Του Μάνου Οικονομίδη,

Twitter@EmOikonomidis


Από τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ το 1992 και… εντεύθεν, η σχετική αποστροφή έχει απενοχοποιηθεί. Stupid…, ανόητοι. 

Τότε, ήταν το επιτελείο του Μπιλ Κλίντον, που επιχειρώντας να εξηγήσει την μάλλον απρόσμενη επικράτηση του άλλοτε Κυβερνήτη του Άρκανσα απέναντι στον εν ενεργεία Πρόεδρο Τζορτζ Μπους τον πρεσβύτερο, που κουβαλούσε μάλιστα τις δάφνες της νίκης στον πρώτο Πόλεμο του Κόλπου, εστίασε στην οικονομία και τις επιπτώσεις της στη συμπεριφορά του εκλογικού σώματος της υπερδύναμης. “It’ s the economy… stupid”, επρόκειτο να καταγράψει η Ιστορία.

Αν κρατήσουμε από την παραπάνω ιστορική αποστροφή το σκέλος της… ανοησίας, προφανώς και μπορούμε κάθε φορά, και ανάλογα με την περίσταση, να επικαιροποιούμε το συμπέρασμα. Όπως για παράδειγμα στις μέρες μας, με τις πρόσφατες, δραματικές και σεισμικές εξελίξεις με επίκεντρο τη διαπραγμάτευση της Ελλάδας με τους εταίρους-δανειστές, και ταμπακιέρα ένα νόμισμα που, σύμφωνα με κάποιους δεν είναι φετίχ, και σύμφωνα με άλλους δεν είναι θρησκεία.

Η προβληματική της παραπάνω ρητορικής εκκινεί από λάθος αφετηρία. Πώς θα το έλεγε το επιτελείο του Μπιλ Κλίντον, παραφρασμένα… Α, ναι: Δεν είναι το νόμισμα. Είναι η Ευρώπη… ανόητοι. Γιατί φυσικά, η σοκαριστική αλλαγή της εθνικής καθημερινότητας ενός λαού που θα έπρεπε να συνηθίσει ένα νόμισμα υποτιμημένο, χωρίς συναλλαγματικό αποτύπωμα, και χωρίς τη δυνατότητα να κινητροδοτήσει ανάπτυξη, λόγω της απουσίας πρωτογενούς παραγωγής αλλά κυρίως διάθεσης να μάθουμε να παράγουμε… στα γεράματα (κάθε ηλικίας), θα είχε νηπιακές διαστάσεις, μπροστά στο δέος της αποβολής από την κοινή ευρωπαϊκή οικογένεια.

Ας θυμηθούμε ότι η Ελλάδα, με το χωρίς ισοδύναμο ιστορικό παρελθόν, έγινε το “δέκα το καλό” της Ενωμένης Ευρώπης, όταν ο Εθνάρχης Κωνσταντίνος Καραμανλής αποφάσισε… με το ζόρι, να προχωρήσει τις διαδικασίες ένταξης. Χωρίς πεπερασμένη φλυαρία, και φυσικά χωρίς αυτοκαταστροφικά δημοψηφίσματα. Εκείνος βέβαια έβλεπε πάντοτε πολύ πιο μακριά από την εποχή και τη συγκυρία, αξίζει ωστόσο μια βαθιά υπόκλιση στο πείσμα του να βάλει την υπογραφή του κάτω από ένα καλύτερο μέλλον για τους Έλληνες, ακόμη και χωρίς τη… συναίνεση των Ελλήνων. 

Σε εκείνη την Ευρώπη, η Ελλάδα διεκδίκησε πρωταγωνιστικό ρόλο. Και σε κάθε περίπτωση δεν ήταν συμπλήρωμα, ούτε βάρος. Όσο κι αν η Ευρώπη μας πληγώνει, όσο κι αν δείχνει να έχει διολισθήσει από Ευρώπη των λαών και των οραμάτων, σε Ευρώπη των γραφειοκρατών και της… αριθμητικής, προσφέρει ένα πλαίσιο ασφαλείας, με σύνθετη και πολυεπίπεδη χρησιμότητα, ειδικά για μια χώρα σαν την Ελλάδα.

Σκεφτείτε μονάχα πόσα… δεν θα είχαμε, αν δεν ήμασταν μέλος της Ενωμένης Ευρώπης. Και πόσο θα είχε ακυρωθεί, βιαίως και άγαρμπα το δικαίωμά μας να ονειρευόμαστε ένα καλύτερο μέλλον, για τον εξαιρετικά απλό λόγο ότι θα αμφισβητούσαμε το “ζειν” (και όχι φυσικά το “ευ ζειν”) του ίδιου του εθνικού παρόντος. Για να μην μιλήσουμε καλύτερα για τους πρακτικούς εθνικούς κινδύνους από τυχόν ενοχλητικούς γείτονες.

Η απάντηση λοιπόν είναι “η Ευρώπη”. Σε κάθε σχετική ερώτηση. Χωρίς την οποία, το… ριφιφί στο Νομισματοκοπείο θα έμοιαζε με παιδικό πάρτυ, μπροστά στην απαλλοτρίωση του εθνικού μέλλοντος που θα ακολουθούσε.