avatar

Στον αέρα
Νίκη Λυμπεράκη

Από την "πράσινη" στην πολεµική Ευρώπη το µοντέλο Ντράγκι

Άρθρο γνώμης

Εισηγείται τη στροφή στην αµυντική βιοµηχανία - Αυτό συµφέρει τέσσερις ουσιαστικά χώρες: Γερµανία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία

montelo-ntragki
Πριν από περίπου πέντε χρόνια ήταν απολύτως αποδεκτή η µονοµέρεια της µετάβασης στην «πράσινη» Ευρώπη. Με σκεπτικό που βασιζόταν στην απειλή της κλιµατικής αλλαγής και µια πολυεπίπεδη προβολή µιας δεσπόζουσας παραµετροποίησης, που «έντυσε» ιδεολογικά και θεωρητικά, σε κάποιον βαθµό και επιστηµονικά, την επικεντρωµένη ευρωπαϊκή χρηµατοδότηση σε αυτή και µόνον την κατεύθυνση, τον πόλεµο του άνθρακα και τη µείωση του CO2.

Παρά το γεγονός ότι η επιβάρυνση στην παγκόσµια ρύπανση από την Ευρώπη στο σύνολό της δεν ξεπερνούσε το 10%, σε αντίθεση, για παράδειγµα, µε την Κίνα που έφθανε στο 40%, ή και άλλων δυνάµεων της Ασίας, µε τις ΗΠΑ ή τον παγκόσµιο Νότο, η Ευρώπη έχτισε στην Ολλανδία ένα εταιρικό χρηµατιστήριο ρύπων και σε κεντρικό επίπεδο αποφάσισε να ξοδέψει δισ. ευρώ σε αυτή την κατεύθυνση. Στόχος η µείωση της ρύπανσης στο 4% και ουσιαστικά ένα διεθνές χρηµατοοικονοµικό παίγνιο τρισ. µε αγοραπωλησίες ρύπων.

Οι ελίτ του γκρουπ ουσιαστικά αποφάσισαν και επένδυσαν ισχυρά σε µια σπουδαία αναδιάρθρωση κονδυλίων και προτεραιοτήτων στη βάση της «πράσινης» µετάβασης -σε αντίθεση µε τις ΗΠΑ που πόνταραν στις τεχνολογίες και χρηµατιστηριακά-, για να στηρίξουν τις πωλήσεις των αυτοκινητοβιοµηχανιών τους µε τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, το προφίλ της προµήθειας ενέργειας από τρίτους αλλά και µια ολόκληρη νέα βιοµηχανία στη βάση των Ανανεώσιµων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ). Το µοντέλο τα πρώτα χρόνια δούλεψε καλύτερα στην ανάσχεση των διεθνών κρίσεων του χρηµατοοικονοµικού καπιταλισµού της παγκοσµιοποίησης και του G7, αλλά στη διαδροµή παρουσιάσθηκαν προβλήµατα.

Για παράδειγµα, πριν από δύο χρόνια η «αριστοκρατία» της ευρωπαϊκής βιοµηχανίας, στενά συνδεδεµένη µε την Κίνα, άρχισε να αντιλαµβάνεται ότι τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα είχαν ζητήµατα µε τα ακριβά ανταλλακτικά τους και ειδικά µε την αντικατάσταση της µπαταρίας τους. ∆εν είχαν τον ρυθµό των πωλήσεων που είχε προβλεφθεί. Τα δίκτυα εφοδιασµού µε ηλεκτρικό ρεύµα δεν αναπτύσσονταν τόσο γοργά ώστε να στηριχθεί το άλµα της αντικατάστασης των αυτοκινήτων βενζίνης ή ντίζελ µε τον κινητήρα κλειστού τύπου. Τα ορυχεία λιθίου δεν επαρκούσαν.

Το χειρότερο, η Ρωσία του Βλαντίµιρ Πούτιν αποφάσισε το αδιανόητο. Να εισβάλει στρατιωτικά στην Ουκρανία. Με τον τρόπο αυτό δεν ανέτρεψε µόνον τα δεδικασµένα από τον Β΄ Παγκόσµιο Πόλεµο, αλλά εξαιτίας των κυρώσεων που ενθάρρυναν επιθετικά οι ΗΠΑ σε βάρος της Ρωσίας διερράγη ο άξονας της γερµανικής ηγεµονίας στην Ευρώπη, που βασιζόταν στο ενεργειακό πλεονέκτηµα της σχέσης Βερολίνου - Μόσχας, σε συνδυασµό µε την «πράσινη» διέξοδο που ήταν το αντιστάθµισµα προς τα συµφέροντα των Γάλλων.

Η Ελλάδα σε αυτό το παζλ, που στα τέλη της προηγούµενης δεκαετίας έδειχνε επαρκώς ασφαλές για να ποντάρει τη µετα-µνηµονιακή της πορεία, έχει στη βάση της συστηµικής ανάλυσης µονοµερώς δραστηριοποιηθεί στην «πράσινη» µετάβαση, χωρίς µάλιστα επενδύσεις σε υποδοµές δικτύου, µε αποτέλεσµα η ενέργεια να παραµένει εξόχως ακριβή για οικιακούς καταναλωτές και επιχειρήσεις. Σήµερα, πλέον, αν παρακολουθήσουµε το προσχέδιο της µελέτης του χαρισµατικού πρώην επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, για την επόµενη φάση στην Ευρώπη, αφήνει την «πράσινη» µετάβαση ως µοναδική προτεραιότητα και εισηγείται τη στροφή στην πολεµική βιοµηχανία.

Αυτό συµφέρει τέσσερις ουσιαστικά χώρες: Γερµανία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία. Ο Ιταλός αριστοκράτης όµως δεν µένει σε αυτό. Προτείνει εκτός από την αναδιάταξη των κονδυλίων σφιχτή ευρωπαϊκή πολιτική από το διευθυντήριο για την προµήθεια όπλων και την παραγωγή ευρωπαϊκών όπλων, µε συγχωνεύσεις κεντρικών βιοµηχανικών οµίλων, «ευρωπαϊκή προτίµηση» έναντι των ΗΠΑ (διπολισµός, δηλαδή, εντός της ∆ύσης) και τη συγκρότηση κεντρικής Αρχής για την προµήθεια εξοπλισµών, που στη συνέχεια θα έχουν πρόσβαση (α λα καρτ) τα κράτη-µέλη και οι κυβερνήσεις τους ως καταναλωτές των προϊόντων του ευρωπαϊκού καρτέλ. Η Ελλάδα είναι απολύτως απροετοίµαστη για κάτι τέτοιο και θα έχει πολύ δραµατικές επιπτώσεις επί των συµφερόντων της.


*Δημοσιεύτηκε στην «Απογευματινή»