Αποτελεί κοινή παραδοχή ότι ο Αλέξης Τσίπρας είναι ένας πολιτικός που έχει αυξηµένο το αίσθηµα της πολιτικής αυτοσυντήρησης, από την εποχή που ηγούνταν ενός µικρού πολιτικού οργανισµού. Εχοντας εισέλθει στο δεύτερο µισό της κυβερνητικής του θητείας και υπό το βάρος των αποφάσεων που καλείται να λάβει, ο πρωθυπουργός φαίνεται ότι έχει αποφασίσει να αλλάξει άρδην τη στρατηγική του, επενδύοντας στο θυµικό µιας σηµαντικής µερίδας του εκλογικού σώµατος.

Εχοντας εξαντλήσει την αντιµνηµονιακή ρητορική, αλλά και όσα επαναστατικά έλεγε για τους κακούς δανειστές, τώρα αποφάσισε να αναµετρηθεί µε την ελληνική πραγµατικότητα, παίζοντας το τελευταίο του «χαρτί». Στο πλαίσιο αυτό, και επειδή γνωρίζει ότι είναι ελάχιστες οι πιθανότητες να ξανακερδίσει τις εκλογές, αποφάσισε να ξεκινήσει να χτίζει από τώρα την προεκλογική του στρατηγική. Κακά τα ψέµατα, ο κ. Τσίπρας, παρά τα όσα υποστηρίζει στις τελευταίες δηµόσιες παρεµβάσεις του, έχει αντιληφθεί ότι οι πιθανότητες να δώσει άρτο στο κοινό είναι περιορισµένες, πράγµα που σηµαίνει ότι θα πρέπει να αναζητήσει µια άλλη οδό για να απευθυνθεί στο εκλογικό σώµα. Και αυτή δεν είναι άλλη από το θέαµα.

Ο αρχηγός της κυβερνώσας Αριστεράς έχει αντιληφθεί ότι υπάρχει ένας κόσµος που ακόµη και σήµερα, τη στιγµή που του κόβουν τον µισθό, ικανοποιείται όταν βλέπει «αίµα στην αρένα». Επειδή ο κ. Τσίπρας απευθύνεται ακόµη και σήµερα σε ένα αντισυστηµικό κοινό, πιστεύει, ακόµη και τούτη τη στιγµή, ότι θα καταφέρει να ενεργοποιήσει τα αρνητικά ανακλαστικά του, αυξάνοντας και τη συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τη δική του επιρροή. Και δεν χρειάζεται να διαθέτει κανείς αναλυτική σκέψη για να καταλάβει ποιος είναι ο πραγµατικός στόχος του πρωθυπουργού.

Για να το κάνω λιανά, ο κ. Τσίπρας φτιάχνει ένα παζλ από προεκλογικές εικόνες και, έχοντας αυτές στη φαρέτρα του, θα επιχειρήσει να κερδίσει εκ νέου την ψήφο του κόσµου. Το βασικό επιχείρηµα που θα διατυπώσει είναι ότι κατάφερε «να τελειώσει το σύστηµα που οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία», αφήνοντας, φυσικά, στην άκρη τις δικές του, τεράστιες ευθύνες. Η «συλλογή» των εικόνων που θα συγκροτήσουν το προεκλογικό παζλ έχει ήδη ξεκινήσει. Συγκεκριµένα, ο κ. Τσίπρας θεωρεί ότι το τέλος του πρώην εκδότη του «Βήµατος», Σταύρου Ψυχάρη, αποτελεί συµβολική επιτυχία στη µάχη που ξεκίνησε η κυβέρνησή του προκειµένου να δοθεί τέλος στη µεταπολιτευτική παντοδυναµία των -κατά Καραµανλήεγχώριων «νταβατζήδων». Ως επίτευγµα θα παρουσιαστεί και το ουσιαστικό κλείσιµο του Mega των εκδοτών. Οι δύο αυτές εικόνες αναµένεται να κυριαρχήσουν κατά τη διάρκεια της επόµενης προεκλογικής περιόδου.

Από κει και πέρα, και µε βάση όσα βλέπουµε τις τελευταίες ηµέρες, η κυβέρνηση θα επιχειρήσει να σεντράρει και ορισµένους από τους ισχυρούς του τραπεζικού συστήµατος. Στο πλαίσιο αυτό, πέραν του πολύπειρου τραπεζίτη Μιχάλη Σάλλα, πληροφορίες αναφέρουν ότι κατά το αµέσως προσεχές διάστηµα το Μέγαρο Μαξίµου θα επιχειρήσει να ρίξει κι άλλα κεφάλια στην αρένα. Για τους παροικούντες την κυβερνητική Ιερουσαλήµ, η περίπτωση Σάλλα εµπεριέχει αυξηµένο συµβολισµό, αφού είναι το πρόσωπο που κατάφερε να αλλάξει άρδην τον «χάρτη» του τραπεζικού συστήµατος. Ανάλογη στρατηγική θα ακολουθηθεί σε ό,τι αφορά πρώην υπουργούς -κυρίως των κυβερνήσεων Σηµίτη-, όπως ο Γιάννος Παπαντωνίου. Το παζλ ούτε αρχίζει, ούτε και τελειώνει στους προαναφερθέντες.

Απεναντίας, όσοι γνωρίζουν τι πραγµατικά σκέφτεται ο κ. Τσίπρας κάνουν λόγο για µια διετία στην οποία θα κυριαρχούν οι διώξεις, οι εικόνες µε τις χειροπέδες, οι κατασχέσεις και οι επιχειρηµατικές εκκαθαρίσεις αλά ∆ΟΛ. Ο απώτερος στόχος αυτής της επιλογής είναι περισσότερο από απλός: Ο πρωθυπουργός, έχοντας υπό καθεστώς είτε οµηρίας είτε προφυλάκισης πρόσωπα που συµβόλιζαν το «σύστηµα» στη µεταπολιτευτική Ελλάδα, θα θελήσει να στείλει το µήνυµα ότι «την ίδια στιγµή που αναγκάστηκα να συµβιβαστώ στα θέλω των δανειστών, τελείωσα και όσους ευθύνονται για τη χρεοκοπία της χώρας». Αν θα πείσει; Ουδείς είναι σε θέση να το γνωρίζει. Ενα είναι σίγουρο: Κανείς δεν ενδιαφέρεται αν εκδότης του ∆ΟΛ, που βρίζει τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Τσίπρα, είναι ο Ψυχάρης ή ο εκκαθαριστής Καζάς.