Με την πρόσφατη αρθρογραφία του, μετά την προβληματική περιοδεία του σε νησιά του Αν.Αιγαίου, ο πρωθυπουργός επιχείρησε να περιγράψει τη μελλοντική «νικηφόρα πορεία» του κόμματός του ως κυβέρνηση, μετά την έξοδο από τα Μνημόνια.

Επέλεξε προς τούτο την απόπειρα αναθέρμανσης της -ξεθωριασμένης πλέον από τις βάναυσες μνημονιακές πολιτικές που ακολούθησε αβίαστα ως μνημονιακή κυβέρνηση- σχέσης του κόμματος του με τους πολίτες-ψηφοφόρους, υποσχόμενος και πάλι «την αναδιανομή πλούτου» (;) με την άσκηση της κοινωνικής πολιτικής χωρίς τη δέσμευση των Μνημονίων.

Είναι προφανές ότι το Μέγαρο Μαξίμου αναπολεί σφόδρα εκείνη την ανέμελη, χωρίς περιορισμούς και πολιτική αιδώ νικηφόρα του πορεία προς την εξουσία πριν τρία χρόνια. Και φαίνεται ότι δεν έμαθε τίποτα από την καταστροφική πορεία τα χώρας μέσα από το δικό του, τρίτο Μνημόνιο.

Έτσι και πάλι επιχειρεί να κρύψει κάτω από το χαλί την πραγματικότητα, που στην παρούσα περίπτωση δεν την αγνοεί, αλλά την γνωρίζει πολύ καλά και από πρώτο χέρι. Το Μέγαρο Μαξίμου περνά στο «ντούκου» την ίδια του την παραδοχή ότι θα «υπάρξει συμφωνία για καθαρή έξοδο».

Με άλλα λόγια θα διαπραγματευθεί εκ νέου με τους δανειστές, για να καταλήξει σε μια νέα συμφωνία μαζί τους για την πορεία της χώρας. Θα διαπραγματευθεί δηλαδή το περιεχόμενο, την χρηματοδότηση και τις προϋποθέσεις-δεσμεύσεις που θα συνοδεύουν αυτήν τη μετα-μνημονιακή συμφωνία την ύπαρξη της οποίας παραδέχεται εκ των προτέρων ο πρωθυπουργός... αρκεί να του κάνουν τη χάρη (και θα την κάνουν) να την ονομάσει ο ίδιος στο εσωτερικό της χώρας «καθαρή έξοδο».

Ο πρωθυπουργός φαίνεται πολύ σίγουρος για την επικείμενη «ρύθμιση του χρέους». Αλλά δεν αναφέρεται καν στους όρους που θα τεθούν για να συμφωνηθεί αυτή η ρύθμιση. Και το κυριότερο. Δεν δείχνει καμία διάθεση -ούτε καν δεσμεύεται- ότι η περίφημη «ρύθμιση του χρέους» θα συνδεθεί με την ουσιαστική ανάπτυξη της χώρας. Και δεν βρίσκει ούτε μια λέξη για τον σχεδιασμό και το περιεχόμενο αυτής της ανάπτυξης που έχει τόσο ανάγκη η χώρα.

Αντιθέτως ο πρωθυπουργός αισθάνεται πολύ υπερήφανος για την πορεία και τα επιτεύγματα της οικονομίας, δηλαδή το μεγα-πλεόνασμα του 4% που έχει ήδη πετύχει η κυβέρνηση. Και δείχνει να μην προβληματίζεται καθόλου για το γεγονός ότι αυτό το υπερ- πλεόνασμα δεν είναι αποτέλεσμα ανάπτυξης της χώρας (μόλις 1,9% φέτος, δηλαδή στον πάτο των ευρωπαϊκών κρατών) και επενδύσεων σε αυτήν, αλλά το αποτέλεσμα της φορολογικής κόλασης που ζει η χώρα.

Αυτή την αντιαναπτυξιακή οικονομική μέθοδο φαίνεται ότι στηρίζει και για το μέλλον το Μέγαρο Μαξίμου, επιμένοντας στην «αναδιανομή πλούτου» (σ.σ. δηλαδή από τους νεόπτωχους στους... παλαιόπτωχους;) και στη στήριξη πολύπαθων «κοινωνικών στρωμάτων», που κατ' ανάγκην θα έχει κομματικά-ψηφοθηρικά κριτήρια και όχι αναπτυξιακά.

Χωρίς συγκεκριμένη ατζέντα ανάπτυξης, η κυβέρνηση δείχνει την τάση να κρατήσει ομήρους τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας αλλά και τα μη προσδιοριζόμενα «κοινωνικά στρώματα» στον κλοιό της κομματικής-κρατικής «ελεημοσύνης». Αυτό όμως δεν αποτελεί δείγμα βιώσιμης ανάπτυξης της χώρας και πολύ περισσότερο σταθερής ανάκαμψης της χώρας.

Το όραμα λείπει.