Γινόµαστε µάρτυρες µιας άνευ προηγουµένου συρροής µεγάλων και µικρότερων κρίσεων. Από την πανδηµία της COVID-19, τις τεράστιες αυξήσεις στις τιµές της ενέργειας και την επιστροφή του πληθωρισµού στις ανεπτυγµένες και αναπτυσσόµενες οικονοµίες έως τις κατακερµατισµένες αλυσίδες εφοδιασµού, τον εγκληµατικό πόλεµο της Ρωσίας στην Ουκρανία και την κλιµατική αλλαγή (µε ή χωρίς εισαγωγικά), πολλές από αυτές τις κρίσεις είναι σηµάδια όχι µόνο παρακµής, αλλά και της γέννησης µιας νέας παγκόσµιας τάξης πραγµάτων.

Τη στιγµή που εξαφανίζονται τα αποµεινάρια της διπολικής τάξης πραγµάτων του 20ού αιώνα, µια νέα παγκόσµια πενταρχία έρχεται στο προσκήνιο. Οι Ηνωµένες Πολιτείες και η Κίνα -οι δύο στρατιωτικές, τεχνολογικές και οικονοµικές υπερδυνάµεις αυτού του αιώνα- θα είναι οι κυρίαρχοι παίκτες, αλλά η Ευρώπη, η Ιαπωνία και η Ινδία θα ασκούν σηµαντική επιρροή σε µεγάλες περιοχές του πλανήτη.

Ενα µεγάλο ερώτηµα αιωρείται πάνω από τη Ρωσία, επειδή η µελλοντική της θέση, οι δυνατότητες και η στρατηγική που θα έχει στο µέλλον θα εξαρτηθούν από την έκβαση του απερίσκεπτου επιθετικού της πολέµου. Υπό τον πρόεδρο Βλαντιµίρ Πούτιν, η Ρωσία έχει προσκολληθεί απεγνωσµένα στο παρελθόν, επιδιώκοντας να αναπαραγάγει τον 20ό ή ακόµα και τα τέλη του 19ου αιώνα. Αλλά, µε την καταστροφικά πλανηµένη προσπάθειά της να καταστρέψει την Ουκρανία, τελικά αυτοκαταστρέφεται η ίδια.

Η ρωσική στρατιωτική ήττα στην Ουκρανία αποτελεί ήδη βεβαιότητα - το ζήτηµα είναι µόνο πότε, όχι εάν θα ηττηθεί. Ωστόσο, είναι ακόµη πολύ νωρίς για να προβλέψουµε τις πιθανές συνέπειες. Θα επιβιώσει το καθεστώς του Πούτιν ή η ήττα της Ρωσίας θα οδηγήσει σε µια άλλη φάση εσωτερικής παρακµής και αποσύνθεσης; Μέχρι να απαντηθεί αυτό το ερώτηµα, δεν µπορούµε ακόµη να γνωρίζουµε εάν η Ρωσία θα προσπαθήσει να διατηρήσει την παλιά της αξίωση για ηγεµονία στην Ανατολική Ευρώπη και σε µεγάλο µέρος της Ευρασίας.

Εάν το Κρεµλίνο αναγκαστεί να εγκαταλείψει αυτή την αξίωση, αυτό θα σηµάνει και το τέλος της Ρωσίας ως παγκόσµιας δύναµης. Αλλά ακόµα και µια εξαθλιωµένη και ταπεινωµένη Ρωσία δεν πρόκειται να πέσει σε γεωπολιτική χειµερία νάρκη και πιθανότατα θα παραµείνει µια σηµαντική πηγή αστάθειας στη νέα παγκόσµια τάξη πραγµάτων, ειδικά στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Αλλά τώρα είναι πια σαφές ότι το τεράστιο πυρηνικό οπλοστάσιο της Ρωσίας δεν επαρκεί πλέον για να εξασφαλίσει τη γεωπολιτική της θέση στον 21ο αιώνα. Η οικονοµία της αποδυναµώνεται αποφασιστικά, καθώς ο υπόλοιπος κόσµος κινείται προς τη σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίµων - τη ραχοκοκκαλιά της ρωσικής οικονοµίας.

Και ενώ η Ρωσία εγκυµονεί νέους κινδύνους, λόγω της ευθραυστότητας και της παρακµής της, η Κίνα θα το κάνει λόγω του αυξανόµενου πλούτου και της αυξανόµενης ισχύος της. Χάρη στο τεράστιο κύµα παγκοσµιοποίησης, που ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 2000, η Κίνα κατάφερε να βγει από τη φτώχεια και να επιτύχει να διεκδικεί καθεστώς υψηλού εισοδήµατος. Και, µε την οικονοµική κρίση του 2008 να πλήττει την αξιοπιστία της ∆ύσης, η Κίνα µπόρεσε να επεκτείνει τον δικό της παγκόσµιο ηγετικό ρόλο και να παρουσιαστεί ως παγκόσµια υπερδύναµη δίπλα στις ΗΠΑ.

Ωστόσο, σε αντίθεση µε τη Σοβιετική Ενωση στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέµου, η Κίνα δεν έκανε το λάθος να επικεντρωθεί αποκλειστικά στη στρατιωτική της ισχύ. Αντίθετα, η παγκόσµια άνοδός της αντανακλά την ενσωµάτωσή της στις παγκόσµιες αγορές, που κυριαρχούνται από τις ΗΠΑ και τη ∆ύση, χρησιµεύοντας ως ο «µεγάλος πάγκος εργασίας» του κόσµου, ενώ ταυτόχρονα επένδυσε πολλά στο να ανταγωνιστεί τη ∆ύση στα τεχνολογικά και επιστηµονικά επιτεύγµατα. Ασφαλώς οι Κινέζοι δεν υστέρησαν και σε στρατιωτικές επενδύσεις, όµως δεν επέτρεψαν στις δαπάνες για την άµυνα και την ασφάλεια να παραγκωνίσουν όλα τα υπόλοιπα. Η καθοριστική διαφορά µεταξύ Κίνας και Ρωσίας σήµερα είναι ότι, σε αντίθεση µε τον Πούτιν, η κινεζική ηγεσία ζει στον 21ο αιώνα εδώ και πολύ καιρό.

Η πρόσφατη σύνοδος κορυφής της οµάδας G20 στο Μπαλί αποκάλυψε αυτή τη θεµελιώδη διαφορά προοπτικής και σκοπού. Ενώ η Ρωσία βρέθηκε διπλωµατικά αποµονωµένη, η Κίνα ήταν κεντρική σε όλες τις συζητήσεις και στη διαµόρφωση του τελικού ανακοινωθέντος. Αν και δεν έχουν υιοθετήσει τη δυτική γραµµή σχετικά µε την κρίση στην Ουκρανία, µεγάλες χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία αξιοποίησαν την περίσταση για να αποστασιοποιηθούν αισθητά από το Κρεµλίνο, καταγγέλλοντας την πολεµική του πολιτική και τις πυρηνικές απειλές του. Εάν οι κατ’ ιδίαν συνοµιλίες µεταξύ του προέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, και του Κινέζου προέδρου, Σι Τζινπίνγκ, βοηθήσουν να εκτονωθούν οι σινοαµερικανικές εντάσεις, η σύνοδος κορυφής του Μπαλί θα έχει ανοίξει τον δρόµο για την αναµόρφωση των διεθνών σχέσεων στον 21ο αιώνα.

Το αποτέλεσµα των ενδιάµεσων εκλογών στις ΗΠΑ προσφέρει ακόµα έναν λόγο ελπίδας, καθώς το πολυαναµενόµενο «κόκκινο κύµα» των Ρεπουµπλικανών δεν φάνηκε τελικά. Το Ρεπουµπλικανικό Κόµµα απέτυχε να πάρει τη Γερουσία και µετά βίας εξασφάλισε την πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Οπως και το 2018 και το 2020, ο πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραµπ κράτησε για άλλη µία φορά πίσω το κόµµα του. Οι περισσότεροι Αµερικανοί δεν επιθυµούν µια επιστροφή στις αποµονωτικές πολιτικές του.

Αυτά τα δύο γεγονότα µαζί -οι ενδιάµεσες εκλογές των ΗΠΑ και η σύνοδος κορυφής στο Μπαλί- προσφέρουν αφορµή για αισιοδοξία σε µια κατά τ’ άλλα πολύ τεταµένη στιγµή. Ωστόσο, θα χρειαστεί να σηµειωθεί πολύ µεγαλύτερη πρόοδος προς την κατεύθυνση της παγκόσµιας συνεργασίας. Σε τελική ανάλυση, οι δύο µεγαλύτερες κρίσεις της εποχής µας -ο αναχρονιστικός πόλεµος της Ρωσίας στην Ουκρανία και η κλιµατική αλλαγή (όπως και να τη δει κανείς)- µπορούν να ξεπεραστούν µόνο εάν οι µεγαλύτερες δυνάµεις του κόσµου βρουν τον τρόπο να συνεργαστούν.

*Εκποµπή στον «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» 90,1 FM µε τον συνεργάτη µου αρθρογράφο Λεωνίδα Αποσκίτη, µε θέµα την εγκαθίδρυση µιας άλλης νέας τάξης πραγµάτων.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 10 Δεκεμβρίου 2022