Κάθε φορά που ένας «λαϊκιστής» Ευρωπαίος πολιτικός από το ακροδεξιό-εθνικιστικό φάσμα της Ε.Ε. ηττάται σε εκλογικές αναμετρήσεις, κεντροδεξιοί και σοσιαλδημοκράτες ξεφυσούν με ανακούφιση. Απομακρύνθηκε για άλλη μία φορά, εκτιμούν, η απειλή που συνιστά η άνοδος των δυνάμεων που επιζητούν τη «διάλυση» της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η τελευταία τέτοια «περίπτωση», που άφησε δυνατές εντυπώσεις, ήταν αυτή της ήττας της ακροδεξιάς Μαρίν Λεπέν στις γαλλικές προεδρικές εκλογές και η ανάδειξη του Εμανουέλ Μακρόν στο αξίωμα του Προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας.

Η νίκη του κ. Μακρόν αντιμετωπίστηκε ως μια νίκη των δυνάμεων που σταθερά διατηρούν την πίστη τους στο «όραμα» της Ευρώπης και προτίθενται να αγωνιστούν για την ενίσχυσή του, ακόμη και μέσα στο ασφυκτικό πλαίσιο των κανόνων της ευρωζώνης. Και μάλιστα στην πρόσφατη αυτή γαλλική εμπειρία συνδέθηκε από μέσα ενημέρωσης και πολιτικούς αναλυτές στη Γαλλία η υποψηφιότητα και η νίκη του κ. Μακρόν με προθέσεις του για μια αλλαγή ισορροπιών στην Ε.Ε., όπου η ισχύς του Βερολίνου έχει αδυνατίσει την επιρροή των Παρισίων στον περίφημο γαλλο-γερμανικό άξονα.

Υποτίθεται, λοιπόν, ότι ο 39χρονος Γάλλος Πρόεδρος θα ζητήσει από το Βερολίνο, που χαιρέτισε τη νίκη του, «αλλαγές» στα σημεία των Συνθηκών που έχουν προκαλέσει σοβαρές οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες στις χώρες του ευρώ. Από τις πρώτες, όμως, επαφές του κ. Μακρόν με την κ. Μέρκελ δεν προέκυψε από πουθενά ότι η μεθυσμένη από τα οικονομικά κέρδη της Γερμανία είναι διατεθειμένη να δεχθεί «παραβιάσεις» όσων οι Συνθήκες προβλέπουν – πόσω μάλλον όταν το γερμανικό έθνος είναι λάτρης της πειθαρχίας, κι ας το περιφρόνησε ένας από τους μεγαλύτερους Γερμανούς φιλοσόφους, ο Αρθούρος Σοπενχάουερ, «για την απέραντη ηλιθιότητά του». Είναι, φυσικά, πάρα πολύ νωρίς για να δεχθεί κριτικές ο κ. Μακρόν, ο οποίος ναι μεν συγκρότησε μια κυβέρνηση, εκπρόσωπο όλων των αστικών πολιτικών κομμάτων της Γαλλίας, αλλά, εν αναμονή των βουλευτικών εκλογών του Ιουνίου, δεν είναι σε θέση να ορίσει την πολιτική δύναμή του στο εσωτερικό μέτωπο. Και, άλλωστε, ανεπισήμως, το Βερολίνο έχει διαμηνύσει στον Γάλλο Πρόεδρο ότι καλό θα είναι να τακτοποιήσει πρώτα «τα του οίκου του».

Εχει ενδιαφέρον ότι επιχειρείται ακόμη και σήμερα από το πολιτικό προσωπικό των ισχυρότερων της Ευρώπης η διατήρηση της ΦΑΝΤΑΣΙΩΣΗΣ που θέλει ζωντανή την υπόθεση της «ευρωπαϊκής ενοποίησης» και του «κοινού μέλλοντος» των χωρών της Ε.Ε. Αλλά, με δεδομένα τα οικονομικά στοιχεία στον χώρο της ευρωζώνης, η αλήθεια είναι ότι η νίκη του κ. Μακρόν, που, πράγματι, ανακούφισε το Βερολίνο, σημαίνει ότι θα συνεχιστεί η προώθηση της Ε.Ε. των «πολλών ταχυτήτων», όπως το είχαν συμφωνήσει προ καιρού η κυρία Μέρκελ και ο Σοσιαλιστής φίλος και συνεργάτης του κ. Μακρόν, προκάτοχός του στην Προεδρία, Φρανσουά Ολάντ. Αυτό έχει να υπερασπισθεί και ο κ. Μακρόν. Το μείζον θέμα στην Ε.Ε. δεν είναι τώρα, λοιπόν, το ακριβές ποσοστό ενίσχυσης της γαλλικής «συμμετοχής» στον γαλλο-γερμανικό άξονα, αλλά το πώς θα διασφαλιστεί η υπόθεση των «πολλών ταχυτήτων», η οποία είναι η «άλλη» μορφή «διάλυσης» της Ευρώπης. Ηδη, άλλωστε, οι καταστατικοί θεσμοί της Ε.Ε. έχουν γελοιοποιηθεί προ πολλού από το Βερολίνο. Το «ενοποιητικό όραμα» έχει ακυρωθεί από αυτούς ακριβώς που εμφανίζονται σήμερα ως υπερασπιστές του, απέναντι στους «λαϊκιστές» που το καταγγέλλουν ως βλαβερό για τις χώρες της Ε.Ε. Ετσι, σήμερα συμβαίνει το εξής καταπληκτικό: Η περί Ευρώπης σπουδαία ιδέα που προωθήθηκε για τρεις δεκαετίες από Ευρωπαίους συντηρητικούς και Σοσιαλδημοκράτες δεν έχει τώρα ΚΑΝΕΝΑΝ πολιτικό υποστηρικτή στον ευρωπαϊκό χώρο. Υπάρχουν στη σκηνή μόνο δύο προτάσεις για τη διάλυσή της. Η «ενοποίηση» είναι νεκρή.