Το λέμε, με αφορμή της επίσκεψη Ταγέπ Ερντογάν στην Ελλάδα. Και όσα γράφτηκαν ή ειπώθηκαν για αυτήν.

Καταρχάς έχει ενδιαφέρον, πως ορισμένοι δημοσιολόγοι είδαν με όρους εξέδρας την επίσκεψη και το μπρα ντε φερ σε Προεδρικό Μέγαρο και Μέγαρο Μαξίμου μεταξύ του Τούρκου Πρόεδρου και των ελλήνων κορυφαίων πολιτικών και πολιτειακών παραγόντων.

Για παράδειγμα, η κριτική στην ελληνική προετοιμασία της επίσκεψης είναι εύλογη αν λαμβάνει υπόψιν ορισμένες παραμέτρους που προφανώς δεν είναι γνωστές. Για παράδειγμα, ποια δύναμη πριμοδότησε την επίσκεψη Ερντογάν στην Ελλάδα, σε μια στιγμή όπου ο τελευταίος δεν τα καταφέρνει όπως τα φανταζόταν σε Συρία και σε μια σειρά άλλων μετώπων.

Η προετοιμασία μιας επίσκεψης, επίδικο και στοίχημα του συνόλου της Διπλωματίας μιας χώρας, αποτυπώνει εκτός του βαθμού ετοιμότητας και επιτελικότητας μιας χώρας και τις προθέσεις της ίδιας της στρατηγικής της.

Καλώς να έλθει ο Ερντογάν, αν γίνει όμως καθαρό πως έρχεται ή ήλθε σε δυτική χώρα. Σε χώρα που με τις θυσίες του λαού της, πατάει και έχει κεκτημένο ένα πλέγμα προνομίων και δικαιωμάτων που την διαφοροποιούν από την γείτονα.

Αιχμή της ελληνικής πλευράς θα μπορούσε και θα έπρεπε να είναι τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Τουρκία, οι διώξεις, ο βαθμός αυταρχισμού, η καταστολή κατά αγωνιστών της Δημοκρατίας και της Αριστεράς, οι διώξεις του Τύπου. Η Διεθνής Αμνηστία με επικεφαλής εν ελλάδι τον Γαβριήλ Σακελλαρίδη, προσφάτως κοινοποίησε μια σειρά στοιχείων. Θα μπορούσαν να οπλίσουν τα επιχειρήματα της ελληνικής πλευράς στην επίσκεψη.

Το επιχείρημα πως δεν ακυρώσαμε την επίσκεψη αφού ο τούρκος Πρόεδρος ήταν τόσο επιθετικός, πριν ακόμη αποβιβαστεί σε ελληνικό έδαφος, είναι άτοπο και προφανώς εκφωνείται από ανθρώπους που δεν έχουν τόσο σχέση με την συγκυρία, τον συσχετισμό δύναμης στην περιοχή και με την ίδια την Διπλωματία.
Αλλά και όσοι απορούσαν με όσα είπε, στο ένα σκέλος των ομιλιών του ο Ταγέπ, και αιφνιδιάστηκαν με την βαλίτσα των επιχειρημάτων και των ρητορειών του, μάλλον δεν τον παρακολουθούν τα τελευταία χρόνια.

Χώρια ότι στις εν λόγω ομιλίες του, φαίνεται παρά τον καπνό πως έχει υπαναχωρήσει από παλιότερες πιο σκληρές θέσεις. Σε αυτό βοήθησε ο εξαιρετικά σοβαρός Έλληνας πρωθυπουργός.

Κρατάμε πάντως τον πυρήνα του δόγματος του που είναι να εμφανιστεί η Τουρκία ως προστάτιδα δύναμη μουσουλμανικών πληθυσμών περισσότερο. Και λιγότερο ως αναθεωρήτρια της Συνθήκης της Λοζάννης, κάτι που θα απαιτούσε πιθανά μια συνολική μεταβολή ακόμη και με εργαλείο την ισχύ του κάθε μέρους.

Η επίσκεψη δε, δεν απαντήθηκε τυχαία αμέσως από συγκεκριμένες δυνάμεις πέραν του Ατλαντικού. Αυτοί ενδιαφέρονταν για το τι θα έλεγε ο Ταγέπ, ή για την ακρίβεια διαμόρφωσαν τους όρους για να τα πει. Κρατήστε το αυτό.

Σήμερα η Τουρκία στο απόλυτο μεταίχμιο αλλά και με όρους γιγάντωσης ή οριστικοποίησης μιας μεγάλης μεσαίας τάξης, αναζητεί το επόμενο βήμα, τους επόμενους φίλους, τον επόμενο άξονα όπου θα προσδεθεί. Πιθανά χωρίς τον σημερινό ηγέτη της.

Η Ελλάδα από την άλλη, ακολουθώντας το δόγμα της πολύπλευρης εξωτερικής πολιτικής, μοιάζει πιο ευέλικτη στις συμμαχίες αν και φέρει πάντα την παθογένεια των ενδιάμεσων εξαρτημένων χωρών και των ελίτ χωρίς σαφές στρατηγικό περίγραμμα, εκτός της τυφλής πρόσδεσης σε ΝΑΤΟ και ευρώ.

Η επίσκεψη Ερντογάν μας υπενθύμισε όλα τα παραπάνω.