Την άποψη ότι «η κυβέρνηση μέσα στην προεκλογική περίοδο θα στηριχτεί σε fake news  και στην διαστρέβλωση των γεγονότων» εκφράζουν τα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Με αφορμή την υπόθεση του Έβρου με τους 38 πρόσφυγες, η εκπρόσωπος τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Πόπη Τσαπανίδου ανέφερε ότι «η κυβέρνηση, εγκλωβισμένη από τη δυσαρέσκεια που δημιουργεί η πολιτική της για την ακρίβεια και τη συγκάλυψη του σκανδάλου των υποκλοπών, πασχίζει να μετατοπίσει την ατζέντα με fake news». Οι συνεργάτες του Αλέξη Τσίπρα επιμένουν ότι «το Μέγαρο Μαξίμου «απελπισμένο αναζητά τρόπους για να απεγκλωβιστεί από τα σκάνδαλα διαφοράς που το έχουν πνίξει».

Σημειώνουν, ωστόσο, ότι δεν πρόκειται να σταματήσουν την πίεση που ασκούν για τα θέματα της ακρίβειας αλλά και για τα θεσμικά ζητήματά τα οποία έχουν προκύψει μέσα από την υπόθεση των υποκλοπών.

Θα καταθέσει πρόταση

Εν τω μεταξύ, τις επόμενες ημέρες ο ΣΥΡΙΖΑ αναμένεται να καταθέσει την δική του πρόταση για το θέμα του αποκλεισμού των ναζιστικών κομμάτων από την Βουλή. Σύμφωνα με πληροφορίες, στην πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ που έχει τίτλο «Για την προστασία της ελεύθερης λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος στις εκλογές» επισημαίνεται πως στο άρθρο 29 παρ. 1 του συντάγματος ορίζεται ότι η ίδρυση πολιτικών κομμάτων είναι ελεύθερη, όμως η οργάνωση και η δράση τους οφείλει να εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος.

Η λειτουργία

Η συνταγματική διάταξη δεν προβλέπει τη δυνατότητα απαγόρευσης λειτουργίας πολιτικού κόμματος. Προς τον σκοπό προστασίας της ελεύθερης λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος, ωστόσο, ο εκλογικός νόμος μπορεί να θέσει υπό όρους τη συμμετοχή του σε εκλογές με την κατάρτιση συνδυασμού υποψηφίων.

Ως εκ τούτου, η πρόταση της αξιωματικής αντιπολίτευσης προβλέπει την εξής διατύπωση: «Δεν έχουν δικαίωμα κατάρτισης συνδυασμών πολιτικά κόμματα, η οργάνωση και δράση των οποίων δεν εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος κατά την έννοια του άρθρου 29 παρ. 1 του συντάγματος». Όπως διευκρινίζεται, τέτοια είναι πολιτικά κόμματα των οποίων «οι καταστατικές διατάξεις ή ιδεολογικές διακηρύξεις ή η πολιτική δράση υποκινεί, προκαλεί, διεγείρει ή προτρέπει σε πράξεις ή ενέργειες που μπορούν να προκαλέσουν διακρίσεις, μίσος ή βία κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων που προσδιορίζονται με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, τον σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα φύλου, χαρακτηριστικά φύλου ή την αναπηρία, καθώς επίσης κόμματα των οποίων ο επικεφαλής ή μέλος οργάνου διοίκησης έχει καταδικαστεί, ακόμα και πρωτοδίκως, για τα εγκλήματα των άρθρων 187 και 187Α του Ποινικού Κώδικα».

Για να μην επιχειρηθούν γενικεύσεις

Η δικλίδα ασφαλείας προκειμένου να μην επιχειρηθούν γενικεύσεις είναι η σαφής αναφορά στον ναζιστικό και ρατσιστικό χαρακτήρα του κόμματος: «Η περίπτωση αυτή συντρέχει ακόμα και για απλό μέλος, εάν έχει τελέσει εγκλήματα του προηγούμενου εδαφίου με ναζιστικό ή ρατσιστικό κίνητρο, στο πλαίσιο δράσης κόμματος ή στο όνομά του». Ο έλεγχος προβλέπεται να γίνεται αυτεπαγγέλτως από το Α1 Τμήμα του Αρείου Πάγου, ενώ αναφέρεται η δυνατότητα να παρέχονται επιπλέον στοιχεία τεκμηρίωσης προς υποβοήθηση της κρίσης του από πολιτικά κόμματα, ενώσεις προσώπων ή άλλες οργανώσεις της κοινωνίας της πολιτών, αλλά και κάθε εκλογέα.

Σύμφωνα και με την αιτιολογική έκθεση, η προτεινόμενη ρύθμιση τίθεται με πλήρη σεβασμό στις συνταγματικές επιταγές. Αφενός, δεδομένου ότι δεν θεσπίζεται απαγόρευση πολιτικού κόμματος αλλά μόνο αναστολή του δικαιώματος κατάρτισης συνδυασμών για όσο χρόνο συντρέχουν οι περιπτώσεις αποκλεισμού του δικαιώματος αυτού.