Είναι ολοφάνερο ότι η λέξη «γεωπολιτική» έχει βαρύνουσα σημασία σήμερα, αλλά και διφυές νόημα. Σημαίνει το ενδιαφέρον, τη σημασία-σπουδαιότητα που έχει μια χώρα ή περιοχή στο πλαίσιο της διεθνούς πολιτικής και της αναμέτρησης ισχύος μεταξύ των εθνών. Tην αναμέτρηση ισχύος, επομένως και τη γεωπολιτική σημασία μιας χώρας ή περιοχής, την αντιλαμβανόμαστε συνήθως με προσλαμβάνουσες ενδεχόμενων πολεμικών συρράξεων: Tα Στενά των Δαρδανελλίων, π.χ., προσφέρονται για εύκολο και αποτελεσματικό έλεγχο από ξηράς της πρόσβασης στη Mεσόγειο πλοίων από τη Mαύρη Θάλασσα. Και η Αλεξανδρούπολη, π.χ., θεωρείται η νοητή γραμμή που θα «σκανάρει» όποιο ρωσικό πλοίο βγαίνει από τα Στενά του Βοσπόρου.

Στην Αλεξανδρούπολη, ήδη η δεύτερη αμερικανική βάση στη χώρα μας μετά τη Σούδα, και τη στρατηγική θέση της για τον έλεγχο των Στενών του Βοσπόρου επενδύουν οι ΗΠΑ στη φρενήρη κούρσα με τη Ρωσία γεωπολιτικής επιρροής στα Βαλκάνια και στην ευρύτερη περιοχή. Η ακριτική πόλη της Θράκης αποτελεί το ελληνικό καθοριστικό «παρατηρητήριο» των Στενών... Το «μάτι» της Αλεξανδρούπολης βλέπει τον Βόσπορο μέχρι τα βάθη του! «Οποιος την κατέχει όχι μόνο ασκεί έλεγχο επί των Στενών, αλλά διαθέτει και χρονικό πλεονέκτημα ανάληψης δράσης, εάν απαιτηθεί», επισημαίνουν στρατιωτικοί αναλυτές.

Η Αγκυρα φοβάται ότι η Ουάσινγκτον επιδιώκει την αναθεώρηση της διεθνούς Συνθήκης του Μοντρέ του 1936, που ρυθμίζει την πρόσβαση της κάθε χώρας στη Μαύρη Θάλασσα

Σε μια ανατροπή των γεωπολιτικών δεδομένων των τελευταίων αιώνων, αντί η Ρωσία να διαγκωνίζεται με την Τουρκία για τον έλεγχο της Μαύρης Θάλασσας, οι δύο χώρες συνασπίστηκαν, για να κρατήσουν έξω τους Αμερικανούς. Η Αγκυρα φοβάται ότι οι ΗΠΑ επιδιώκουν την αναθεώρηση της διεθνούς Συνθήκης του Μοντρέ του 1936, που ρυθμίζει την πρόσβαση της κάθε χώρας στη Μαύρη Θάλασσα. Η εν λόγω συνθήκη αναθέτει στην Τουρκία τον έλεγχο των Στενών του Βοσπόρου, της Θάλασσας του Μαρμαρά και των Δαρδανελλίων, καθώς και τη δικαιοδοσία της ρύθμισης του διάπλου των πολεμικών σκαφών και τη στρατιωτική δραστηριότητα στην περιοχή. Τη συνθήκη έχουν υπογράψει τα κράτη της Μαύρης Θάλασσας (Βουλγαρία, Ρουμανία, Σοβιετική Ενωση, Τουρκία), Αυστραλία, Γαλλία, Ιταλία, Αγγλία, Γιουγκοσλαβία και Ελλάδα. Με εντυπωσιάζει το γεγονός ότι η ελίτ των διεθνολόγων της Τουρκίας έχει εντάξει στις διεθνείς μεγάλες εστίες κρίσης τη Μαύρη Θάλασσα από το 2014, όταν η Ρωσία προσάρτησε τη χερσόνησο της Κριμαίας. Εν μία νυκτί, ο πρόεδρος Πούτιν «πήρε πίσω» από τους Ουκρανούς τη στρατηγικής σημασίας χερσόνησο, που είχε χαρίσει στην Ουκρανία το 1954 ο τότε Σοβιετικός ηγέτης, Νικίτα Χρουστσόφ. Εδώ και πέντε χρόνια το Κρεμλίνο μετατρέπει την Κριμαία σε «αεροπλανοφόρο» απέναντι στη ΝΑΤΟϊκή συμμαχία. Υπολογίζεται ότι περίπου 28.000 Ρώσοι στρατιώτες βρίσκονται ήδη σταθμευμένοι στην Κριμαία. Παράλληλα, η Μόσχα σχεδόν διπλασίασε τον αμυντικό προϋπολογισμό για τη Μαύρη Θάλασσα την τελευταία δεκαετία. Πλέον, και στο ζήτημα αυτό -εκτός των S-400- η Τουρκία του Ερντογάν θεωρείται η αχίλλειος πτέρνα του ΝΑΤΟ. Η Αλεξανδρούπολη, επίσης, φαίνεται να αναδεικνύεται στη βασική πύλη μεταφοράς των διατλαντικών δυνάμεων που συμμετέχουν σε σειρά στρατιωτικών ασκήσεων στη συνοριογραμμή της Ρωσίας. Ηδη το πρώτο «κύμα» της «απόβασης» των περίπου έξι χιλιάδων Αμερικανών στρατιωτών, που θα ξεδιπλωθούν μέχρι τον Αύγουστο στον χώρο από τη Βαλκανική Χερσόνησο έως τη Βαλτική Θάλασσα, έγινε πριν από λίγες ημέρες στην Αλεξανδρούπολη, στο πλαίσιο της διασυμμαχικής άσκησης του ΝΑΤΟ «Atlantic Resolve», στην οποία συμμετείχαν εκατοντάδες τεθωρακισμένα οχήματα των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, με την Τουρκία να κάνει λόγο για «προκλητική κίνηση». Πρόκειται για την πρώτη φάση των επιχειρήσεων υπό τον τίτλο «Defender Europe 2021», με έναν σχεδιασμό που εμφανώς εντάσσεται σε ένα νέο ψυχροπολεμικό σενάριο «ανάσχεσης» της Ρωσίας. Η ελληνική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία αντιλαμβάνεται τις εξελίξεις αυτές ως δείγμα στρατηγικής αναβάθμισης, αλλά και «κατοχύρωσης» της Δυτικής Θράκης απέναντι στις όποιες τουρκικές επιδιώξεις, καθώς οι ΗΠΑ παρακάμπτουν την «ασταθή» Τουρκία, αποδυναμώνοντας συγκυριακά τη γεωστρατηγική εξάρτησή τους από αυτήν. Ομως, σε μια δεύτερη ανάγνωση, οι γεωπολιτικές αυτές εξελίξεις κρίνονται επιπόλαια με όρους ασφάλειας, αλλά και γεωστρατηγικής μονομέρειας.