Παράδειγμα προς μίμηση η Ελλάδα, αλλά υπάρχει ακόμα δρόμος από τον θρίαμβο στην πραγματικότητα
Πρώτη η Ελλάδα στην κατάταξη του Economist και παράδειγμα προς μίμηση στην Ευρώπη, αλλά μέχρι να περάσει στις τσέπες των Ελλήνων, υπάρχει ακόμα δρόμος
Η έκπληξη της χρονιάς που πέρασε, ίσως, ήταν το γεγονός ότι το διεθνούς κύρους περιοδικό «Economist» κατέταξε την Ελλάδα πρώτη στη λίστα 35 χωρών με τις καλύτερες επιδόσεις στην οικονομία για το 2023. Η κατάταξη βασίσθηκε σε οικονομικούς και χρηματοοικονομικούς δείκτες: τον πληθωρισμό, το ΑΕΠ, την απασχόληση και την πορεία του χρηματιστηρίου. Την Τετάρτη ανακοινώθηκε ο θάνατος του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, του ανθρώπου που θεωρούσε την ελληνική οικονομία «μαύρο πρόβατο της Ευρώπης» και πίστευε ότι έπρεπε να εξοστρακιστεί από την ΟΝΕ. Εκείνο που δεν ξέρουμε είναι αν είχε πληροφορηθεί την πρωτιά της Ελλάδας και αν κατάφερε να σχολιάσει τον ελληνικό θρίαμβο, αν και πιθανόν η είδηση να του προκάλεσε κάποιο σοκ…
Όπως και να έχει, πάντως, η Ελλάδα αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση για την Ευρώπη. Και για τη Γερμανία, η οποία πρέπει να κόψει τις σπατάλες και να ακολουθήσει την πορεία της χώρας μας για δημοσιονομική πειθαρχία, που αποτελούσε το απόσταγμα της οικονομικής φιλοσοφίας και πολιτικής πρακτικής του Σόιμπλε.
Από τον ελληνικό θρίαμβο όμως έως την ελληνική πραγματικότητα μεσολαβεί πολύ μεγάλος δρόμος. Αναμφίβολα η ελληνική οικονομία του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν έχει καμία σχέση με την οικονομία του Αλέξη Τσίπρα. Η Ελλάδα, λόγω και της θεαματικής βελτίωσης των οικονομικών της δεικτών, έχει αποκτήσει κύρος και αξιοπιστία. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι οι Έλληνες έχουν γίνει πιο πλούσιοι.
Εξακολουθούμε να εργαζόμαστε σχεδόν μισό χρόνο για να καλύψουμε τις υποχρεώσεις μας προς την εφορία και τον ΕΦΚΑ. Βέβαια, οι 171 ημέρες εργασίας έως τη φορολογική ελευθερία του 2023 απέχουν από τις 186 ημέρες εργασίας του 2018. Σαφέστατα βελτιωνόμαστε, αλλά ακόμα έχουμε δρόμο να καλύψουμε για να φθάσουμε τις λοιπές χώρες της Ευρώπης. Αρκεί να θυμίσουμε ότι στον δείκτη AIC που εκφράζεται σε μονάδες αγοραστικής δύναμης PPS και θεωρείται δείκτης υλικής ευημερίας των νοικοκυριών, η Ελλάδα κατατάχθηκε στην τελευταία κατηγορία της ΕΕ.
Ο δείκτης πραγματικής ατομικής κατανάλωσης είναι 78%, ενώ το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν 32%, χαμηλότερο από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο και τρίτη χειρότερη επίδοση σε όλη την ΕΕ. Για να περάσει λοιπόν η θετική εικόνα των οικονομικών δεικτών στην πραγματική οικονομία και στις τσέπες των Ελλήνων θα απαιτηθεί δουλειά αρκετών ετών αλλά και συνέπεια στην αναπτυξιακή πορεία της χώρας.
Και είτε αυτό αρέσει σε κάποιους είτε όχι, υπό τις παρούσες συνθήκες, την πορεία αυτή μόνο η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη μπορεί να διασφαλίσει. Εκείνο, όμως, που χρειάζεται είναι να κατανοούν όλοι όσοι ασκούν εξουσία ότι η οικονομία δεν είναι μόνο αριθμοί. Οικονομία είναι και οι άνθρωποι… Άνθρωποι, που με τη δράση τους, τις θυσίες τους και τα επιτεύγματά τους διαμορφώνουν τους οικονομικούς δείκτες. Άλλωστε, ισχυρή οικονομία σημαίνει και οικονομική ευημερία των πολιτών.
Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή στις 29 Δεκεμβρίου
Όπως και να έχει, πάντως, η Ελλάδα αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση για την Ευρώπη. Και για τη Γερμανία, η οποία πρέπει να κόψει τις σπατάλες και να ακολουθήσει την πορεία της χώρας μας για δημοσιονομική πειθαρχία, που αποτελούσε το απόσταγμα της οικονομικής φιλοσοφίας και πολιτικής πρακτικής του Σόιμπλε.
Από τον ελληνικό θρίαμβο όμως έως την ελληνική πραγματικότητα μεσολαβεί πολύ μεγάλος δρόμος. Αναμφίβολα η ελληνική οικονομία του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν έχει καμία σχέση με την οικονομία του Αλέξη Τσίπρα. Η Ελλάδα, λόγω και της θεαματικής βελτίωσης των οικονομικών της δεικτών, έχει αποκτήσει κύρος και αξιοπιστία. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι οι Έλληνες έχουν γίνει πιο πλούσιοι.
Εξακολουθούμε να εργαζόμαστε σχεδόν μισό χρόνο για να καλύψουμε τις υποχρεώσεις μας προς την εφορία και τον ΕΦΚΑ. Βέβαια, οι 171 ημέρες εργασίας έως τη φορολογική ελευθερία του 2023 απέχουν από τις 186 ημέρες εργασίας του 2018. Σαφέστατα βελτιωνόμαστε, αλλά ακόμα έχουμε δρόμο να καλύψουμε για να φθάσουμε τις λοιπές χώρες της Ευρώπης. Αρκεί να θυμίσουμε ότι στον δείκτη AIC που εκφράζεται σε μονάδες αγοραστικής δύναμης PPS και θεωρείται δείκτης υλικής ευημερίας των νοικοκυριών, η Ελλάδα κατατάχθηκε στην τελευταία κατηγορία της ΕΕ.
Ο δείκτης πραγματικής ατομικής κατανάλωσης είναι 78%, ενώ το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν 32%, χαμηλότερο από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο και τρίτη χειρότερη επίδοση σε όλη την ΕΕ. Για να περάσει λοιπόν η θετική εικόνα των οικονομικών δεικτών στην πραγματική οικονομία και στις τσέπες των Ελλήνων θα απαιτηθεί δουλειά αρκετών ετών αλλά και συνέπεια στην αναπτυξιακή πορεία της χώρας.
Και είτε αυτό αρέσει σε κάποιους είτε όχι, υπό τις παρούσες συνθήκες, την πορεία αυτή μόνο η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη μπορεί να διασφαλίσει. Εκείνο, όμως, που χρειάζεται είναι να κατανοούν όλοι όσοι ασκούν εξουσία ότι η οικονομία δεν είναι μόνο αριθμοί. Οικονομία είναι και οι άνθρωποι… Άνθρωποι, που με τη δράση τους, τις θυσίες τους και τα επιτεύγματά τους διαμορφώνουν τους οικονομικούς δείκτες. Άλλωστε, ισχυρή οικονομία σημαίνει και οικονομική ευημερία των πολιτών.
Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή στις 29 Δεκεμβρίου