Ο ελαφρύς οπλισμός των πολιτικών αιχμής
Η αγωνία «παλαιών» και «νέων» στην πολιτική Αθήνα µεγαλώνει διαρκώς
ΔΕΝ ΛΕΝΕ να κοπάσουν η ένταση και το εν πολλοίς «πολεµικό» κλίµα στην πολιτική σκηνή, παρ’ ότι οι οπλισµοί των αντιµαχόµενων πλευρών είναι ελαφρείς και τα πυρά τους αστοχούν.
Τα ελλείµµατα σοβαρής πολιτικής σκέψης και ουσιαστικών πολιτικών επιχειρηµάτων καλύπτονται µε θορυβώδη ρητορικά κλισέ, σε µια προσπάθεια των ηγεσιών να φανατίσουν τα κοµµατικά στρατεύµατά τους. Η αιτία αυτής της κατάστασης είναι γνωστή και καταγεγραµµένη: Η οικονοµική κρίση και τα τρία «Μνηµόνια» που υπέγραψαν από το 2010 µε τους δανειστές όλες κατά σειρά και µαζί οι πολιτικές ηγεσίες εξάρθρωσαν το «παλαιό καθεστώς». Και τσακίζουν τώρα και το «νέο καθεστώς», που ασφυκτιά ανάµεσα στις ισχυρές πιέσεις του Βερολίνου και την αγανάκτηση µιας κοινωνίας σε απελπισία.
Οµως, η αγωνία «παλαιών» και «νέων» στην πολιτική Αθήνα µεγαλώνει διαρκώς, καθώς συνειδητοποιείται πλέον από τους πάντες ότι τίποτε απολύτως δεν εγγυάται βελτίωση της ελληνικής κατάστασης, όποιες κι αν θα ήταν προσεχώς οι εξελίξεις στην υπόθεση των όρων της αξιολόγησης, της ποσοτικής χαλάρωσης και του χρέους.
Οι αγωνίες της αστικής πολιτικής τάξης και της οµάδας των αριστερών που κυβερνούν συναντώνται υπογείως σε ένα σηµείο: Αν στην Ευρώπη, η υπόθεση της λειτουργίας των οικονοµικών έχει φύγει από τα χέρια των πολιτικών, ακόµη και των καλύτερων από αυτούς, και έχει µεταφερθεί σε οικονοµικούς τεχνοκράτες, τραπεζίτες και στελέχη µηχανισµών του παγκοσµιοποιηµένου χρήµατος, στην Ελλάδα τα πράγµατα είναι χειρότερα για δύο λόγους. Πρώτον, επειδή για πολλά χρόνια, µεταπολεµικά, η πολιτική τάξη στο σύνολό της αρνήθηκε πεισµατικά να εκσυγχρονιστεί και αρκέστηκε στο κυνήγι καλών εκλογικών αποτελεσµάτων και σε «επαγγελµατικές» επιδόσεις διαχείρισης των δηµόσιων πόρων υπέρ εσωτερικών, «ηµέτερων» οικονοµικών και κοινωνικών οµάδων.
Δεύτερον, διότι οι πολιτικές ηγεσίες ταλαιπώρησαν άσχηµα την Εκπαίδευση, σταθερά υποβάθµισαν τη δύναµη της έρευνας, της τεχνολογίας και της καινοτοµίας και έχασαν απ’ τα µάτια τους και το υψηλών ταχυτήτων τρένο της τεχνολογικής επανάστασης στην πληροφορική, µε αποτέλεσµα να είναι σήµερα φτωχός και εκτός χρόνου ο τεχνικός πολιτισµός, άρα ολίγες και οι διοικητικές και παραγωγικές δυνατότητες της Ελλάδας και αυτό ασχέτως κρίσης, δανειστών, Σόιµπλε κ.λπ.
Με λίγα λόγια, οι «πρώτης σειράς» πολιτικές δυνάµεις της χώρας και τα πρόσωπα που τις διευθύνουν δεν µπορούν τώρα να τα βγάλουν πέρα και το ξέρουν αυτό.
Τα πράγµατα είναι πολύ δύσκολα πλέον για την Ελλάδα. Ακόµη κι αν αναγκαζόταν σε οπισθοχώρηση η υπερφίαλη Γερµανία στην Ε.Ε., αν άλλαζαν τα αυστηρά οικονοµικά δόγµατα της ευρωζώνης, αν κινούνταν µε νέες ταχύτητες οι παραγωγικές µηχανές και οι Ευρωπαίοι πολιτικοί ανακτούσαν µέρος έστω της παλιάς αξιοπρέπειάς τους απέναντι στους οικονοµικούς τεχνοκράτες, που σήµερα τους υπαγορεύουν πολιτικές, στην οικονοµικά ρηµαγµένη Ελλάδα τι και πώς θα άλλαζε;
Η Αριστερά του κ. Τσίπρα δείχνει να µην αντιλαµβάνεται τους όρους και τις απαιτήσεις των «σκοτεινών» καιρών, αλλά φαίνεται και απρόθυµη να περάσει σε ένα στάδιο πολιτικού εκσυγχρονισµού της, έστω διατηρώντας επί χάρτου κάποιες «ριζοσπαστικές» αναλύσεις της.
Ο ΣΥΡΙΖΑ κατέληξε να αποτελεί µια παλαιοµοδίτικη πολιτική δύναµη, που απορρίπτει κάθε προοπτική ανανέωσής της και µάλιστα αντλεί συµπεριφορές εµπνεόµενη από την ιστορία και τις αρχές του ΕΑΜ της δεκαετίας του ’40. Είναι, συνεπώς, ακατάλληλος για να ηγηθεί µιας προσπάθειας εθνικής ανασυγκρότησης. Απέναντί του, ο αστικός πολιτικός χώρος, που έχει ως ηγέτιδα δύναµή του τη Νέα ∆ηµοκρατία λόγω του µεγέθους της, πάσχει επίσης σοβαρά. Αναπτύσσει παλαιοκοµµατικές συµπεριφορές, υποσχεσιολογεί και, παρασυρµένος έντεχνα απ’ τον επιδέξιο κ. Τσίπρα, ο αρχηγός της, κ. Κυρ. Μητσοτάκης, καυγαδίζει µε φανατισµό µαζί του σε καθηµερινή βάση.
Κι όµως, εκ των πραγµάτων η Ν.∆. φαίνεται ήδη καταδικασµένη να φορτωθεί και να διαχειρισθεί σε επόµενη φάση µια εφιαλτική οικονοµική κατάσταση και µια κοινωνία «στα κάγκελα». Η αγωνία µεγαλώνει στην πολιτική σκηνή, διότι είναι πλέον ορατό ότι η οικονοµική κρίση έχει τραυµατίσει συλλογικές συνειδήσεις στον αστικό χώρο και έχει σοβαρά επηρεάσει ηθικά και ψυχολογικά τα πληττόµενα κοινωνικά στρώµατα. Αυτοί που θα διαδεχθούν τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία αυτά θα έχουν να διαχειριστούν.