Ένα στα πέντε παιδιά έχει πέσει θύμα σεξουαλικής κακοποίησης, στο 94% των περιπτώσεων ο δράστης είναι γνώριμος -συγγενής ή οικείος- του θύματος, 27% των θυμάτων είναι κάτω των 15 ετών, εκ των οποίων το 89% κορίτσια, ενώ το 95% των δραστών είναι άνδρες.

Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της ΕΛ.ΑΣ., η οποία θα επικαιροποιηθεί εντός των προσεχών ημερών ενόψει και της συζήτησης στη Βουλή (24/10) για την εφαρμογή του εθνικού σχεδίου αντιμετώπισης της σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων, η κατάσταση έχει επιδεινωθεί τόσο πολύ ώστε τα κρούσματα σχεδόν διπλασιάζονται κάθε χρόνο.

Ως κύριες αιτίες προβάλλονται από τους ειδικούς η οικονομική ανέχεια, η ολοένα και μεγαλύτερη εξάρτηση των παιδιών και των εφήβων από το Διαδίκτυο, η στρεβλή πολιτισμική «ζύμωση», η μη εφαρμογή του διαρκώς ανανεωνόμενου νομικού οπλοστασίου και η απουσία οικογενειακών «φίλτρων» και προτύπων για αυτές τις αθώες ψυχές. Σχετικά με το προφίλ του παιδόφιλου, ο επικεφαλής ψυχολόγος της ΕΛ.ΑΣ., δρ Γ. Νάκος, και η επιστημονική ομάδα του σημειώνουν πως είναι συνήθως άντρας, άνω των 30 ετών, ελεύθερος, με λίγους φίλους της ηλικίας του. Αν είναι παντρεμένος, πιθανότατα έχει περιορισμένη ή και καθόλου ερωτική ζωή με τη σύντροφό του.

«Αξιοσέβαστοι»

«Συχνά», τονίζουν, «είναι αξιοσέβαστο και γνωστό μέλος της εκάστοτε τοπικής κοινωνίας. Πολλές φορές συμβαίνει να έχει κακοποιηθεί σεξουαλικά και ο ίδιος ως παιδί και τα θύματά του είναι της ίδιας περίπου ηλικίας που είχε αυτός όταν κακοποιήθηκε». Επίσης, παρά τις κοινές περί του αντιθέτου πεποιθήσεις, ο παιδόφιλος ανήκει συνήθως στο περιβάλλον του παιδιού ή και της οικογένειας. Μπορεί να είναι ο δάσκαλος, ο προπονητής, ο γείτονας, ο θείος, ο πατριός ή κάποιο άλλο άτομο «υπεράνω πάσης υποψίας». Ακόμη, συχνάζει σε χώρους με παιδιά, όπως παιδικές χαρές, εμπορικά κέντρα, internet cafés και προτιμά παιδικές ενασχολήσεις και παιχνίδια.

Πως κινούνται

Χρησιμοποιεί τα ηλεκτρονικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης (Facebook, MySpace κ.λπ.) προκειμένου να αποκτήσει πρόσβαση σε παιδιά και παίζει παιχνίδια με παιδιά στο Διαδίκτυο. Στοχεύει, δε, σε συγκεκριμένες ηλικίες και φύλο κατά περίπτωση. «Συνήθως είναι παιδιά προεφηβικής ηλικίας, όταν δηλαδή δεν έχουν ακόμα σεξουαλικές εμπειρίες, αλλά βρίσκονται στη φάση της εξερεύνησης και ανακάλυψης της σεξουαλικότητάς τους... (Ο παιδόφιλος) επιλέγει παιδιά ντροπαλά, συνεσταλμένα και ευάλωτα, που προέρχονται από οικογένειες προβληματικές ή με μειωμένους πόρους. Επίσης, από οικογένειες που οι γονείς εργάζονται σκληρά και λείπουν πολλές ώρες από το σπίτι. Κερδίζει την εμπιστοσύνη των παιδιών, αλλά και της οικογένειας πολλές φορές. Συχνά πλησιάζει μονογονεϊκές οικογένειες και αναπτύσσει σχέση με τον γονέα, για να είναι κοντά στο παιδί. Αφού αποκτήσει πρόσβαση στο σπίτι και οικειότητα, έχει την ευκαιρία να πλησιάσει το παιδί, κυρίως αν οι γονείς λείπουν από το σπίτι».

Ιατρικά, η παιδοφιλία ανήκει στις παραφιλίες και αποτελεί ψυχική διαταραχή, η οποία περιγράφεται στο Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών (DSM-IV) με σαφή διαγνωστικά κριτήρια.

«Θέμα εξουσίας»

«Η σεξουαλική κακοποίηση», εξηγεί ο καθηγητής Κοινωνιολογίας Ντέιβιντ Φλίνκελορ, «είναι θέμα εξουσίας. Συχνά δεν επιβάλλεται με τη βία και δεν σχετίζεται με την παιδοφιλία. Οι δράστες καλλιεργούν την εμπιστοσύνη των θυμάτων στο πρόσωπό τους, τα δωροδοκούν ή τα εξαπατούν». Νομικά, η σεξουαλική κακοποίηση δεν περιορίζεται μόνο στον βιασμό, αλλά επεκτείνεται και στην εμπλοκή ενός παιδιού σε σεξουαλικές δραστηριότητες που δεν κατανοεί και στις οποίες δεν συναινεί. Οπως σημειώνει η καθηγήτρια Kλινικής Ψυχολογίας Τίνια Απέργη, ακόμη και ένα άγγιγμα θα μπορούσε να θεωρηθεί κακοποίηση.

Το ίδιο και ορισμένες συμπεριφορές που δεν εμπεριέχουν φυσική επαφή, όπως το να εκθέσεις ένα παιδί σε πορνογραφικό υλικόμια τακτική που χρησιμοποιούν τακτικά οι δράστες.

Αντιμετώπιση

Από την πλευρά του, ο ψυχίατρος Ορέστης Γιωτάκος σημειώνει ότι δεν υπάρχει, μέχρι στιγμής, θεραπεία για την τροποποίηση της σεξουαλικής προτίμησης ή της συμπεριφοράς των παιδόφιλων, ωστόσο εφαρμόζονται ορισμένα φαρμακευτικά θεραπευτικά προγράμματα και ενίοτε χορηγούνται -συναινετικά- ουσίες που προκαλούν αντιστρεπτό χημικό ευνουχισμό, ως υποκατάστατο της φυλάκισης, σε συνδυασμό με παρακολούθηση, όπως το βραχιολάκι.

«Θα πρέπει να τονιστεί ότι η έλλειψη ειδικής θεραπείας δεν θα πρέπει να μας αποθαρρύνει από την εγκατάσταση προγραμμάτων αντιμετώπισης», δηλώνει ο κ. Γιωτάκος και καταλήγει λέγοντας πως «η φυλάκιση δεν μπορεί να είναι ο μοναδικός τρόπος αντιμετώπισης, αλλά θα έπρεπε να αποτελεί κομμάτι ενός ευρύτερου προγράμματος παρακολούθησης των δραστών και πρόληψης της υποτροπής».

*Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά στις 15 Οκτωβρίου 2022.