Oταν ο ΣΥΡΙΖΑ από το 3% άρχισε να τραβά τον πολιτικό ανήφορο, είχε ξεκάθαρη πολιτική κατεύθυνση και ακόμα πιο καθαρό πολιτικό λόγο. Είχε στόχο, μα κυρίως «καβάλησε» στο κύμα ενός αγανακτισμένου λαού, που έδειχνε διάθεση να ακούσει τα παραμύθια του αντιμνημονίου. Ο Τσίπρας, παρέα με τον Καμμένο και τη Χρυσή Αυγή, «καβάλησαν» ένα επικίνδυνο άλογο, που οδήγησε τους δύο πρώτους στη διακυβέρνηση της χώρας και το κόμμα του ΜΙΧΑΛΟΛΙΑΚΟΥ στη Βουλή. Τότε ο Τσίπρας έλεγε τρέλες, υποσχόταν τα πάντα στους πάντες και εξέφραζε τον χώρο του «ΑΝΤΙ» με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Στήριξε τα πάντα στο αντιμνημόνιο και, όταν τελείωσαν τα μνημόνια, έμεινε πολιτικά «άνεργος», χάνοντας την εξουσία (που του άρεσε πολύ) και αφήνοντας ουσιαστικά εκτός πολιτικής έπειτα από χρόνια τον Πάνο Καμμένο. Από τις ανέξοδες υποσχέσεις της Θεσσαλονίκης, ήρθε να προσγειωθεί στην πραγματικότητα του συμβιβασμού με την τρόικα, την οποία μετονόμασε σε «θεσμούς», τους οποίους συναντούσε ο Τσακαλώτος στο «Χίλτον», νομίζοντας ότι κάπως έτσι παραμυθιάζονται οι πολίτες. Από το 2012 μέχρι και το 2015 ο Τσίπρας είχε και αφήγημα και στρατηγική. Ελεγε «όχι» σε όλα, καταψήφιζε ό,τι νομοσχέδιο έφερνε στη Βουλή η κυβέρνηση Σαμαρά, πρωτοστατούσε στο κίνημα του «Δεν πληρώνω», ενώ λιαζόταν στην Πλατεία Συντάγματος μαζί με τους «Αγανακτισμένους». Και φυσικά υποσχόταν τα πάντα στους πάντες σε μια περίοδο που τα μνημόνια είχαν δημιουργήσει ένα ασφυκτικό οικονομικό περιβάλλον. Ο ΣΥΡΙΖΑ «καβάλησε» στο κύμα και έτσι ήρθε στην εξουσία. Ομως, πρότεινε κάτι, ακόμη κι αν αυτό αποτελούσε ουτοπία. Ο κόσμος, όμως, ήταν έτοιμος να δεχτεί μια εναλλακτική πρόταση. Σήμερα, ο Τσίπρας έχει παγιδευτεί και δείχνει αδύναμος να παρουσιάσει μια εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης. Υποστηρίζει πράγματα που δεν έχουν καμία κοινωνική αποδοχή και, το βασικότερο, προσπαθεί με όρους παρελθόντος να υποσχεθεί πράγματα που αφορούν μια άλλη Ελλάδα, η οποία δεν επηρεάζεται ούτε από συνθήματα ούτε από ανέξοδους ακτιβισμούς. Οι πολίτες γυρίζουν την πλάτη στην άρνηση και διεκδικούν ρεαλιστικές προτάσεις. Κλείνουν τα αυτιά σε έναν δημαγωγικό πολιτικό λόγο, επιδοκιμάζοντας την επιλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη, που μιλάει τη γλώσσα της αλήθειας. Εκείνο που δεν μπορεί να παρακολουθήσει ο κ. Τσίπρας είναι η ατζέντα της επόμενης ημέρας. Των μεταρρυθμίσεων του Πιερρακάκη, της συζήτησης για την πράσινη ανάπτυξη, των μεγάλων έργων υποδομής και όσων αρχίζουν να γίνονται ορατά στον ορίζοντα. Μπροστά σε αυτήν την έκδηλη αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ, προστίθεται και το τεράστιο βαρίδι που ακούει στο ονοματεπώνυμο Παύλος Πολάκης, ο οποίος ανατινάζει κάθε προσπάθεια προσέγγισης των μετριοπαθών ψηφοφόρων του Κέντρου. Σοβαρή προσέγγιση για αυτά που κάνει ο πρώην υφυπουργός δεν μπορεί να υπάρξει. Μάλιστα, δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν ότι ο Μητσοτάκης πρέπει να «επιχορηγεί» τον αψύ Σφακιανό, αφού, όπως προκύπτει από το σύνολο των σφυγμομετρήσεων, υπάρχουν περίοδοι που κάνει μεγαλύτερη ζημιά στον Τσίπρα από όση κάνουν οι πολιτικοί του αντίπαλοι.