ΟΣΟ ΠΛΗΣΙΑΖΕΙ η ημέρα των εκλογών και πυκνώνουν οι δημοσκοπήσεις, αρκετά πράγματα ξεκαθαρίζουν. Τα ποιοτικά στοιχεία εξηγούν γιατί η κατάταξη στην πρόθεση ψήφου δεν έχει μεταβληθεί παρά τη μείωση των ποσοστών της ΝΔ λόγω του δυστυχήματος. Αυτό δεν δικαιολογεί επανάπαυση στο κυβερνών κόμμα, διότι τα ίδια στοιχεία δείχνουν ότι το υπόστρωμα είναι μεν ευνοϊκό αλλά τρεπτό σε περίπτωση έκτακτου συμβάντος, διότι έχει κλονιστεί από την τραγωδία των Τεμπών. Το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καρπώνεται κάτι από τις απώλειες της ΝΔ καταδεικνύει ότι έχει πρόβλημα αξιοπιστίας. Είτε οι προτάσεις του δεν αξιολογούνται ως επαρκείς για να δώσουν λύσεις είτε δεν πείθει ότι θα τις εφαρμόσει, διότι ο κ. Τσίπρας θεωρείται αναξιόπιστος, καθώς υπάρχει προεκλογικό προηγού- μενο. Αντί να «σκίσει» το μνημόνιο έφερε διπλό, αντί να μειώσει τους φόρους έβαλε περισσότερους από όσους έβαλαν αθροιστικά όλες οι μνημονιακές κυβερνήσεις που προηγήθηκαν, αντί του «κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη» έδωσε τα δάνεια στα funds, αντί να καταργήσει τον ΕΝΦΙΑ τον αύξησε. Και πολλά άλλα. Η υστέρηση αποτυπώνεται και στην αδυναμία του να διεισδύσει στο Κέντρο, όπου ο Κυριάκος Μητσοτάκης κυριαρχεί, εκτείνοντας το προβάδισμά του σε ένα ευρύ φάσμα, από το Κέντρο και τη Κεντροδεξιά μέχρι τη Δεξιά. Ακόμα και στην Κεντροαριστερά η απήχηση του κ. Τσίπρα είναι προβληματική. Αν πάρει κάποιος τη συνισταμένη των δημοσκοπήσεων, θα διαπιστώσει ότι η εμβέλειά του είναι περίπου στο 50%, καθώς υπάρχει διασπορά προτίμησης στον κ. Ανδρουλάκη, στον «κανένα», ακόμα και στον κ. Μητσοτάκη. Αυτό επιβεβαιώνει ότι υπάρχει πρόβλημα αξιοπιστίας που αποτυπώνεται και στις φίλιες δεξαμενές.

ΕΠΙΣΗΣ, στην καταλληλότητα για την πρωθυπουργία, ο κ. Τσίπρας ανταγωνίζεται για τη δεύτερη θέση με τον «κανένα» και συχνά τη χάνει και περνάει τρίτος. Το ΠΑΣΟΚ επίσης έχει πρόβλημα πειθούς, καθώς ούτε αυτό κερδίζει κάτι σημαντικό από την πτώση των ποσοστών της ΝΔ, η οποία ανέκτησε μέρος των απωλειών και το υπόλοιπο παραμένει «τράνζιτ», φλερτάροντας με- ταξύ επιστροφής και αποχής. Η γραμμή «ούτε Μητσοτάκης ούτε Τσίπρας» του κ. Ανδρουλάκη δεν περνάει και δεν συνοδεύεται από πολιτική πρόταση. Η ονοματολογία δεν είναι πολιτική και το ΠΑΣΟΚ είναι δύο κόμματα σε ένα.
Η ΝΔ έχει να επιδείξει έργο και, ανεξαρτήτως αν η αντιπολίτευση δεν το παραδέχεται, η χώρα αναβαθμίστηκε σε όλα τα επίπεδα. Οικονομικό, διπλωματικό, στρατιωτικό (εξοπλισμοί), διεθνοπολιτικό, επενδυτικό. Αυτό δεν σημαίνει ότι προβλήματα δεν υπάρχουν. Υπάρχουν και είναι πιθανό να ενταθούν το επόμενο διάστημα για μια σειρά από εξωγενείς και εσωτερικούς λόγους. Με μια δόση απλούστευσης ίσως, μπορεί να πει κάποιος ότι οι πραγματικοί αντίπαλοι της ΝΔ είναι ο εαυτός της, τα προβλήματα και ο αστάθμητος παράγων. Δεν είναι αμελητέοι αντίπαλοι και εδώ ελλοχεύει ένας κίνδυνος για τη χώρα. Ελλείψει θετικής εναλλακτικής (διότι επιλογή με δυναμική δεν προκύπτει, η κυβέρνηση κινδυνεύει από καταψήφιση και όχι από ρεύμα κάποιου άλλου), αν για κάποιον λόγο η ΝΔ μείνει από «καύσιμα», το σκηνικό θα περάσει σε κατάσταση ρευστότητας. Επειδή ο χρόνος των εξελίξεων διεθνώς και εγχωρίως σε όλα τα κράτη έχει επιταχυνθεί, η ρευστότητα μπορεί να ανατρέψει αστραπιαία κεκτημένα και να μεταβληθεί σε ρευστοποίηση.

* Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή