Πριν από αρκετά χρόνια τα σημερινά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, ανάμεσά τους και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, είχαν αποκτήσει το προσωνύμιο «κορμοράνοι». Αφορμή ήταν η προσφυγή πολιτών ενάντια στα σχέδια για γήπεδο του ΠΑΟ και το Mall του Βωβού στην περιοχή του Βοτανικού, όπου ένα από τα επιχειρήματα ήταν ότι σε κάποιο από τα ρέματα της περιοχής – όντως... – φώλιαζαν κορμοράνοι.

Η αλήθεια είναι τότε τέτοιες κινήσεις ήθελαν ένα ορισμένο θάρρος, καθώς σήμαιναν σύγκρουση όχι μόνο με ισχυρούς ποδοσφαιρικούς παράγοντες και φιλόδοξους εργολάβους, που μπορούσαν ακόμη τους εργαζομένους του εργοταξίου να κατεβάσουν σε διαδήλωση, αλλά και με τον κόσμο των οπαδών. Παρ’ όλα αυτά επέμειναν και όντως η περιοχή του Βοτανικού απέφυγε την παραπέρα υποβάθμιση.

Τέτοιο θάρρος και αποφασιστικότητα είχαν δείξει και σε άλλες μάχες. Όπως όταν έτρεχαν στις παραλίες της Αττικής και έκοβαν συρματοπλέγματα για να μπορεί ο κόσμος να φτάσει χωρίς εμπόδια και εισιτήρια στις παραλίες, ή όταν κινητοποιούνταν απέναντι στην τρομοκρατία και της αστυνομίας και της εταιρίες στα δάση της Χαλκιδικής ενάντια στην εξόρυξη χρυσού.

Άλλωστε, εάν απέκτησε κύρος σε ένα κομμάτι της κοινωνίας αυτός ο χώρος και έφτιαξε την εικόνα ότι είναι κάτι το διαφορετικό από τα υπόλοιπα «συστημικά» κόμματα ήταν επειδή είχε τέτοιες πρακτικές. Αρκετοί άνθρωποι στήριξαν το ΣΥΡΙΖΑ, όχι τόσο για το πρόγραμμά του (που συχνά δεν ξέφευγε από το επίπεδο της έκθεσης ιδεών) ούτε για την ικανότητα να του φέρει την «ανατροπή» που επαγγελόταν, αλλά επειδή έδειχνε ότι σε κάποια ζητήματα τραβούσε διαχωριστική γραμμή και συγκρουόταν.

Όμως, τα χρόνια πέρασαν και πλέον οι κορμοράνοι αρχίζουν και μοιάζουν με μεσίτες. Αρκεί να σκεφτούμε ότι έτσι που το πάνε στο τέλος θα αναδειχτούν ως η κυβέρνηση που έκανε τις περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις τις τελευταίες δεκαετίες. Πούλησαν τα περιφερειακά αεροδρόμια (αυτά για τα οποία ζητά πίσω 70 εκατομμύρια η FRAPORT γιατί λέει βρήκε πολλές σπασμένες λάμπες), τον ΟΣΕ, τμήμα του ηλεκτρικού δικτύου και έρχονται και άλλα.

Δείτε για παράδειγμα αυτό που γίνεται με το Ελληνικό. Κάποτε ο ΣΥΡΙΖΑ πρωτοστατούσε στο αίτημα να γίνει μητροπολιτικό πάρκο και κατακεραύνωνε (ορθώς) τις μνημονιακές κυβερνήσεις που αναίρεσαν τις δεσμεύσεις που είχαν αναλάβει έναντι των κατοίκων της περιοχής και αποφάσισαν να το παραχωρήσουν προς εκμετάλλευση στην εταιρία Lamda Development, συμφερόντων του ομίλου Λάτση, που θέλει να φτιάξει εκεί ένα μίνι Ντουμπάι. Όταν, όμως, ήρθε στην εξουσία ο ΣΥΡΙΖΑ και μπήκε στην ιστορία των Μνημονίων, όχι μόνο αποδέχτηκε την προηγούμενη αρχική συμφωνία αλλά αποφάσισε να την προχωρήσει με κάθε κόστος.

Με πρωταγωνιστή τον αρμόδιο υπουργό, Αλέκο Φλαμπουράρη, που έχει την επίσημη ανάθεση από τον πρωθυπουργό να κάνει χαρούμενους τους επενδυτές. Και αυτός ως καλός μεσίτης (άλλωστε, ως παλιός εργολάβος ξέρει από αυτά) δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να προσπαθεί να δώσει στον πελάτη γωνιακό οικόπεδο, σε καλή τιμή και πρωτίστως «απαλλαγμένο υποχρέωσεων». Ακόμη και εάν αυτό σημαίνει ότι δεν θα τηρηθεί ακριβώς η νομιμότητα, είτε ως προς τα αρχαιολογικά, είτε ως προς τα περιβαλλοντικά. Σιγά τα πράγματα, θα πει κάποιος, εδώ δεκαετίες τώρα ονομάσαμε οικιστικό σχεδιασμό την εκ των υστέρων νομιμοποίηση αυθαιρέτων, εδώ θα κολλήσουμε;

Μόνο που οι υπουργοί, γενικά, δεν είναι ούτε μεσίτες ούτε εργολάβοι. Άλλωστε, αυτοί σε τελική ανάλυση έβγαζαν και κάτι παραπάνω από τέτοιες συμπεριφορές. Ο υπουργός, όμως, ακόμη και εάν έχει πολιτική επιλογή να φέρει «επενδύσεις», πρέπει να μην ξεχνά ότι ο ρόλος του είναι να θυμίζει και στους επενδυτές τη νομιμότητα και τη διαδικασία. Να μην τάζει πράγματα που την παραβιάζουν, ώστε μετά να του ζητούν και τα ρέστα όταν εκ των πραγμάτων (ή εκ των αποφάσεων του ΣτΕ...) θα αναγκάζονται να την τηρούν. Γιατί αυτό είναι που διακρίνει (ή θα έπρεπε να διακρίνει...) τον υπουργό και τον πολιτικό από τον μεσίτη, τον εργολάβο ή τον λομπίστα.

Γιατί αυτό που απωθεί τον ψηφοφόρο και θα ακυρώσει το όποιο αφήγημα πάει να στήσει ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν είναι το ότι δεν τήρησαν όλες τις υποσχέσεις τους. Ούτε το ότι δεν οδήγησαν την Ελλάδα εκτός Μνημονίων. Γιατί μπορεί και ο καθένας να σταθμίσει εάν και πώς αυτά θα ήταν εφικτά. Αυτό που απωθεί είναι η εικόνα όχι της δυσκολίας ή του συμβιβασμού, αλλά της μετάλλαξης. Το να γίνονται ίδιοι με τους άλλους. Το να γίνονται οι «κορμοράνοι» μεσίτες...