H αυγή του 2019 βρίσκει την Ελλάδα, με ακίνητο τον πολιτικό χρόνο της, καρφωμένο στα «συμφωνηθέντα» με τους δανειστές και με την κοινωνία της βυθισμένη στην πιο βαθιά απογοήτευση. Η κακή πολιτική ποιότητα της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ επιβεβαίωσε και την περασμένη χρονιά στη δημόσια σκηνή ένα «κλίμα» κακοήθους εσωστρέφειας, που καμία δύναμη της αντιπολίτευσης δεν στάθηκε, δυστυχώς, ικανή να αλλάξει. Ο υπολογισμένα διχαστικός λόγος του πρωθυπουργού συχνά παρέσυρε την αξιωματική αντιπολίτευση σε μια αντιπαραγωγική ρητορεία, ο πολιτικός χρόνος έχασε κάθε δυναμική και, τελικά, πάγωσε. Ετσι, συνολικά το πολιτικό προσωπικό της χώρας, αφοσιωμένο σε δικά του «έργα», αδυνατεί να κινηθεί συμβατά με την εθνική πραγματικότητα.

Με άλλοθι τα δυσμενέστατα αντικειμενικά δεδομένα της οκταετούς κρίσεως, οι πολιτικές κεφαλές ασχολούνται πρωτίστως, αν όχι και αποκλειστικώς, με ζητήματα τα οποία αφορούν τη θέση που κατέχουν ή μπορούν να διεκδικήσουν στη σκηνή του «πολιτικού συστήματος», κι ας είναι ο ιστός του παλιός, φθαρμένος και γεμάτος τρύπες. Οι εκπρόσωποι της πολιτικής τάξης, που με τις συμπεριφορές και τις αποφάσεις τους επηρεάζουν την κατάσταση των πραγμάτων για εκατομμύρια πολίτες στη χρεοκοπημένη χώρα μας, επιδίδονται, λοιπόν, σε παθιασμένα, πολιτικά άγονα παιχνίδια εξουσίας, μετρούν τα ευρώ που τους επιτρέπεται από τους δανειστές να κατέχουν και να δαπανούν και εκεί κάπου τελειώνει ο ρόλος τους στην εθνική σκηνή. Αδικο να λέγεται αυτό; Μπορεί. Ομως, έτσι αντιλαμβάνονται για τους πολιτικούς τα πράγματα οι Ελληνες πολίτες στη μεγάλη πλειονότητά τους, όπως εύκολα διαπιστώνει κανείς συζητώντας με συμπολίτες του, φίλους, συγγενείς, απλούς γνωστούς, σε οποιονδήποτε κοινωνικό χώρο κάθε επαγγελματικής τάξης σε αστικά κέντρα ή στην περιφέρεια.

Είναι ξεκάθαρο, πλέον, ότι ο κόσμος της σημερινής πολιτικής τάξης, αυτής που από ασφαλή θέση ακατάπαυστα ρητορεύει και καθημερινά προβάλλεται στα μέσα ενημέρωσης, είναι ένας «παράλληλος» κόσμος, άσχετος με την κοινωνική πραγματικότητα της χώρας. Το κακό αυτής της κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει η πολιτική τάξη είναι ότι, έπειτα από μια μακρά περίοδο μακαριότητας σε ασφαλές εθνικό οικονομικό περιβάλλον, που της εξασφάλιζε ο «ξένος», οι πνευματικές δυνάμεις της αδυνάτισαν σημαντικά, η ταχύτητα αντίληψής της μειώθηκε και η κριτική ικανότητά της αμβλύνθηκε.

Ετσι, καθώς ο μανδύας της οκνηρίας κάλυψε, με τον καιρό, όλο ανεξαιρέτως το πολιτικό φάσμα, οι σάλπιγγες της μεγάλης καταστροφής το 2010 οδήγησαν στο κέντρο της σκηνής μια στρατιά προσώπων που αντίκρισαν έντρομοι τα ερείπια της μουχλιασμένης χώρας. Από τότε, η στρατιά μάλλον δεν συνήλθε ποτέ. Προκύπτει αυτό από τις νευρικές συμπεριφορές των αρχηγών της, από την ελαφρότητα της ρητορείας τους, από τα κενά σκέψεων λόγια τους.

Πρώτες ημέρες του 2019 και το φως πέφτει επάνω σε τεράστια προβλήματα που καθορίζουν τον βαθμό της εθνικής παραγωγικής διαδικασίας. Ποιότητα εκπαίδευσης, διοικητική αναδιοργάνωση του κράτους, φορολογικό σύστημα, χρόνοι απονομής δικαιοσύνης, καθυστέρηση στην ανάπτυξη τεχνολογίας, έρευνας και καινοτομίας, ανεπαρκή μεταφορικά δίκτυα, εξάπλωση της εγκληματικότητας στη χώρα, και ειδικότερα στην πρωτεύουσα. Ολα τούτα προβάλλονται πρωτοβάθμια και αποσπασματικά έως τώρα στην πολιτική σκηνή.

Ομως, οι καιροί ζητούν επιτακτικά την αλλαγή αυτής της κατάστασης. Το 2019 θα είναι εξαιρετικά κρίσιμο. Οχι μόνο επειδή θα είναι έτος εκλογικό, αλλά επειδή στη διάρκειά του θα κριθεί η μεταμνημονιακή βιωσιμότητα τη εθνικής οικονομίας και ο βαθμός πολιτικής σταθερότητας και κοινωνικής συνοχής στη χώρα. Επιπλέον, θα σημειωθούν εξελίξεις σε μια σειρά από μείζονες υποθέσεις εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας, που θα επηρεάσουν αποφασιστικά, ίσως, τη γεωπολιτική θέση της Ελλάδας.