Η αλήθεια για τους Eλληνες κοµµατικούς
Άρθρο γνώμης
Ελάχιστα στελέχη έχουν αποκλειστική απασχόληση στα κόµµατα, έχουν, όµως, την ευθύνη να λειτουργούν ως αντένες στην κοινωνία και ταυτόχρονα να περιφρουρούν τις αρχές και την ιδεολογία
Το 1971 ο Γεώργιος Ράλλης έγραψε ένα βιβλίο που είχε στόχο να αντικρούσει την προπαγάνδα του δικτατορικού καθεστώτος περί «φαυλοκρατίας». Ο τίτλος του ήταν «Η αλήθεια για τους Ελληνες πολιτικούς». Πενήντα τρία χρόνια µετά, ο γράφων αισθάνεται την ανάγκη να γράψει την αλήθεια για τα στελέχη των πολιτικών κοµµάτων στην Ελλάδα.
Αφορµή, η πρωτοβουλία των µελών της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ να αποµακρύνουν τον Στέφανο Κασσελάκη από την προεδρία του κόµµατος λίγους µήνες µετά την εκλογή του από τη βάση. Αιτία, η αρνητική εικόνα που υπάρχει στην Ελλάδα για τα κοµµατικά στελέχη και η οποία επιδεινώθηκε τη δεκαετία του ’80, την εποχή των πράσινων και µπλε καφενείων. Εκείνη την περίοδο, ΠΑΣΟΚ και Νέα ∆ηµοκρατία είχαν εκατοντάδες χιλιάδες µέλη, ενώ και τα κόµµατα της Αριστεράς διέθεταν µαζικότατες οργανώσεις. Στα καθήκοντα αυτών των µελών ήταν η αφισοκόλληση, η συµµετοχή σε µαζικές συγκεντρώσεις των χαρισµατικών ηγετών, τα ρουσφέτια και η στελέχωση του κράτους µετά την εκλογική νίκη.
Στη δεκαετία του ’90 η ιδιωτική τηλεόραση κυριάρχησε στην πολιτική επικοινωνία, ενώ οι χαρισµατικοί ηγέτες αποχώρησαν σταδιακά από το προσκήνιο. Οι οργανώσεις των κοµµάτων ερήµωναν και γερνούσαν µαζί µε τα ιδρυτικά µέλη τους, ενώ το ΑΣΕΠ περιόρισε τις δυνατότητες διορισµών. Στον αντίποδα, ο ρόλος των κοµµάτων ενισχύθηκε στην εκλογή των προέδρων, µε τους Κώστα Σηµίτη και Κώστα Καραµανλή να εκλέγονται από συνέδρια. Από το 2004 οι σύνεδροι έχασαν αυτό το προνόµιο, όταν ο Γιώργος Α. Παπανδρέου εισήγαγε την εκλογή προέδρου από τη βάση, την οποία αντέγραψε η Νέα ∆ηµοκρατία από το 2009 και ο ΣΥΡΙΖΑ από το 2023. Τότε περάσαµε σταδιακά στην εποχή των social media αλλά και των µνηµονίων, κατά την οποία επικράτησαν ο φανατισµός και οι µετακινήσεις στελεχών ανάµεσα σε παλιά και νέα κόµµατα, ενώ τα κοµµατικά όργανα συνέχισαν να χάνουν την ισχύ τους. Μπορεί η Ν.∆. υπό την ηγεσία του Κυριάκου Μητσοτάκη να πραγµατοποίησε έξι συνέδρια µέσα σε οκτώ χρόνια, ο κανόνας είναι, όµως, ότι η πολιτική ισχύς βρίσκεται στους εκλεγµένους από τη βάση προέδρους των κοµµάτων και στα επιτελεία τους.
Σήµερα, η αλήθεια για τα στελέχη των κοµµάτων είναι πως ελάχιστα εξ αυτών έχουν αποκλειστική απασχόληση σε αυτά, ενώ λίγα καταλαµβάνουν κυβερνητικές ή αυτοδιοικητικές θέσεις. Εχουν, όµως, την ευθύνη να λειτουργούν ως αντένες στην κοινωνία και ταυτόχρονα να περιφρουρούν τις αρχές και την ιδεολογία σε µια εποχή αλλεπάλληλων κρίσεων. Τους τελευταίους µήνες τα έµπειρα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ έπαιξαν ρόλο εξισορρόπησης στην πορεία του κόµµατος. Ανάλογο ρόλο διεκδικούν και τα στελέχη που παρέµειναν πιστά στο ΠΑΣΟΚ ενόψει της εσωκοµµατικής διαδικασίας του Οκτωβρίου, ενώ στο κυβερνητικό κόµµα, που στις 4 Οκτωβρίου συµπληρώνει µισό αιώνα ζωής, αναµένεται να ξεκινήσει ο διάλογος για το 16ο Συνέδριό του.
Αναζητούνται νέες ισορροπίες σε όλα τα κόµµατα και σε όλα τα επίπεδα.
Δημοσιεύτηκε στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ
Αφορµή, η πρωτοβουλία των µελών της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ να αποµακρύνουν τον Στέφανο Κασσελάκη από την προεδρία του κόµµατος λίγους µήνες µετά την εκλογή του από τη βάση. Αιτία, η αρνητική εικόνα που υπάρχει στην Ελλάδα για τα κοµµατικά στελέχη και η οποία επιδεινώθηκε τη δεκαετία του ’80, την εποχή των πράσινων και µπλε καφενείων. Εκείνη την περίοδο, ΠΑΣΟΚ και Νέα ∆ηµοκρατία είχαν εκατοντάδες χιλιάδες µέλη, ενώ και τα κόµµατα της Αριστεράς διέθεταν µαζικότατες οργανώσεις. Στα καθήκοντα αυτών των µελών ήταν η αφισοκόλληση, η συµµετοχή σε µαζικές συγκεντρώσεις των χαρισµατικών ηγετών, τα ρουσφέτια και η στελέχωση του κράτους µετά την εκλογική νίκη.
Στη δεκαετία του ’90 η ιδιωτική τηλεόραση κυριάρχησε στην πολιτική επικοινωνία, ενώ οι χαρισµατικοί ηγέτες αποχώρησαν σταδιακά από το προσκήνιο. Οι οργανώσεις των κοµµάτων ερήµωναν και γερνούσαν µαζί µε τα ιδρυτικά µέλη τους, ενώ το ΑΣΕΠ περιόρισε τις δυνατότητες διορισµών. Στον αντίποδα, ο ρόλος των κοµµάτων ενισχύθηκε στην εκλογή των προέδρων, µε τους Κώστα Σηµίτη και Κώστα Καραµανλή να εκλέγονται από συνέδρια. Από το 2004 οι σύνεδροι έχασαν αυτό το προνόµιο, όταν ο Γιώργος Α. Παπανδρέου εισήγαγε την εκλογή προέδρου από τη βάση, την οποία αντέγραψε η Νέα ∆ηµοκρατία από το 2009 και ο ΣΥΡΙΖΑ από το 2023. Τότε περάσαµε σταδιακά στην εποχή των social media αλλά και των µνηµονίων, κατά την οποία επικράτησαν ο φανατισµός και οι µετακινήσεις στελεχών ανάµεσα σε παλιά και νέα κόµµατα, ενώ τα κοµµατικά όργανα συνέχισαν να χάνουν την ισχύ τους. Μπορεί η Ν.∆. υπό την ηγεσία του Κυριάκου Μητσοτάκη να πραγµατοποίησε έξι συνέδρια µέσα σε οκτώ χρόνια, ο κανόνας είναι, όµως, ότι η πολιτική ισχύς βρίσκεται στους εκλεγµένους από τη βάση προέδρους των κοµµάτων και στα επιτελεία τους.
Σήµερα, η αλήθεια για τα στελέχη των κοµµάτων είναι πως ελάχιστα εξ αυτών έχουν αποκλειστική απασχόληση σε αυτά, ενώ λίγα καταλαµβάνουν κυβερνητικές ή αυτοδιοικητικές θέσεις. Εχουν, όµως, την ευθύνη να λειτουργούν ως αντένες στην κοινωνία και ταυτόχρονα να περιφρουρούν τις αρχές και την ιδεολογία σε µια εποχή αλλεπάλληλων κρίσεων. Τους τελευταίους µήνες τα έµπειρα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ έπαιξαν ρόλο εξισορρόπησης στην πορεία του κόµµατος. Ανάλογο ρόλο διεκδικούν και τα στελέχη που παρέµειναν πιστά στο ΠΑΣΟΚ ενόψει της εσωκοµµατικής διαδικασίας του Οκτωβρίου, ενώ στο κυβερνητικό κόµµα, που στις 4 Οκτωβρίου συµπληρώνει µισό αιώνα ζωής, αναµένεται να ξεκινήσει ο διάλογος για το 16ο Συνέδριό του.
Αναζητούνται νέες ισορροπίες σε όλα τα κόµµατα και σε όλα τα επίπεδα.
Δημοσιεύτηκε στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ