Με μια μεγαλειώδη τελετή, ο Ερντογάν στέφθηκε «σουλτάνος», αλλά, τώρα που οι εκλογές τελείωσαν με νίκη του, τα δύσκολα είναι μπροστά του. Όχι, βεβαίως, από πολιτικής απόψεως, αφού σε αυτό το επίπεδο τα χαρτιά είναι στα χέρια του. Στο οικονομικό επίπεδο, όμως, τα πράγματα είναι από δύσκολα έως ασφυκτικά. Η τουρκική οικονομία διατηρεί σχετικά υψηλό ρυθμό ανάπτυξης, αλλά ο υπερπληθωρισμός ροκανίζει τα εισοδήματα των μικρομεσαίων και δημιουργεί οξύτατα δημοσιονομικά προβλήματα. Κοντολογίς, η Τουρκία έχει ανάγκη από μεγάλες ενέσεις για να κρατηθεί σε κάποια ισορροπία. Οι πηγές από τις οποίες μπορεί να εξασφαλίσει κεφάλαια, όμως, είναι λίγες. Το δυτικό χρηματοπιστωτικό σύστημα έχει μεν τη δυνατότητα, αλλά είναι μάλλον απίθανο να δανείσει το καθεστώς του Ερντογάν χωρίς αυτό να προσφύγει στο ΔΝΤ. Ο «σουλτάνος», όμως, έχει αποκλείσει αυτή την επιλογή, επειδή έχει συνείδηση πως οι όροι δεν είναι απλώς αντιλαϊκοί, αλλά και θα τινάξουν στον αέρα την αναπτυξιακή του πολιτική, δεδομένου πως για να κάμψει τον υπερπληθωρισμό το ΔΝΤ θα απαιτήσει πολύ υψηλά επιτόκια.

Η τοποθέτηση του Μεχμέτ Σιμσέκ στη θέση του υπουργού Οικονομικών και ειδικότερα οι δηλώσεις του ότι η τουρκική οικονομική πολιτική θα επιστρέψει στον ορθολογισμό τροφοδότησαν δυτικές προσδοκίες πως ο Ερντογάν υποχρεώνεται από τα πράγματα να στραφεί προς τη Δύση, βάζοντας νερό στο κρασί του. Όσοι διάβασαν έτσι την κατάσταση δεν είναι αυθαίρετοι. Το οικονομικό πρόβλημα υπάρχει, όπως υπάρχουν και οι δηλώσεις Σιμσέκ. Υπάρχουν ωστόσο και αντενδείξεις. Η σημαντικότερη είναι όσα είπε ο ίδιος ο Ερντογάν. Τίποτα από αυτά δεν σηματοδοτεί ανατροπή της οικονομικής του πολιτικής, των Erdoganomics. Η μέχρι τώρα πορεία του δείχνει πως ο «σουλτάνος» δεν πρόκειται να αυτοακυρωθεί συνολικά για να λύσει το οικονομικό πρόβλημα. Τότε τι νόημα έχουν ο διορισμός και οι δηλώσεις Σιμσέκ; Μία εξήγηση είναι ότι ο Ερντογάν επέλεξε για υπουργό έναν άνθρωπο που χαίρει εκτιμήσεως και διαθέτει ερείσματα στο δυτικό χρηματοπιστωτικό σύστημα για να εκμεταλλευτεί το καλό του όνομα, με σκοπό να αντλήσει όσο μπορεί περισσότερα. Δεν θα είναι, άλλωστε, η πρώτη φορά που χρησιμοποιεί αυτό το τέχνασμα. Το έχει κάνει και μερικά χρόνια πριν.

Για τον Ερντογάν, εξάλλου, το πρόβλημα δεν είναι στενά οικονομικό. Έχει συνείδηση πως η Δύση θα στηρίξει την τουρκική οικονομία υπό την αυστηρή προϋπόθεση ότι η Τουρκία θα επιστρέψει πλήρως στο «δυτικό μαντρί», με όλα όσα αυτό συνεπάγεται και για την Τουρκία και για τον ίδιο. Ο «σουλτάνος» είναι πεπεισμένος πως οι Αμερικανοί τον έχουν προγράψει και πως εάν τον βάλουν στο χέρι θα ανασυστήσουν τα δυτικά δίκτυα επιρροής που από το 2012 και ειδικά από το 2016 ο Ερντογάν με συστηματικό τρόπο ξήλωσε. Εάν αυτή η εκτίμηση είναι σωστή, το πιθανότερο είναι ο Τούρκος πρόεδρος να εξαντλήσει όλες τις δυνατότητες για να αντλήσει κεφάλαια από χώρες με τις οποίες διατηρεί ή έχει αποκαταστήσει προνομιακές σχέσεις (Κατάρ, Αζερμπαϊτζάν και προσφάτως Εμιράτα και Σαουδική Αραβία). Το έχει πει άλλωστε. Στο μυαλό του οικονομία και γεωπολιτική είναι στενά συνδεδεμένες. Κι αν αυτά δεν φτάνουν, είναι πιθανότερο να απευθυνθεί στην Κίνα παρά στη Δύση…

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 7/6