Ανεξήγητη αδράνεια για τον ενεργειακό μας πλούτο
Άρθρο γνώμης
Δυστυχώς, στην Ελλάδα διαπιστώνουμε ότι δεν υπάρχει εθνική συνείδηση που να εξυπηρετεί την ανάδειξή του. Στον αντίποδα, υπάρχει ένα γραφειοκρατικό περιβάλλον που καθημερινά εξυπηρετεί κατά προτεραιότητα και με άριστο τρόπο τις εισαγωγές ξένου ορυκτού πλούτου
Σήμερα η ελληνική οικονομία δεν παράγει τίποτε το πρωτοποριακό και στηρίζεται αποκλειστικά σε εισαγωγές προϊόντων πάσης φύσεως, συμπεριλαμβανομένων του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Καμιά αξιόλογη βιομηχανία αιχμής δεν υπάρχει. Χρειάστηκε να φτάσουμε στο 2022, στην ενεργειακή κρίση (ένεκα του πολέμου στην Ουκρανία και της επιβολής κυρώσεων), για να ανακοινωθεί η έναρξη των ερευνών για τα κοιτάσματα του ορυκτού μας πλούτου. Αρκεί να μην κάνει πάλι το «θαύμα» της η ελληνική γραφειοκρατία…
Το γεγονός αυτό επί της ουσίας μπορεί να επαναφέρει στην Ελλάδα τη βαριά βιομηχανία, η οποία έχει ήδη μετακομίσει σε άλλες χώρες του κόσμου. Δυστυχώς, στην Ελλάδα διαπιστώνουμε ότι δεν υπάρχει εθνική συνείδηση που να εξυπηρετεί την ανάδειξη του ντόπιου ενεργειακού πλούτου. Στον αντίποδα, υπάρχει ένα γραφειοκρατικό περιβάλλον που καθημερινά εξυπηρετεί κατά προτεραιότητα και με άριστο τρόπο τις εισαγωγές ξένου ορυκτού πλούτου. Κανείς, όμως, δεν προβάλλει συστηματικά και δημόσια ότι εισαγωγές ξένων ενεργειακών πρώτων υλών οδηγούν στη δημιουργία πλούτου και θέσεων εργασίας στη Σαουδική Αραβία, στο Κατάρ, στην Αλγερία, στο Αζερμπαϊτζάν, στην Τουρκία κ.λπ., σε βάρος των παιδιών μας, που κατά εκατοντάδες χιλιάδες αποδημούν στο εξωτερικό. Οι οικολογικές οργανώσεις πάσης φύσεως, χωρίς να αρθρώνουν καμία απολύτως εναλλακτική πρόταση εξόδου από την κρίση, φροντίζουν να αντιτίθενται στις όποιες προτάσεις ανάπτυξης και ιδιαίτερα στην έρευνα και εξόρυξη.
Είναι χαρακτηριστικό πως, λόγω προσφυγής οικολόγων, είχαν παγώσει για χρόνια οι έρευνες των Total, ExxonMobil και ΕΛ.ΠΕ. στα αδειοδοτημένα θαλάσσια οικόπεδα νοτίως του Νομού Ρεθύμνου και νοτίως και δυτικά του Νομού Χανίων, ενώ η απεμπλοκή από τις εξορύξεις είχε θέση στο πρόγραμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και μικρότερων κομμάτων. Επιπλέον, οι οικολογικές οργανώσεις αντιτίθενται ακόμα και αν η έρευνα αφορά την εξόρυξη του καθαρότερου των υδρογονανθράκων, δηλαδή του βιογενούς φυσικού αερίου, και έστω και εάν οι νέες γενεές πρόκειται να γνωρίσουν και να εξοικειωθούν με υποθαλάσσιες ρομποτικές τεχνολογίες αιχμής παραγωγής υδρογονανθράκων.
Τα δε ελληνικά ΜΜΕ απέφευγαν να προβάλλουν το όφελος που θα μπορούσε η Ελλάδα να έχει από μια σημαντική εξόρυξη κοιτάσματος φυσικού αερίου. Να θυμίσουμε ότι η οικονομική και ενεργειακή μοίρα της Αιγύπτου άλλαξε τελείως το 2015, μετά την ανακάλυψη του υπεργιγαντιαίου κοιτάσματος «Ζορ», νότια της Κύπρου, που με ευρωπαϊκά δεδομένα είναι ακαθάριστης συνολικής αξίας 200 δισ. ευρώ. Η χώρα μας συνεχίζει να ζει από εισαγωγές ορυκτού πλούτου (από Σαουδική Αραβία, Αλγερία, Τουρκία, Αζερμπαϊτζάν, Κατάρ, ακόμα και Ρωσία, παρά τις κυρώσεις), δημιουργώντας πλούτο και θέσεις εργασίας σε ξένες χώρες. Στον αντίποδα, στη χώρα μας συνεχίζουμε να συναντάμε απαράδεκτα δημοσιεύματα για σκόπιμη διόγκωση του ελληνικού πιθανού ορυκτού πλούτου κοιτασμάτων υδρογονανθράκων και για την ανάγκη να είμαστε προσεκτικοί, διότι θα χρειαστούν δεκαετίες για να εντοπίσουμε και να αναπτύξουμε κοιτάσματα. Αποσιωπούν τελείως ότι το γιγαντιαίο κοίτασμα φυσικού αερίου του Ισραήλ, το «Ταμάρ», και το υπεργιγαντιαίο κοίτασμα «Zoρ» της Αιγύπτου άρχισαν παραγωγή μέσα σε μόλις τέσσερα χρόνια από την ανακάλυψή τους.
Δημοσιεύτηκε στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ στις 17/8
Το γεγονός αυτό επί της ουσίας μπορεί να επαναφέρει στην Ελλάδα τη βαριά βιομηχανία, η οποία έχει ήδη μετακομίσει σε άλλες χώρες του κόσμου. Δυστυχώς, στην Ελλάδα διαπιστώνουμε ότι δεν υπάρχει εθνική συνείδηση που να εξυπηρετεί την ανάδειξη του ντόπιου ενεργειακού πλούτου. Στον αντίποδα, υπάρχει ένα γραφειοκρατικό περιβάλλον που καθημερινά εξυπηρετεί κατά προτεραιότητα και με άριστο τρόπο τις εισαγωγές ξένου ορυκτού πλούτου. Κανείς, όμως, δεν προβάλλει συστηματικά και δημόσια ότι εισαγωγές ξένων ενεργειακών πρώτων υλών οδηγούν στη δημιουργία πλούτου και θέσεων εργασίας στη Σαουδική Αραβία, στο Κατάρ, στην Αλγερία, στο Αζερμπαϊτζάν, στην Τουρκία κ.λπ., σε βάρος των παιδιών μας, που κατά εκατοντάδες χιλιάδες αποδημούν στο εξωτερικό. Οι οικολογικές οργανώσεις πάσης φύσεως, χωρίς να αρθρώνουν καμία απολύτως εναλλακτική πρόταση εξόδου από την κρίση, φροντίζουν να αντιτίθενται στις όποιες προτάσεις ανάπτυξης και ιδιαίτερα στην έρευνα και εξόρυξη.
Είναι χαρακτηριστικό πως, λόγω προσφυγής οικολόγων, είχαν παγώσει για χρόνια οι έρευνες των Total, ExxonMobil και ΕΛ.ΠΕ. στα αδειοδοτημένα θαλάσσια οικόπεδα νοτίως του Νομού Ρεθύμνου και νοτίως και δυτικά του Νομού Χανίων, ενώ η απεμπλοκή από τις εξορύξεις είχε θέση στο πρόγραμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και μικρότερων κομμάτων. Επιπλέον, οι οικολογικές οργανώσεις αντιτίθενται ακόμα και αν η έρευνα αφορά την εξόρυξη του καθαρότερου των υδρογονανθράκων, δηλαδή του βιογενούς φυσικού αερίου, και έστω και εάν οι νέες γενεές πρόκειται να γνωρίσουν και να εξοικειωθούν με υποθαλάσσιες ρομποτικές τεχνολογίες αιχμής παραγωγής υδρογονανθράκων.
Ζώντας από ενεργειακές εισαγωγές
Μέσα σε αυτό το εξωφρενικό τοπίο, οι μεγαλύτερες εταιρείες στον κόσμο (Τοtal, ExxonMobil, Repsol, Energean κ.λπ.) έχουν προσέλθει με σκοπό να καταφέρουν να πραγματοποιήσουν έρευνες στη χώρα μας, παρόλο που κατά καιρούς οι συμβάσεις με τους παγκόσμιους αυτούς πετρελαϊκούς κολοσσούς σέρνονται προς έγκριση στους γραφειοκρατικούς διαδρόμους του ελληνικού Δημοσίου και της Βουλής. Και εδώ να διευκρινίσουμε ότι σε παγκόσμια κλίμακα εταιρείες μεγέθους όπως η Exxon Mobil και η Total δεν επενδύουν για να ανακαλύψουν μικρού ή μεσαίου μεγέθους κοιτάσματα υδρογονανθράκων. Τους ενδιαφέρουν αποκλειστικά και μόνο ο εντοπισμός και η ανάπτυξη γιγαντιαίου μεγέθους κοιτασμάτων. Για αυτόν τον λόγο, εξάλλου, προσήλθαν για να επενδύσουν στη χώρα μας. Μέχρι πρότινος, η παντελής απουσία πολιτικών δηλώσεων σχετικών με τη διευκόλυνση τέτοιας μορφής γιγαντιαίων επενδύσεων στην πατρίδα μας, οι οποίες θα μπορούσαν να αλλάξουν τη μοίρα της χώρας μας, ήταν κοινός τόπος σχεδόν σε όλα τα ελληνικά κόμματα (ακόμα και στο κυβερνών, αν θυμηθούμε παλαιότερες δηλώσεις υπουργών).Τα δε ελληνικά ΜΜΕ απέφευγαν να προβάλλουν το όφελος που θα μπορούσε η Ελλάδα να έχει από μια σημαντική εξόρυξη κοιτάσματος φυσικού αερίου. Να θυμίσουμε ότι η οικονομική και ενεργειακή μοίρα της Αιγύπτου άλλαξε τελείως το 2015, μετά την ανακάλυψη του υπεργιγαντιαίου κοιτάσματος «Ζορ», νότια της Κύπρου, που με ευρωπαϊκά δεδομένα είναι ακαθάριστης συνολικής αξίας 200 δισ. ευρώ. Η χώρα μας συνεχίζει να ζει από εισαγωγές ορυκτού πλούτου (από Σαουδική Αραβία, Αλγερία, Τουρκία, Αζερμπαϊτζάν, Κατάρ, ακόμα και Ρωσία, παρά τις κυρώσεις), δημιουργώντας πλούτο και θέσεις εργασίας σε ξένες χώρες. Στον αντίποδα, στη χώρα μας συνεχίζουμε να συναντάμε απαράδεκτα δημοσιεύματα για σκόπιμη διόγκωση του ελληνικού πιθανού ορυκτού πλούτου κοιτασμάτων υδρογονανθράκων και για την ανάγκη να είμαστε προσεκτικοί, διότι θα χρειαστούν δεκαετίες για να εντοπίσουμε και να αναπτύξουμε κοιτάσματα. Αποσιωπούν τελείως ότι το γιγαντιαίο κοίτασμα φυσικού αερίου του Ισραήλ, το «Ταμάρ», και το υπεργιγαντιαίο κοίτασμα «Zoρ» της Αιγύπτου άρχισαν παραγωγή μέσα σε μόλις τέσσερα χρόνια από την ανακάλυψή τους.
Όταν παρενέβη ο Μακρόν
Η χρόνια γραφειοκρατία εκτρέφει τη διαφθορά, απαξιώνει την τοπική παραγωγή ορυκτού πλούτου και, παράλληλα, στηρίζει τις εισαγωγές ενεργειακού ορυκτού πλούτου από το εξωτερικό. Αρκεί να αναφέρουμε ότι για την έγκριση και κατακύρωση της σύμβασης του θαλάσσιου οικοπέδου 2 στο Ιόνιο Πέλαγος μεταξύ της Total και του ελληνικού Δημοσίου χρειάστηκε η παρέμβαση του Γάλλου προέδρου, Μακρόν, προκειμένου να κλείσει η υπόθεση αυτή, έπειτα από χρόνια γραφειοκρατικής ταλαιπωρίας. Να σημειωθεί πως οι παλαιότερες προσπάθειες παρέμβασης της Τουρκίας στα νότια της Κρήτης δεν ήταν ανεξάρτητες από τις γεωλογικές αξιολογήσεις, που αποδεικνύουν ξεκάθαρα ότι στην ελληνική ΑΟΖ νότια και νοτιοδυτικά της Κρήτης υπάρχουν βάσιμες πιθανότητες παρουσίας γιγαντιαίων στόχων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων. Υπάρχουν σαφείς γεωλογικές και γεωφυσικές αποδείξεις ότι δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης υπάρχουν κοιτάσματα υδρογονανθράκων που ξεπερνούν κάθε φαντασία. Συγκεκριμένα, στα θαλάσσια όρια μεταξύ Ελλάδας και Λιβύης υπάρχουν στόχοι που ο όγκος τους είναι από 35 μέχρι και 50 φορές μεγαλύτερος από αυτό του κοιτάσματος «Zoρ», δηλαδή ενεργειακά κοιτάσματα που θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν φυσικό αέριο στην Ε.Ε. για δεκαετίες. Με βάση τα προηγούμενα δεδομένα, η Τουρκία, με απειλές, με παράνομους χάρτες διεκδικήσεων, αλλά και με τακτικές επαφές με τις λιβυκές Αρχές, αγωνίζεται να καθυστερήσει τις συστηματικές έρευνες εντοπισμού και εκμετάλλευσης κοιτασμάτων στην Ελλάδα. Κύριος στόχος, η Ελλάδα να μην ανακάμψει και να παραμείνει μόνιμα στις εισαγωγές και τη φτώχεια. Θα πρέπει, επιτέλους, όλοι οι πολιτικοί μας και τα κόμματα να ξυπνήσουν και να αποφασίσουν να ασχοληθούν στρατηγικά με τη θεραπεία της ελληνικής παθογένειας, ώστε να ισχυροποιηθεί η χώρα αυτή και να κοιτάξει το μέλλον αισιόδοξα.Δημοσιεύτηκε στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ στις 17/8