ΤΟ ΑΠΟΦΕΥΓΩ πάντα. Να διαβάζω σχόλια κάτω από κείμενα. Με προειδοποιεί το στομάχι μου μ’ ένα γερό ανακάτεμα, αδιάψευστος κριτής που, κατά έναν περίεργο τρόπο, με έδιωχνε πάντα μακριά από ανθρώπους, καταστάσεις και απόψεις που δεν μπορούσε να σηκώσει. Τώρα τελευταία, δεν ξέρω πώς, την πάτησα και είπα να ρίξω μια ματιά μπας κι οι άνθρωποι έχουν καλοσυνέψει - μέρες που είναι. Μήπως τα πάθη των άλλων αρκούν για να αναστήσουν τα σταυρωμένα από τη χολή χείλη τους. Και να σκάσουν ένα χαμόγελο, μια καλή κουβέντα, ένα «λυπάμαι, ρε αδελφέ».

ΤΑ ΠΡΩΤΑ σχόλια ήταν για μια γυναίκα που, έπειτα από μία αποτυχημένη επέμβαση στα χείλη, το πρόσωπό της παραμορφώθηκε για πάντα. «Ουστ, μωρή μούμια. Πάπια, μπάζο, πλαστικοποιημένο υβρίδιο γυναίκας». Τα δεύτερα, για ένα μωρό που χάθηκε στον δεύτερο μήνα της κύησης. «Ευτυχώς που δεν γεννήθηκε! Και οι δύο γονείς του είναι ασθενείς με άλυτα ψυχολογικά προβλήματα. Τυχερό ήταν το παιδάκι…» Δεν έχουν σημασία τα ονόματα των πρωταγωνιστών. Οι κομπάρσοι του μίσους είναι που συγκλονίζουν. Αυτά τα όντα -δεν παίζει να είναι άνθρωποι- που διακωμωδούν τραγωδίες, κρίνουν ως αλάθητοι και άμεμπτοι, ειρωνεύονται, κατακρεουργούν και εξευτελίζουν, θεωρώντας πως στην πραγματικότητα κάποιος περισσεύει, κάποιος κακώς κάνει και υπάρχει, κάποιος πρέπει να εξαφανιστεί. Ο λόγος, αδιάφορος, το μίσος είναι που μετρά. Μίσος αβυσσαλέο, κρυμμένο πίσω από ψευδώνυμα να τρέχει με τέτοια ταχύτητα και σε τόση ποικιλία που να αναρωτιέσαι «πόσοι υπάρχουν; Πού υπάρχουν; Πώς διάολο υπάρχουν; Και κυρίως, πώς γίνεται να εξαφανιστούν;». Αναπόλησα την προ ίντερνετ εποχή.

ΕΚΕΙΝΕΣ τις χρυσές εποχές των ’90s, που το αμάρτημά μας ήταν να ξεφυλλίζουμε υπερβολές, χλιδές και ασωτίες. Ναι. Ξεπεράσαμε το μέτρο, ξεσαλώσαμε, χαλάσαμε περισσότερα από όσα είχαμε, αλλά ποτέ δεν καταραστήκαμε κάποιον να ψοφήσει, κανέναν δεν κατακρεουργήσαμε λεκτικά, δεν ευχηθήκαμε χολέρες και καρκίνους, δεν υπήρχε αυτή η σκέψη ούτε ως ιδέα, δεν έπαιζε αυτό το έργο ούτε στην πιο φτηνή επιθεώρηση. Τα τρολ της εποχής μας ήταν κάτι βλαμμένοι που σήκωναν το σταθερό, χτυπούσαν τυχαίους αριθμούς, έβριζαν τον άγνωστο συνομιλητή, χαχάνιζαν με το επίτευγμά τους κι ύστερα αφηγούνταν στην παρέα τα κατορθώματά τους - με τα οποία και πάλι μόνοι τους γελούσαν. Λες οι σημερινοί μισάνθρωποι να είναι εκείνοι οι βλάκες που μεγάλωσαν;

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Απογευματινή στις 13 Απριλίου 2023