Ο Αίσωπος σε ένα μύθο του ανέφερε ότι έκαστος άνθρωπος δύο πήρας φέρει. Μίαν έμπροσθεν και μίαν όπισθεν. Και κατέληγε ότι μπορεί και βλέπει το περιεχόμενο της πήρας που κουβαλάει μπροστά του, αλλά δεν μπορεί να δει το περιεχόμενο αυτής που έχει στην πλάτη του. Ο μύθος είναι διδακτικός, όχι μόνο στη ζωή γενικά, αλλά ιδιαίτερα στην πολιτική.

Για παράδειγμα, είναι συχνό το φαινόμενο να ξεχνάνε κάποιοι που έχουν λ.χ. κυβερνήσει το πώς κυβέρνησαν και τι παρέλειψαν να κάνουν. Αυτό θα ήταν χρήσιμο όταν βρίσκονται σε άλλη όχθη της πολιτικής, μακριά από την εξουσία, ώστε να μην αρχίσουν να κατηγορούν αυτούς που τους αντικατέστησαν σε αυτήν, με επιχειρήματα μάλιστα που συνιστούν δικές τους ελλείψεις, «όταν βασίλευαν». Πιο πρόσφατο παράδειγμα μιας τέτοιας τακτικής είναι η περίπτωση του δυστυχήματος των Τεμπών. Κατ’ αρχάς ισχύουν τα παραπάνω γι’ αυτούς που μοιράζουν κατηγορίες και καταγγελίες πριν καν αποφανθεί η Δικαιοσύνη, στην οποία, υποκριτικώς πάντως, λένε ότι έχουν εμπιστοσύνη. Είναι γεμάτη η πείρα που έχουν στην πλάτη από παραλείψεις, λάθη και σκοπιμότητες τα δύο κόμματα που έπονται του κυβερνώντος.

Στο ένα μάλιστα εξ αυτών μέχρι και ανεκδοτολογικού χαρακτήρα ιστορίες έχουν γραφεί, ακόμη και από δικά του μέλη! Γι’ αυτό άλλωστε ο λαός το έθεσε στο περιθώριο. Το δεύτερο και χειρότερο που μπορεί να παρατηρήσει κανείς είναι ότι στο όνομα μιας αντιπολιτευτικής γραμμής συντελείται μια καπηλεία της δυστυχίας των οικογενειών των θυμάτων, σε σημείο μάλιστα που όσα διατυπώνουν δεν έχουν τολμήσει να αναφέρουν ούτε οι απολύτως δικαιολογημένοι σε αγανάκτηση, θυμό και άφατη λύπη οικείοι όσων χάθηκαν. Είναι δε απορίας άξιο πώς στο πλαίσιο της καπηλείας αυτής κάποιοι δεν φρόντισαν, για να είναι ολοκληρωμένο το πακέτο, να έχουν ιδρύσει και γραφεία τελετών. Και δεν φτάνει αυτό. Η καπηλεία συνοδεύεται από έναν διασυρμό της χώρας στο εξωτερικό, αν μάλιστα σκεφτεί κανείς ότι ορισμένοι -όνομα και μη χωριό-, παριστάνοντας τους εισαγγελείς θέλουν να… ποδηγετήσουν εκπροσώπους άλλων χωρών στο Ευρωκοινοβούλιο για να καταφερθούν κατά της χώρας μας.

Και καμαρώνουν γι’ αυτό. Όσοι έχουμε ζήσει πολιτικά συστήματα παλαιοτέρων εποχών δεν είναι δυνατόν να μην εντοπίσουμε μία ποιοτική πενία, ειδικώς σε παρατάξεις που έχουν αναδείξει τον λαϊκισμό σε πολιτικό προσόν. Πάντοτε υπήρχαν σκληρές αντιπαραθέσεις, οι οποίες όμως διατηρούσαν κάποιο επίπεδο. Και κανείς δημοσιογράφος -για να αναφέρουμε ένα παράδειγμα σε σχέση με τον επιχειρούμενο σήμερα διασυρμό της χώρας στο εξωτερικό- δεν διανοήθηκε να ρωτήσει έναν πρωθυπουργό τον οποίο ακολουθούσε στην αλλοδαπή με δημοσιογραφική αποστολή, για ζήτημα εσωτερικής επικαιρότητας που ενδεχομένως να αναδείκνυε ζήτημα που θα εξέθετε τη χώρα. Άλλες εποχές, άλλα ήθη και άλλη η αντίληψη περί πολιτικής. Κατάντια; Μάλλον…