Οι τραγωδίες και η ευθύνη για τον κρατικό μηχανισμό
Αν είχαν εμποδίσει τους χούλιγκαν, θα είχαν αποφευχθεί η δολοφονία, ο διεθνής εξευτελισμός και η αίσθηση των πολιτών ότι είναι απροστάτευτοι
Τον περασμένο Μάιο η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη εξέπληξε, αποσπώντας στις κάλπες το 41%, παρότι λίγο καιρό μόνο πριν είχε λάβει χώρα το πολύνεκρο δυστύχημα στα Τέμπη.
Τότε, το μέγεθος της τραγωδίας είχε συγκλονίσει το πανελλήνιο και είχε δικαιολογημένα εγείρει ισχυρές επικρίσεις εναντίον της κυβέρνησης. Δεν είχε περάσει, βεβαίως, απαρατήρητο το γεγονός ότι ο αρμόδιος για τους σιδηροδρόμους υπουργός Κώστας Καραμανλής διαβεβαίωνε, μερικές ημέρες πριν από την τραγωδία, ότι περίπου ήταν όλα καλά στο δίκτυο. Όπως δεν είχε περάσει απαρατήρητο και το γεγονός ότι ο μοιραίος σταθμάρχης, ο οποίος δεν είχε την πείρα για να βρίσκεται στην κρίσιμη εκείνη θέση, ήταν ένα από τα ρουσφέτια της ΝΔ. Παρ’ όλα αυτά, η μεν ΝΔ σημείωσε περιφανή νίκη στις εκλογές, ο δε Κυριάκος Μητσοτάκης εξήλθε από τη δοκιμασία χωρίς πολιτικό τραύμα. Το ίδιο είχε συμβεί και με το σκάνδαλο των υποκλοπών, παρότι δεν επρόκειτο απλώς και μόνο για καταγγελίες.
Όπως θα θυμούνται οι αναγνώστες, είχαν δει το φως της δημοσιότητας συγκεκριμένες αποδείξεις, τις οποίες η κυβέρνηση δεν είχε τολμήσει να αμφισβητήσει. Σε οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα και μόνο το ένα από τα δύο παραπάνω γεγονότα θα ήταν ικανό να εξωθήσει την όποια κυβέρνηση σε παραίτηση. Ειδικά για το σκάνδαλο των υποκλοπών δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, αν κρίνουμε από μικρότερου μεγέθους σχετικά σκάνδαλα. Κι όμως, ο Κυριάκος Μητσοτάκης όχι μόνο δεν παραιτήθηκε, αλλά και στις κάλπες το εκλογικό σώμα επικρότησε διά της ψήφου τα πεπραγμένα της απερχόμενης κυβέρνησης, ουσιαστικά σβήνοντας τις όποιες πολιτικές και ποινικές ευθύνες. Το γιατί συνέβη αυτό είναι ένα ερώτημα, στο οποίο δόθηκαν πολλές απαντήσεις. Κάποιοι εστίασαν στο γεγονός ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη μοίρασε την περίοδο της πανδημίας το γιγαντιαίο ποσόν των 52-56 δισ., με αποτέλεσμα να βρει το αντάλλαγμα στην κάλπη. Κάποιοι άλλοι εστίασαν στο γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ο ιδανικός αντίπαλος για τη ΝΔ, με την έννοια ότι ο φόβος επανόδου μιας κυβέρνησης Τσίπρα εξώθησε και τους κεντρώους ψηφοφόρους να στραφούν προς τη ΝΔ.
Προφανώς και οι δύο αυτοί κύριοι παράγοντες έπαιξαν τον ρόλο τους, όπως και κάποιοι ακόμα δευτερεύοντες. Το γεγονός είναι ότι οι ψηφοφόροι ζύγισαν τα πράγματα και έκαναν την επιλογή που κατέγραψαν οι κάλπες. Αυτό δεν σημαίνει ότι επιβράβευσαν την κυβέρνηση Μητσοτάκη για τις υποκλοπές και τα Τέμπη. Προφανώς και τη χρέωσαν και για τα δύο. Από την άλλη πλευρά, όμως, κρίνοντας συνολικά, έδωσαν στη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη την εκλογική νίκη.
Και ενώ η νέα κυβερνητική θητεία άρχισε με τους καλύτερους δυνατούς οιωνούς, τα πράγματα άρχισαν γρήγορα να στραβώνουν. Μπορεί η κυβέρνηση να μην έχει απειλητική αξιωματική αντιπολίτευση, λόγω της εκλογικής συρρίκνωσης του ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί η κοινοβουλευτική πλειοψηφία της ΝΔ να είναι άνετη, μπορεί η νέα νίκη του Κυριάκου Μητσοτάκη να τον κατέστησε παντοδύναμο εσωκομματικά (μακάριοι οι νικηφόροι!), αλλά η πολιτική ιστορία έχει αποδείξει πως ακόμα ένα και ήσσονος σημασίας γεγονός είναι υπό συνθήκες ικανό να φέρει τούμπα τα πράγματα. Πριν, λοιπόν, ξανακαθήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης στον πρωθυπουργικό θώκο, είχαμε τις πυρκαγιές. Ο ίδιος και η κυβέρνησή του επαίρονται για το γεγονός ότι είχαμε ελάχιστα ανθρώπινα θύματα, αλλά αυτό δεν είναι συνεχώς ικανή παρηγοριά. Για ακόμα ένα καλοκαίρι η Ελλάδα υπέστη βαρύτατα τραύματα. Και θα μου πείτε: ευθύνεται ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί του για τις πυρκαγιές; Η απάντηση είναι και ναι και όχι. Όχι, επειδή όση προετοιμασία και αν γίνει, όσα μέσα κι αν το κράτος διαθέτει, δεν μπορεί να μηδενίσει την εκδήλωση πυρκαγιών ειδικά σε συνθήκες καύσωνα και ισχυρών ανέμων. Ναι, επειδή -όπως αποδείχθηκε- η κυβέρνηση, παρότι διαχειρίζεται τις τύχες της χώρας για πάνω από τέσσερα χρόνια, δεν είχε λάβει τα κατάλληλα μέτρα για να περιορίσει όσο το δυνατόν περισσότερο τις καταστροφικές συνέπειες των πυρκαγιών.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, μάλιστα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης βρήκε αντίπαλο τον εαυτό του. Ενώ κατηγορούσε την κυβέρνηση Τσίπρα σχεδόν για τα πάντα, όταν και πριν από μερικά χρόνια η Ελλάδα είχε καεί, τώρα απέδωσε τις ευθύνες στην Κλιματική Αλλαγή! Εάν, όμως, η Κλιματική Αλλαγή έχει σήμερα μερίδιο ευθύνης για τις πυρκαγιές, το ίδιο περίπου είχε και τότε που ο σημερινός πρωθυπουργός, ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δεν την έβαζε καθόλου στην εξίσωση, για να μεγιστοποιήσει τις ευθύνες των πολιτικών αντιπάλων του. Επειδή, όμως, οι πολίτες έχουν στοιχειώδη μνήμη, η ευκολία με την οποία ο Κυριάκος Μητσοτάκης φάσκει κι αντιφάσκει, αναλόγως των εκάστοτε πολιτικών σκοπιμοτήτων του, δεν περνάει απαρατήρητη, με αποτέλεσμα να του προκαλεί πολιτική φθορά.
Αλλά επειδή οι πυρκαγιές είναι πλέον ενδημικό φαινόμενο, ενδεχομένως η πρωθυπουργική αντίφαση απλώς να τον γρατζουνίσει πολιτικά. Και ενώ προς το παρόν αφήναμε πίσω την πύρινη λαίλαπα, πριν καλά καλά συνέλθουμε ως κοινωνία, προέκυψε η επιδρομή των Κροατών χούλιγκαν-ναζί στο γήπεδο της ΑΕΚ, η οποία εκτός από υλικές καταστροφές προκάλεσε τον θάνατο ενός 29χρονου, που έπινε τον καφέ του, και τον βαρύ τραυματισμό ενός εφήβου. Όπως αποδείχθηκε, η Αστυνομία διέθετε όλες τις πληροφορίες και για την επιδρομή των Κροατών χούλιγκαν, αλλά και για το ποιόν τους, για το τι συνηθίζουν να κάνουν. Κι όμως, τους επέτρεψε όχι μόνο να εισέλθουν στην Ελλάδα, αλλά και να τη διασχίσουν ανενόχλητοι από Βορρά προς Νότο οπλισμένοι με μαχαίρια, ρόπαλα και λοστούς. Αν η Αστυνομία τους είχε εμποδίσει, όπως είχε υποχρέωση και δυνατότητα, το κακό δεν θα είχε συμβεί. Θα είχαν αποφευχθεί όχι μόνο η δολοφονία, ο τραυματισμός και οι υλικές καταστροφές, αλλά και ο διεθνής εξευτελισμός του ελληνικού κράτους. Το πιο σημαντικό, όμως, θα είχε αποφευχθεί η διάχυτη αίσθηση των πολιτών ότι η Αστυνομία δεν μπορεί να τους προστατεύσει.
Θα μου πει κάποιος: Μα ο πρωθυπουργός δεν είναι αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ. Προφανώς, αλλά είναι πρωθυπουργός και ως τέτοιος έχει την πολιτική ευθύνη για τον τρόπο που λειτουργούν ή δεν λειτουργούν οι κρατικοί μηχανισμοί. Και αυτή την ευθύνη ο εκάστοτε πρωθυπουργός οφείλει να την αναλαμβάνει στο ακέραιο, ανεξαρτήτως των μέτρων που θα λάβει σε βάρος των αρμόδιων πολιτικών και υπηρεσιακών παραγόντων. Αυτή είναι η αλφαβήτα στις δημοκρατίες και εάν δεν τηρείται τότε με μαθηματική ακρίβεια οι τραγωδίες θα επαναληφθούν με άλλη μορφή.
Τότε, το μέγεθος της τραγωδίας είχε συγκλονίσει το πανελλήνιο και είχε δικαιολογημένα εγείρει ισχυρές επικρίσεις εναντίον της κυβέρνησης. Δεν είχε περάσει, βεβαίως, απαρατήρητο το γεγονός ότι ο αρμόδιος για τους σιδηροδρόμους υπουργός Κώστας Καραμανλής διαβεβαίωνε, μερικές ημέρες πριν από την τραγωδία, ότι περίπου ήταν όλα καλά στο δίκτυο. Όπως δεν είχε περάσει απαρατήρητο και το γεγονός ότι ο μοιραίος σταθμάρχης, ο οποίος δεν είχε την πείρα για να βρίσκεται στην κρίσιμη εκείνη θέση, ήταν ένα από τα ρουσφέτια της ΝΔ. Παρ’ όλα αυτά, η μεν ΝΔ σημείωσε περιφανή νίκη στις εκλογές, ο δε Κυριάκος Μητσοτάκης εξήλθε από τη δοκιμασία χωρίς πολιτικό τραύμα. Το ίδιο είχε συμβεί και με το σκάνδαλο των υποκλοπών, παρότι δεν επρόκειτο απλώς και μόνο για καταγγελίες.
Όπως θα θυμούνται οι αναγνώστες, είχαν δει το φως της δημοσιότητας συγκεκριμένες αποδείξεις, τις οποίες η κυβέρνηση δεν είχε τολμήσει να αμφισβητήσει. Σε οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα και μόνο το ένα από τα δύο παραπάνω γεγονότα θα ήταν ικανό να εξωθήσει την όποια κυβέρνηση σε παραίτηση. Ειδικά για το σκάνδαλο των υποκλοπών δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, αν κρίνουμε από μικρότερου μεγέθους σχετικά σκάνδαλα. Κι όμως, ο Κυριάκος Μητσοτάκης όχι μόνο δεν παραιτήθηκε, αλλά και στις κάλπες το εκλογικό σώμα επικρότησε διά της ψήφου τα πεπραγμένα της απερχόμενης κυβέρνησης, ουσιαστικά σβήνοντας τις όποιες πολιτικές και ποινικές ευθύνες. Το γιατί συνέβη αυτό είναι ένα ερώτημα, στο οποίο δόθηκαν πολλές απαντήσεις. Κάποιοι εστίασαν στο γεγονός ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη μοίρασε την περίοδο της πανδημίας το γιγαντιαίο ποσόν των 52-56 δισ., με αποτέλεσμα να βρει το αντάλλαγμα στην κάλπη. Κάποιοι άλλοι εστίασαν στο γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ο ιδανικός αντίπαλος για τη ΝΔ, με την έννοια ότι ο φόβος επανόδου μιας κυβέρνησης Τσίπρα εξώθησε και τους κεντρώους ψηφοφόρους να στραφούν προς τη ΝΔ.
Προφανώς και οι δύο αυτοί κύριοι παράγοντες έπαιξαν τον ρόλο τους, όπως και κάποιοι ακόμα δευτερεύοντες. Το γεγονός είναι ότι οι ψηφοφόροι ζύγισαν τα πράγματα και έκαναν την επιλογή που κατέγραψαν οι κάλπες. Αυτό δεν σημαίνει ότι επιβράβευσαν την κυβέρνηση Μητσοτάκη για τις υποκλοπές και τα Τέμπη. Προφανώς και τη χρέωσαν και για τα δύο. Από την άλλη πλευρά, όμως, κρίνοντας συνολικά, έδωσαν στη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη την εκλογική νίκη.
Και ενώ η νέα κυβερνητική θητεία άρχισε με τους καλύτερους δυνατούς οιωνούς, τα πράγματα άρχισαν γρήγορα να στραβώνουν. Μπορεί η κυβέρνηση να μην έχει απειλητική αξιωματική αντιπολίτευση, λόγω της εκλογικής συρρίκνωσης του ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί η κοινοβουλευτική πλειοψηφία της ΝΔ να είναι άνετη, μπορεί η νέα νίκη του Κυριάκου Μητσοτάκη να τον κατέστησε παντοδύναμο εσωκομματικά (μακάριοι οι νικηφόροι!), αλλά η πολιτική ιστορία έχει αποδείξει πως ακόμα ένα και ήσσονος σημασίας γεγονός είναι υπό συνθήκες ικανό να φέρει τούμπα τα πράγματα. Πριν, λοιπόν, ξανακαθήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης στον πρωθυπουργικό θώκο, είχαμε τις πυρκαγιές. Ο ίδιος και η κυβέρνησή του επαίρονται για το γεγονός ότι είχαμε ελάχιστα ανθρώπινα θύματα, αλλά αυτό δεν είναι συνεχώς ικανή παρηγοριά. Για ακόμα ένα καλοκαίρι η Ελλάδα υπέστη βαρύτατα τραύματα. Και θα μου πείτε: ευθύνεται ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί του για τις πυρκαγιές; Η απάντηση είναι και ναι και όχι. Όχι, επειδή όση προετοιμασία και αν γίνει, όσα μέσα κι αν το κράτος διαθέτει, δεν μπορεί να μηδενίσει την εκδήλωση πυρκαγιών ειδικά σε συνθήκες καύσωνα και ισχυρών ανέμων. Ναι, επειδή -όπως αποδείχθηκε- η κυβέρνηση, παρότι διαχειρίζεται τις τύχες της χώρας για πάνω από τέσσερα χρόνια, δεν είχε λάβει τα κατάλληλα μέτρα για να περιορίσει όσο το δυνατόν περισσότερο τις καταστροφικές συνέπειες των πυρκαγιών.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, μάλιστα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης βρήκε αντίπαλο τον εαυτό του. Ενώ κατηγορούσε την κυβέρνηση Τσίπρα σχεδόν για τα πάντα, όταν και πριν από μερικά χρόνια η Ελλάδα είχε καεί, τώρα απέδωσε τις ευθύνες στην Κλιματική Αλλαγή! Εάν, όμως, η Κλιματική Αλλαγή έχει σήμερα μερίδιο ευθύνης για τις πυρκαγιές, το ίδιο περίπου είχε και τότε που ο σημερινός πρωθυπουργός, ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δεν την έβαζε καθόλου στην εξίσωση, για να μεγιστοποιήσει τις ευθύνες των πολιτικών αντιπάλων του. Επειδή, όμως, οι πολίτες έχουν στοιχειώδη μνήμη, η ευκολία με την οποία ο Κυριάκος Μητσοτάκης φάσκει κι αντιφάσκει, αναλόγως των εκάστοτε πολιτικών σκοπιμοτήτων του, δεν περνάει απαρατήρητη, με αποτέλεσμα να του προκαλεί πολιτική φθορά.
Αλλά επειδή οι πυρκαγιές είναι πλέον ενδημικό φαινόμενο, ενδεχομένως η πρωθυπουργική αντίφαση απλώς να τον γρατζουνίσει πολιτικά. Και ενώ προς το παρόν αφήναμε πίσω την πύρινη λαίλαπα, πριν καλά καλά συνέλθουμε ως κοινωνία, προέκυψε η επιδρομή των Κροατών χούλιγκαν-ναζί στο γήπεδο της ΑΕΚ, η οποία εκτός από υλικές καταστροφές προκάλεσε τον θάνατο ενός 29χρονου, που έπινε τον καφέ του, και τον βαρύ τραυματισμό ενός εφήβου. Όπως αποδείχθηκε, η Αστυνομία διέθετε όλες τις πληροφορίες και για την επιδρομή των Κροατών χούλιγκαν, αλλά και για το ποιόν τους, για το τι συνηθίζουν να κάνουν. Κι όμως, τους επέτρεψε όχι μόνο να εισέλθουν στην Ελλάδα, αλλά και να τη διασχίσουν ανενόχλητοι από Βορρά προς Νότο οπλισμένοι με μαχαίρια, ρόπαλα και λοστούς. Αν η Αστυνομία τους είχε εμποδίσει, όπως είχε υποχρέωση και δυνατότητα, το κακό δεν θα είχε συμβεί. Θα είχαν αποφευχθεί όχι μόνο η δολοφονία, ο τραυματισμός και οι υλικές καταστροφές, αλλά και ο διεθνής εξευτελισμός του ελληνικού κράτους. Το πιο σημαντικό, όμως, θα είχε αποφευχθεί η διάχυτη αίσθηση των πολιτών ότι η Αστυνομία δεν μπορεί να τους προστατεύσει.
Θα μου πει κάποιος: Μα ο πρωθυπουργός δεν είναι αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ. Προφανώς, αλλά είναι πρωθυπουργός και ως τέτοιος έχει την πολιτική ευθύνη για τον τρόπο που λειτουργούν ή δεν λειτουργούν οι κρατικοί μηχανισμοί. Και αυτή την ευθύνη ο εκάστοτε πρωθυπουργός οφείλει να την αναλαμβάνει στο ακέραιο, ανεξαρτήτως των μέτρων που θα λάβει σε βάρος των αρμόδιων πολιτικών και υπηρεσιακών παραγόντων. Αυτή είναι η αλφαβήτα στις δημοκρατίες και εάν δεν τηρείται τότε με μαθηματική ακρίβεια οι τραγωδίες θα επαναληφθούν με άλλη μορφή.