Η επέτειος των 200 χρόνων είναι μια μεγάλη ευκαιρία να ξαναδιαβάσουμε την Ιστορία ως έναν πραγματικό Υμνο στην Ελευθερία. Ιδιαίτερα σε περιόδους που η Ιστορία «τρέχει» όπως τώρα και είναι σκοτεινή από τα επεκτατικά σχέδια της Τουρκίας. Ωστόσο, ελπίζαμε ότι η ακαδημαϊκή «μόδα» που χαρακτηρίζει την Επανάσταση του ‘21 «φιλελεύθερη» και όχι εθνικοαπελευθερωτική δεν θα αμαυρώσει την επέτειο. Κάναμε λάθος. Μια «μόδα» που έχει διαχυθεί στο σύστημα της εξουσίας από τους εκφραστές της νέας φουρνιάς του (νεο)φιλελεύθερου εθνομηδενισμού. Πρόκειται, κυρίως, για τους Αριστείδη Χατζή και Στάθη Καλύβα και ορισμένους άλλους, που έχουν «μολύνει» με το αφήγημα της λεγόμενης «φιλελεύθερης» σκέψης, γενικότερα, το πολιτικό σύστημα. Κυρίως, όμως, είναι επικίνδυνοι, καθώς εντάσσονται σε μια ευρύτερη προσπάθεια κάποιων κύκλων να υποκαταστήσουν τον μέχρι σήμερα αριστερόστροφο εθνομηδενισμό των Λιάκου, Κουλούρη, Ρεπούση κ.ά.

Η εθνεγερσία του ‘21 έχει ιστορία δύο αιώνων. Είναι η τελευταία φάση μιας πορείας πλέον των 2.500 χρόνων. Ηταν πρωτίστως μια πατριωτική εξέγερση εναντίον των Οθωμανών και μια ακραία ανυπακοή προς την τότε ισχύουσα ευρωπαϊκή τάξη. Ταυτόχρονα, όμως, ήταν μια ανατροπή εκ βάθρων του τρόπου διά του οποίου το έθνος των Ελλήνων δεν επιβίωσε απλώς, αλλά διεδραμάτισε ρόλο σημαντικότατο στο πλαίσιο πολυεθνών και πολυπολιτισμικών αυτοκρατοριών, επί αιώνες.

Η Επανάσταση είχε ως στόχο τη δημιουργία κράτους χριστιανικού και εθνικώς ομοιογενούς, που ολοκληρώθηκε με την ένταξη των Δωδεκανήσων στον εθνικό κορμό μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ωστόσο, τίποτε από αυτά δεν θα συνέβαινε εάν δεν υπήρχαν οι ήρωες του ‘21 – τραχείς, θεληματικοί, πανούργοι, ενίοτε δολοπλόκοι, έμπλεοι όμως πάντα πατριωτισμού.

Για τους Ελληνορθοδόξους της καθ’ ημάς Ανατολής, η Θεοτόκος Μαρία υπήρξε διαχρονικώς η «υπέρμαχος στρατηγός», η καθιστώσα «το κράτος απροσμάχητο» έναντι παντός κινδύνου. Δεν έχει την παραμικρή σημασία εάν η πίστη αυτή αντέχει στη βάσανο της αριστοτελικής λογικής. Το βέβαιο είναι ότι προσέδιδε στους πιστούς επί αιώνες τη ζωτική ορμή να αντιμετωπίσουν την τουρκική απειλή.
Ας θυμηθούμε ότι στις 24 Φεβρουαρίου του 1821 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ως αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας, απευθύνει την Προκήρυξη προς τους Ελληνες, δηλαδή «το ιδεολογικό μανιφέστο της Επανάστασης», με τον τίτλο: «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος». Και ο εθνικός μας ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος (1815-1891) στη μνημειώδη Ιστορία του Ελληνικού Εθνους –ένα λογοτεχνικό αριστούργημα– επισημαίνει ότι «Το Ελληνικόν Εθνος δεν διεσώθη [...] ειμή διά της μετά του Χριστιανισμού συμμαχίας»!

Τέλος, αναρωτιέμαι για το νέο ελληνικό κράτος... Τι κράτος είναι αυτό; Ενα κράτος που ξεχνά ότι έχει λαό με ρίζες τόσο βαθιές, που δεν περιορίζονται μόνο σε όλες τις περιόδους της αρχαιότητας, αλλά φτάνουν και στο Βυζάντιο. Οι ελληνορθόδοξες ρίζες μας, τα ιδανικά μας, η αρχαία ελληνική φιλοσοφία, τα έργα των Πατέρων της Εκκλησίας μας, το δοξασμένο Βυζάντιο, η Ρωμιοσύνη, οι αγωνιστές του 1821, του 1940, της κυπριακής εποποιίας. Η γλώσσα, ο πολιτισμός, η ιστορία, η φιλοσοφία και η ιδιαίτερη παιδεία μας, όσο και αν θέλουν κάποιοι να τα αλλάξουν και άλλοι να τα εξαφανίσουν, θα είναι πάντα οι ακρογωνιαίοι λίθοι του Ελληνισμού. Και όπως έχει πει και η Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ σε συνέντευξή της: «Γιατί το Βυζάντιο είναι η ελληνική γλώσσα και η Ορθοδοξία, δηλαδή τα δύο βασικά συστατικά της ελληνοσύνης. Βέβαια, το Βυζάντιο ήταν μια πολυεθνική αυτοκρατορία, αλλά ήταν μια αυτοκρατορία ελληνόφωνη. Το ότι το Βυζάντιο ήταν ελληνόφωνο έσωσε όλον τον ελληνικό πολιτισμό». Ωστόσο, η Ελλάδα παρέμεινε απαθής στην εξελικτική πορεία της, ίσως επειδή είχε την ατυχή ιστορική συγκυρία να παλεύει μόνη της, περιστοιχιζόμενη από τους Τούρκους βαρβάρους.

Έτσι, ήταν διαρκώς ηττημένη και έκλεινε ιστορικές πληγές ανεπούλωτες, όπως της μικρασιατικής τραγωδίας. Τώρα πια, η Ελλάς δεν μας κοιτά «ευγνωμονούσα» και ένδοξη, όπως τη ζωγράφισε ο Βρυζάκης το 1858, για να θυμίζει τους αγώνες της εθνικής Επανάστασης του 1821.