Ο Ανδρέας Γεωργίου (ο αεί κατηγορούμενος πρώην επικεφαλής της Στατιστικής Υπηρεσίας) ήταν συμμαθητής μου. Καθώς όμως οι -καλές- αναμνήσεις τού τότε ανατρέχουν περίπου στη Λίθινη Εποχή και δεν έχουμε συναντηθεί επί τρεις δεκαετίες, το γεγονός δεν (νομίζω ότι) με επηρεάζει. Το σημειώνω απλώς, για να μη θεωρηθεί ότι υπερασπίζομαι φίλο αποκρύπτοντας τη σχέση.

Η υπόθεση των διώξεων κατά Γεωργίου έχει σχολιαστεί εκτενώς. Εχει επισημανθεί η παράδοξη πολιτική σύγκλιση των κατηγόρων του. Εχει επίσης υπογραμμισθεί ότι η εναντίον του βασική κατηγορία διατρέχεται από την, τουλάχιστον ιδιόρρυθμη, άποψη πως η Ελλάδα είχε μικρό έλλειμμα - αλλά παρά ταύτα δεν μπορούσε να δανειστεί (το ότι τα «στατιστικά Γεωργίου» τα προσυπέγραψε η σημερινή κυβέρνηση απλώς το αντιπαρερχόμαστε). Αυτά είναι όντως τα κρίσιμα σημεία, αρμόζει όμως να σημειωθεί κάτι ακόμη: Οτι, από νομική άποψη, η κατηγορία αποδίδει στον Γεωργίου δόλο. Εντεταλμένος κάποιων σκοτεινών συνωμοτών (που ήθελαν να μας χορηγήσουν το μεγαλύτερο δάνειο στα χρονικά), διόγκωσε από πρόθεση το έλλειμμα - ενώ ανέλαβε το 2010, όταν η χώρα είχε ήδη υπογράψει το πρώτο μνημόνιο.

Αν ζούσε ο Μπρετόν, θα ξανάγραφε ίσως το μανιφέστο του για τον σουρεαλισμό. Και όχι μόνο γι’ αυτή την περίπτωση. Πρόσθετο πρόχειρο παράδειγμα θα ήταν οι τρεις, επίσης διωκόμενοι, αλλοδαποί που κατηγορούνται ότι επιδίωξαν να εκποιήσουν φτηνά δημόσια περιουσία. Με δόλο κι αυτοί. Συνωμότες. Το δείχνει και η φυσιογνωμία τους - υποθέτω τουλάχιστον, γιατί δεν τους έχω δει.

Αυτές όμως είναι μόνο οι περιπτώσεις που υποδεικνύουν οι δανειστές. Υπάρχει σωρεία. Πρόεδροι δημόσιων οργανισμών που διώκονται επειδή προσέλαβαν συμβασιούχους, υπεύθυνοι τραπεζών που οδεύουν στο σκαμνί επειδή χορήγησαν δάνεια, άτομα σαν εμάς που διώκονται για ξέπλυμα (!) επειδή δεν πλήρωσαν φόρους. Ολοι δόλιοι, κι ας δυσκολεύεται κανείς να αντιληφθεί πόθεν ο τόσος δόλος τους.

Κατανοώ ότι για έναν τρίτο, μέσο άνθρωπο, δεν πρόκειται για τους πλέον «υπερασπίσιμους» κατηγορουμένους. Οσοι δυσκολευόμαστε να πληρώσουμε το νοίκι ή τους φόρους μας δύσκολα συμπάσχουμε με υψηλόμισθους που διαχειρίζονταν (ή διαχειρίζονται) εκατομμύρια. Εν προκειμένω όμως δεν συζητούμε για συναισθήματα, ούτε για ενστικτώδεις αντιδράσεις. Μιλάμε για Ποινικό Δίκαιο, του οποίου οι εφαρμοστές οφείλουν να είναι συναισθηματικά αποστασιοποιημένοι και να έχουν αντίληψη της λειτουργίας του «κόσμου», ακόμη και -ή μάλλον κυρίως- όταν δεν είναι ο «δικός τους» κόσμος.

Δεν έχει σημασία αν ο κριτής πήρε ή χορήγησε ποτέ δάνειο. Δεν ενδιαφέρει αν είχε ποτέ παχυλές αποδοχές. Εχει υποχρέωση να κρίνει τις συμπεριφορές των τρίτων με βάση τα ανθρώπινα μέτρα και το γενικό πλαίσιο. «Τότε» έδιναν δάνεια. Τότε αυξανόταν το προσωπικό του δημόσιου τομέα (όχι ότι τώρα μειώνεται…). Το γεγονός ότι επήλθε η κρίση και μας σάρωσε δεν σημαίνει ότι γεμίσαμε αναδρομικά με κακούργους.

Η σύνεση στις διώξεις δεν επιβάλλεται μόνο για λόγους δικαίου στην κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Είναι αναγκαία εν γένει. Οσο περισσότεροι αθώοι διώκονται, τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος να αθωωθεί και κάποιος όντως ένοχος. Και το κυριότερο: Οταν μια χώρα αποκτά τη φήμη ότι κινδυνεύει κανείς να βρεθεί στο σκαμνί «δι’ ασήμαντον αφορμήν», οι περισσότεροι ικανοί θα προτιμήσουν να μείνουν μακριά. Ποιο στέλεχος διεθνούς οργανισμού θα έρθει στο ΤΑΙΠΕΔ; Ποιος επόμενος Γεωργίου θα αφήσει το ΔΝΤ για τη Στατιστική;

Ποιος πάει γυρεύοντας;