Πάει μήνας και κάτι που παραιτήθηκε από το ομοσπονδιακό Εφετείο του Σικάγο ο Ρίτσαρντ Πόσνερ (ξέρω τι λέτε από μέσα σας - μην το πείτε ακόμη). Στα 78 του πλέον ο Πόσνερ, διορισθείς δικαστής το 1981 ενώ ήταν ήδη καθηγητής Nομικής, είπε μετά την παραίτησή του δύο ασυνήθιστα για πετυχημένο άνθρωπο. Το πρώτο: «Ποιος θέλει να κάνει την ίδια δουλειά επί 35 χρόνια - 35 χρόνια είναι πολλά». Δεν θα το σχολιάσω, αλλά θα ήταν ενδιαφέρον να το ακούγαμε συχνότερα.

Το δεύτερο ήταν ακόμα πιο απρόσμενο. Αισθάνθηκε, δήλωσε ο Πόσνερ, ότι έπρεπε να εκφράσει τη διαμαρτυρία του για το ότι οι συνάδελφοί του φέρονταν μειωτικά στους διαδίκους που εμφανίζονταν στο δικαστήριο χωρίς δικηγόρο. Γι' αυτό το τελευταίο πολλοί Έλληνες δικαστές θα έχουν αντιρρήσεις, καθώς οι υπερασπιζόμενοι εαυτούς ρέπουν σε αγορεύσεις που μπροστά τους το «Πόλεμος και Ειρήνη» μοιάζει με διήγημα. Καμιά φορά, όμως, λένε το σωστό.

Επειδή τώρα πια σίγουρα θα εκστομίσετε αυτό που παρακάλεσα να... αναβάλετε, έρχομαι στο θέμα. Ο Πόσνερ ήταν ένας από τους πρώτους που υποστήριξαν ότι νομικοί και δικαστές πρέπει να προβαίνουν σε ανάλυση των οικονομικών επιπτώσεων των νόμων και της εφαρμογής τους. Το προσφιλές του παράδειγμα ήταν οικολογικό. Ζητείται, π.χ., να διακοπεί η λειτουργία ρυπογόνου βιομηχανίας. Μένουν άνεργοι οι εργαζόμενοι της μονάδας, υπάρχει κενό προσφοράς στην αγορά. Πόση είναι η «ζημιά» - και ποιος πληρώνει το μάρμαρο; Αν ο Πόσνερ ήταν Έλληνας, μάλλον θα άφηνε την οικολογία για την αρχαιολογία: για τις ακρότητες που εμποδίζουν τη ζωή μας στο όνομα του παρελθόντος, μήπως το ανακαλύψει το... μέλλον.

Δεν είναι εδώ η θέση να αναλυθεί αν η προσέγγιση του Πόσνερ αποτελεί συμβολή στη φιλοσοφία του δικαίου ή εξωνομικό ζήτημα. Το ενδιαφέρον έγκειται στο ότι αυτός ο ανήσυχος Αμερικανός υπογράμμισε πως οι σοφίες ή ανοησίες που θεσπίζονται ως κανόνες δικαίου έχουν οικονομικές επιπτώσεις στη ζωή των ανθρώπων - και ότι ανάλογες είναι οι συνέπειες από την εχεφροσύνη ή μη εκείνων που εφαρμόζουν τους κανόνες.

Για να έρθουμε στα καθ' ημάς, η νομοθετική επιταγή να σερβίρεται στα εστιατόρια το λάδι για τη σαλάτα σε σφραγισμένες ατομικές συσκευασίες έχει κόστος: λάδι που πετάγεται και πάει χαμένο, δυσανάλογα ακριβό, καθώς δεν έχουν τη δυνατότητα όλοι οι παραγωγοί να συσκευάζουν «μερίδες», λαδοελεγκτές που θα αναλάβουν το ζωτικό έργο εποπτείας μήπως η χωριάτικη συνοδεύεται από έλαιον χύμα. Ο απόλυτος παρασιτισμός, ελέω (όχι με «αι», αν και θα ταίριαζε) ορισμένων που προσδοκούν κέρδος.

Ακραία περίπτωση; Καθόλου. Ας μεταβούμε στις επιπτώσεις της εφαρμογής του νόμου. Η Αρχή για το «ξέπλυμα» (για να καταλαβαινόμαστε, αλλά και επειδή η επωνυμία της θα κάλυπτε το ένα πέμπτο του άρθρου) στέλνει στην Εισαγγελία μπαράζ δεσμεύσεων περιουσίας, όποτε κάποιος οφείλει ΦΠΑ. Χωρίς ίχνος «ξεπλύματος». Οι εισαγγελείς δύσκολα στέλνουν την Αρχή στον αγύριστο. Σχηματίζεται δικογραφία, πάει στον πταισματοδίκη, ο φερόμενος υπαίτιος πληρώνει δικηγόρο, η χαρτούρα οδεύει σε ανακριτή - και δικαστικοί λειτουργοί, των οποίων ο χρόνος όφειλε να είναι πολύτιμος, γράφουν καμιά τριανταριά σελίδες για ένα ποινικό ζήτημα που επί της ουσίας δεν συντρέχει.

Ο Πόσνερ μπορεί να μην είναι μεγάλος φιλόσοφος. Αλλά, μια που συνταξιοδοτήθηκε, μήπως να τον φέρουμε εδώ να μας βάλει λίγο μυαλό; Για φιλοσοφία, άλλωστε, έχουμε τον Καρανίκα.