Κόµµα µε µαρκίζα τον Τσιπροπολακισµό είναι καταδικασµένο στην ήττα
με τον Γιάννη Κουρτάκη
Τα παλιά τα χρόνια, το αφήγημα του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ότι «θα πάρουμε από τους λίγους τα λεφτά και θα τα δώσουμε στους πολλούς». Αυτές οι αρλούμπες σε μια συγκεκριμένη συγκυρία μπόρεσαν να δημιουργήσουν ένα πλειοψηφικό ρεύμα για την Αριστερά. Από τότε όμως πέρασαν κάμποσα χρόνια. Πλέον ο κ. Τσίπρας έχει στην κυριολεξία μπερδευτεί και συνάμα έχει μπερδέψει και την πλειοψηφία του κόσμου.
Σήμερα προσπαθεί να συγκριθεί με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, προβάλλοντας εαυτόν ως καλύτερο διαχειριστή της κρίσης. Ο,τι μεγαλύτερο λάθος θα μπορούσε να κάνει. Γιατί στα άλλα, τα παλιά, αυτά που γράφει και ο Καρτερός, όλο και κάποιον παραμύθιαζε. Σε αυτά τα καινούργια που προσπαθεί να κάνει, μετά δυσκολίας μπορεί να πείσει μέχρι την Μπαζιάνα, αφού κανείς δεν δέχεται ότι ο κ. Τσίπρας θα μπορούσε να διαχειριστεί καλύτερα την πολυεπίπεδη κρίση από τον κ. Μητσοτάκη. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος που ο σημερινός πρωθυπουργός παραμένει πανίσχυρος, με την κυβέρνηση να επιδεικνύει τεράστια ανθεκτικότητα, στην κατά κοινή παραδοχή χειρότερη φάση της.
Η Νέα Δημοκρατία προηγείται με 18%-20%, ενώ ο Μητσοτάκης σε όλα τα επίπεδα προηγείται του βασικού του αντιπάλου. Οποιος έχει συμβουλεύσει τον τέως πρωθυπουργό να ακολουθήσει αυτή τη στρατηγική μάλλον στοχεύει στον αφανισμό του. Γιατί όταν οι πολίτες καλούνται να συγκρίνουν ανάμεσα στον Κοντοζαμάνη και τον Πολάκη, ανεπιφύλακτα επιλέγουν τον πρώτο. Οταν θυμούνται τον τραγέλαφο του Τόσκα, χωρίς δεύτερη σκέψη προτιμούν Χρυσοχοΐδη, ενώ όταν βλέπουν τα τουρκικά πλοία στο Αιγαίο, βγάζουν ανάσες ανακούφισης που στο Πεντάγωνο είναι ο Παναγιωτόπουλος αντί του Καμμένου και στο υπουργείο Εξωτερικών ο Δένδιας αντί του Κοτζιά.
Το χειρότερο για τον ΣΥΡΙΖΑ, κάτι που προφανώς δεν καταλαβαίνουν στην Κουμουνδούρου, είναι ότι σε μια στοιχειώδη κανονικότητα ένα κόμμα που έχει στη μαρκίζα τον Τσίπρα και τον Πολάκη είναι καταδικασμένο να κινείται στη λούμπεν πτέρυγα του πολιτικού χάρτη. Είναι πρόσωπα που θυμίζουν γιατί δεν πρέπει να έρθει ξανά στην εξουσία η Αριστερά. Που επαναφέρουν μνήμες από το καλοκαίρι του 2015, το επικίνδυνο δημοψήφισμα, τα καραγκιοζιλίκια, που λίγο έλειψε να μας οδηγήσουν εκτός Ευρώπης, τη συγκυβέρνηση με τον Καμμένο, το ξεπούλημα της Μακεδονίας, την προσπάθεια χειραγώγησης της Δικαιοσύνης και κυρίως τις απειλές ότι: «Η δεύτερη φορά Αριστερά θα είναι χειρότερη για όσους δεν υποκλίθηκαν στο μεγαλείο του Τσιπροκαραμανλισμού».
Είναι προφανές ότι ο κ. Τσίπρας δεν μπορεί να καταλάβει -γιατί τον αφορά- ότι η ύπαρξή του στη μαρκίζα της Κουμουνδούρου αποτελεί ντεζαβαντάζ για τον ΣΥΡΙΖΑ. Είναι κάτι παλιό, αποπνέει ρεβανσισμό και πολιτικό τραμπουκισμό, που εκφράστηκε από τους Καμμενοπολάκηδες. Οι κανονικοί άνθρωποι αυτής της χώρας σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να ρισκάρουν τις δουλειές τους, πολλώ δε μάλλον τις ζωές τους. Και φοβούνται ότι θα συμβεί αυτό ακούγοντας τον Πολάκη και διαβάζοντας την κυρία Ζανέτ Τσίπρα, οι οποίοι διαλαλούν σε κάθε ευκαιρία ότι «την επόμενη φορά θα είναι αλλιώς».
Τι μας λένε; Οτι θα μας τιμωρήσουν. Οτι θα εκδικηθούν όποιον δεν υποκλίθηκε στο μεγαλείο τους. Οποιον τόλμησε να ασκήσει κριτική στον Τσίπρα, τον Πολάκη και τον Καρτερό. Η πλειοψηφία των πολιτών πλέον γνωρίζει, συγκρίνει, μα κυρίως μπορεί να καταλάβει το πιο απλό: ότι ο Μητσοτάκης είναι ένας κανονικός άνθρωπος, που δεν θέλει ούτε να εκδικηθεί ούτε να τιμωρήσει κανέναν. Απεναντίας, θέλει να δημιουργήσει πλατιές συμμαχίες.
Σήμερα προσπαθεί να συγκριθεί με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, προβάλλοντας εαυτόν ως καλύτερο διαχειριστή της κρίσης. Ο,τι μεγαλύτερο λάθος θα μπορούσε να κάνει. Γιατί στα άλλα, τα παλιά, αυτά που γράφει και ο Καρτερός, όλο και κάποιον παραμύθιαζε. Σε αυτά τα καινούργια που προσπαθεί να κάνει, μετά δυσκολίας μπορεί να πείσει μέχρι την Μπαζιάνα, αφού κανείς δεν δέχεται ότι ο κ. Τσίπρας θα μπορούσε να διαχειριστεί καλύτερα την πολυεπίπεδη κρίση από τον κ. Μητσοτάκη. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος που ο σημερινός πρωθυπουργός παραμένει πανίσχυρος, με την κυβέρνηση να επιδεικνύει τεράστια ανθεκτικότητα, στην κατά κοινή παραδοχή χειρότερη φάση της.
Η Νέα Δημοκρατία προηγείται με 18%-20%, ενώ ο Μητσοτάκης σε όλα τα επίπεδα προηγείται του βασικού του αντιπάλου. Οποιος έχει συμβουλεύσει τον τέως πρωθυπουργό να ακολουθήσει αυτή τη στρατηγική μάλλον στοχεύει στον αφανισμό του. Γιατί όταν οι πολίτες καλούνται να συγκρίνουν ανάμεσα στον Κοντοζαμάνη και τον Πολάκη, ανεπιφύλακτα επιλέγουν τον πρώτο. Οταν θυμούνται τον τραγέλαφο του Τόσκα, χωρίς δεύτερη σκέψη προτιμούν Χρυσοχοΐδη, ενώ όταν βλέπουν τα τουρκικά πλοία στο Αιγαίο, βγάζουν ανάσες ανακούφισης που στο Πεντάγωνο είναι ο Παναγιωτόπουλος αντί του Καμμένου και στο υπουργείο Εξωτερικών ο Δένδιας αντί του Κοτζιά.
Το χειρότερο για τον ΣΥΡΙΖΑ, κάτι που προφανώς δεν καταλαβαίνουν στην Κουμουνδούρου, είναι ότι σε μια στοιχειώδη κανονικότητα ένα κόμμα που έχει στη μαρκίζα τον Τσίπρα και τον Πολάκη είναι καταδικασμένο να κινείται στη λούμπεν πτέρυγα του πολιτικού χάρτη. Είναι πρόσωπα που θυμίζουν γιατί δεν πρέπει να έρθει ξανά στην εξουσία η Αριστερά. Που επαναφέρουν μνήμες από το καλοκαίρι του 2015, το επικίνδυνο δημοψήφισμα, τα καραγκιοζιλίκια, που λίγο έλειψε να μας οδηγήσουν εκτός Ευρώπης, τη συγκυβέρνηση με τον Καμμένο, το ξεπούλημα της Μακεδονίας, την προσπάθεια χειραγώγησης της Δικαιοσύνης και κυρίως τις απειλές ότι: «Η δεύτερη φορά Αριστερά θα είναι χειρότερη για όσους δεν υποκλίθηκαν στο μεγαλείο του Τσιπροκαραμανλισμού».
Είναι προφανές ότι ο κ. Τσίπρας δεν μπορεί να καταλάβει -γιατί τον αφορά- ότι η ύπαρξή του στη μαρκίζα της Κουμουνδούρου αποτελεί ντεζαβαντάζ για τον ΣΥΡΙΖΑ. Είναι κάτι παλιό, αποπνέει ρεβανσισμό και πολιτικό τραμπουκισμό, που εκφράστηκε από τους Καμμενοπολάκηδες. Οι κανονικοί άνθρωποι αυτής της χώρας σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να ρισκάρουν τις δουλειές τους, πολλώ δε μάλλον τις ζωές τους. Και φοβούνται ότι θα συμβεί αυτό ακούγοντας τον Πολάκη και διαβάζοντας την κυρία Ζανέτ Τσίπρα, οι οποίοι διαλαλούν σε κάθε ευκαιρία ότι «την επόμενη φορά θα είναι αλλιώς».
Τι μας λένε; Οτι θα μας τιμωρήσουν. Οτι θα εκδικηθούν όποιον δεν υποκλίθηκε στο μεγαλείο τους. Οποιον τόλμησε να ασκήσει κριτική στον Τσίπρα, τον Πολάκη και τον Καρτερό. Η πλειοψηφία των πολιτών πλέον γνωρίζει, συγκρίνει, μα κυρίως μπορεί να καταλάβει το πιο απλό: ότι ο Μητσοτάκης είναι ένας κανονικός άνθρωπος, που δεν θέλει ούτε να εκδικηθεί ούτε να τιμωρήσει κανέναν. Απεναντίας, θέλει να δημιουργήσει πλατιές συμμαχίες.