαν οι κεμαλικοί εθνικιστές της χώρας του.
Οταν, μετά την πτώση της κομμουνιστικής Ευρώπης, κηδεύτηκε το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, ο φίλος της Δύσης, Τουργκούτ Οζάλ, διαβλέποντας γεωστρατηγικές αλλαγές διεθνώς, δήλωνε ότι η Τουρκία θα έφτανε προσεχώς «από τα Ουράλια έως το Σινικό Τείχος».
Από εκεί και πέρα, ο πολύς Αχμέτ Νταβούτογλου, στενός φίλος του Ερντογάν, θα μιλήσει το 2009 για την «επιτυχημένη ιστορία των οθωμανικών Βαλκανίων, που πρέπει να αναγεννηθούν», ο Ερντογάν θα δηλώσει το 2013 ότι «το Κόσοβο είναι Τουρκία» και ότι «η Θράκη είναι η ζωντανή ιστορία της Τουρκίας και η εκπρόσωπος του ιστορικού παρελθόντος της στην Ευρώπη».
Και ο κ. Νταβούτογλου θα αναφέρει, μιλώντας σε συγκέντρωση Τούρκων πρεσβευτών: «Η Τουρκία προχωράει δημιουργώντας σχέσεις ενοποίησης με τους γείτονές της, με τους οποίους μοιραζόμαστε την ίδια κουλτούρα. Κανείς να μη σκεφθεί πως, επειδή κάποιος σχεδίασε εκεί ένα σύνορο, τα σύνορα θα είναι μόνιμα».
Ακολούθησαν η φαντασίωση της «γαλάζιας πατρίδας», οι ναυτικές επιδείξεις στην Ανατολική Με[1]σόγειο, ο «Εβρος», οι στρατιωτικές απειλές κατά της Ελλάδας και το διεθνές, παράνομο σύμφωνο με τη Λιβύη. Και ο Ερντογάν φωνάζει σήμερα, χειροκροτούμενος από «Αδελφούς Μουσουλμάνους», σκληρούς εθνικιστές, παρακρατικούς τζιχαντιστές και «Γκρίζους Λύκους», ότι «η Τουρκία είναι παντού».
Τώρα, Ευρωπαίοι και Αμερικανοί είναι πολύ μπερδεμένοι με την «περίπτωση Ερντογάν», που καταφέρνει να κοροϊδεύει, μέσω Βερολίνου, την Ε.Ε. αλλά και το ΝΑΤΟ, που πολύ τον αντιπαθεί μεν, λόγω εκείνης της απαίσιας συμφωνίας του για τους S-400 με την εχθρό Ρωσία, αλλά τον θέλει και «πολύτιμο σύμμαχο», καθότι είναι πολλές οι «ανάγκες» εκεί γύρω από τη Μαύρη Θάλασσα και στην Εγγύς Ανατολή.
Οσο για τον ΟΗΕ, αυτός κοροϊδεύει τον εαυτό του, με χλιαρές «διαμεσολαβήσεις» στο Κυπριακό, κι ας δηλώνει ευθέως και ειλικρινώς ο Ερντογάν ότι θεωρεί πως οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας για την Κύπρο είναι πλέον «ληγμένες» και δεν έχει λόγο να τις λαμβάνει υπόψη του.
Ευρωπαίοι και Αμερικανοί αποδοκιμάζουν επισήμως στη φάση αυτή την τουρκική θέση για δύο ανεξάρτητα, κυριαρχικά, ισότιμα κράτη στην Κύπρο, αλλά ο «χαλίφης» δεν φαίνεται να χάνει τον ύπνο του εξαιτίας αυτών των εκ δυσμών ειδήσεων.
Στην απέναντι πλευρά, η Αθήνα είναι διπλωματικά «μπερδεμένη» με την υπόθεση προώθησης της «θετικής ατζέντας» Ε.Ε. - Τουρκίας και προσεύχεται για «ήσυχο καλοκαίρι» στο Αιγαίο. Η ελληνική κυβέρνηση του κ. Κυρ. Μητσοτάκη ενισχύει τις ήδη εξαιρετικές σχέσεις της με τη φίλη Ουάσινγκτον και παρακολουθεί με αδελφικά πολιτικά αισθήματα τον Πρόεδρο Ν. Αναστασιάδη, ο οποίος αντιμετωπίζει τα «κόλπα» του Ερντογάν στην Αμμόχωστο κάνοντας, όπως είπε, «ό,τι είναι αν[1]θρωπίνως δυνατόν μέσα στα πλαίσια της ορθόδοξης διπλωματίας».
Ο Ερντογάν συλλέγει τακτικά κέρδη και προσπαθεί, προβάλλοντας θέση στρατιωτικής ισχύος, να αποσπάσει ό,τι μπορεί από την Ελλάδα και την Κύπρο.
Ας μην ξεχνάμε, πάντως, ότι τις μεγάλες «νίλες» της η ελληνική εξωτερική πολιτική δεν τις έπαθε από το τουρκικό πολιτικό Ισλάμ, αλλά από κεμαλικής παράδοσης, δυτικόφιλες κυβερνήσεις - Νταβός Ι και ΙΙ, Ιμια, Μαδρίτη και αναγνώριση «συνοριακών διαφορών», με ισχυρό το τουρκικό casus belli, στο Ελσίνκι.