Η ευθύνη κάθε κυβέρνησης σε ένα εθνικό κράτος είναι να διασφαλίζει τα συμφέροντα και την οντότητα του κράτους. Ο στόχος δεν μπορεί να είναι άλλος από την εθνική ισχύ και τη διεύρυνση της ευημερίας, με ανεκτές ανισότητες, για τους πολίτες. Η ευθύνη των κυβερνήσεων, των κοινοβουλίων, των κρατικών υπηρεσιών, αλλά και των επονομαζόμενων ελίτ μιας εθνικής συγκρότησης που εμπλέκονται στη στρατηγική και τη δημόσια διαβούλευση δεν μπορεί να είναι άλλη από το επονομαζόμενο δημόσιο συμφέρον. Όχι μέρα μέρα, ή χρόνο χρόνο ή στο πλαίσιο μιας πολιτικής θητείας στη διακυβέρνηση, αλλά σε βάθος χρόνου. Ταυτόχρονα ο ρόλος των κυβερνήσεων είναι να αποτελέσουν καλούς διαχειριστές, κάτι σαν διοίκηση εταιρείας, της δημόσιας περιουσίας, η οποία όχι μόνον πρέπει να διατηρείται αλλά και να επεκτείνεται. Στην Ελλάδα όλη αυτή η προσέγγιση για πολλές δεκαετίες δεν ίσχυσε.

Οι κυβερνήσεις, είτε φιλελεύθερες είτε κεντροαριστερές, είτε του λαϊκού σοσιαλισμού είτε του εθνικοπατριωτικού αποφάσισαν να θεωρήσουν το εθνικό κράτος των Ελλήνων αναχρονισμό. Στην προκειμένη περίπτωση δεν μιλάμε καν για ταυτοτικά ζητήματα ή εκείνα της κουλτούρας και της παιδείας. Αλλά μόνον για τη διαχείριση του κράτους και την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος. Άλλοι αυθαίρετα ή επιπόλαια θεώρησαν ότι θα υπάρξει ομοσπονδιακά η Ευρώπη, όπου άλλοι θα αποφασίσουν για την προοπτική της ελληνικού ομόσπονδου κρατιδίου εντός αυτής. Άλλοι ότι εξαιτίας της παγκοσμιοποίησης και του χρηματιστηριακού καπιταλισμού που επεκράτησε, τα εθνικά κράτη ως τέτοια δεν έχουν να παίξουν περαιτέρω ρόλο στην ιστορία και θα μετατραπούν σε περιοχές. Το περίφημο «δεν έχουμε χώρα, αλλά χώρο».

Άλλοι εξ αφετηρίας ανεύθυνοι και εγκληματικά καιροσκόποι ταύτισαν την έννοια της ευημερίας με τη δική τους χρονικά ορισμένη διακυβέρνηση ή τα συνθήματα από τα μπαλκόνια, αφήνοντας στους επόμενους χρέη και καταστροφή προκειμένου να έχουν και υστεροφημία. Το κρεσέντο της ματαιοδοξίας. Άλλοι, χωρίς συγκεκριμένη θεώρηση, απλώς δεν κατάφεραν να διαχειρισθούν την ανάγκη εκσυγχρονισμού της χώρας, αναβάθμισής της και προσαρμογής της σε αυτό που μεγαλοϊδεατικά ονόμαζαν Ενωμένη Ευρώπη. Όλοι αυτοί, τον τελευταίο μισό αιώνα, με συνείδηση ή από ανικανότητα έσπρωχναν το «τενεκεδάκι της χρεοκοπίας», όπως το ονόμαζαν, παρακάτω, στους επόμενους. Παράλληλα εύχονταν από ψυχής να μη «συμβεί το κακό στη βάρδιά τους». Ταυτόχρονα ως άφρονες πλούσιοι κληρονόμοι χρέωναν τη χώρα δυσθεώρητα ως προς τις δυνατότητές της, χωρίς να έχουν ενδιαφέρον να αυξήσουν τον πλούτο της, λέγε με ΑΕΠ.

Και επίσης έκαναν και κάτι ακόμη που συνηθίζουν οι άφρονες πλούσιοι κληρονόμοι. Πουλούσαν τα «ασημικά» του σπιτιού. Μόνον που το σπίτι δεν ήταν δικό τους, αλλά όλων. Από διαχειριστές του δημόσιου συμφέροντος και διαχειριστές της δημόσιας περιουσίας κατέληξαν τα συστήματα διοίκησης της χώρας «τροχονόμοι» συμφερόντων στην πώληση κρατικής περιουσίας σε ιδιώτες. Άλλοι από ιδεοληψία, άλλοι με το αζημίωτο και άλλοι από ανάγκη, για να μη χρεοκοπήσουμε επί των ημερών τους. Τελικά χρεοκοπήσαμε με δόξα και τιμές, δέκα χρόνια μετά την ένταξή μας στο ευρώ. Οι πιστωτές εύλογα ζητούσαν μέχρι ιδιωτικοποίηση ή κατάσχεση υπέρ του δικού τους δημόσιου συμφέροντος μέχρι και της Ακρόπολης, πέραν από τα δίκτυα, τις υποδομές και τους κρατικούς οργανισμούς.

Ό,τι χάθηκε χάθηκε. Ό,τι σώθηκε σώθηκε. Σήμερα βρισκόμαστε σε φάση εθνικής ανασυγκρότησης, σε έναν πλανήτη και μια Ευρώπη που εξελίσσονται μακριά από τους ιδεασμούς του παρελθόντος. Έχουμε μια χώρα με ετήσιο πλούτο λίγο πιο κάτω από 300 δισ., όσο μια μέση παγκόσμια εταιρεία. Και ένα πρωθυπουργό, τον κ. Μητσοτάκη, που επιχειρεί να βρει λύσεις για όλες τις «αβαρίες» του παρελθόντος χωρίς να χαθεί η ευκαιρία του μέλλοντος. Ας τον συνδράμουμε υπέρ του δημόσιου συμφέροντος. Και οι πολίτες αλλά και οι υπουργοί του. Δεν υπάρχει ώρα για χάσιμο…

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή στις 14 Φεβρουαρίου