Από τις κάλπες της Κυριακής δεν υπάρχουν νικητές και ηττηµένοι από τα κεντρικά κόµµατα: το κυβερνητικό και εκείνα της αριστερής αντιπολίτευσης. Στους κερδισµένους λογίζονται τα τρία κόµµατα στα δεξιά της Κεντροδεξιάς, χωρίς όµως αυτό να σηµαίνει κάτι δραµατικό για τη διακυβέρνηση. Υπάρχουν και κάποιοι απολύτως χαµένοι, που πράγµατι θα πρέπει να αναζητήσουν επειγόντως µια επόµενη ηµέρα. Για παράδειγµα, οι εµπλεκόµενοι στη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ, ηγετικά στελέχη της Νέας Αριστεράς, ή οι συµµετέχοντες στο αυτόνοµο πολιτικό σχήµα υπό τον Ανδρέα Λοβέρδο. Στους ενισχυµένους από τα αριστερά είναι το ΚΚΕ και η Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωσταντοπούλου, ενώ στους παραµένοντες «µετεξεταστέους» το ΜέΡΑ 25 του Βαρουφάκη ή στα δεξιά οι Πατριώτες του κ. Εµφιετζόγλου. Η Ελλάδα σε καµία περίπτωση δεν δονείται από τον δεξιό αναθεωρητισµό, που κυριαρχεί στην Ευρώπη, επηρεάζοντας καθοριστικά τους συσχετισµούς και τις δοµές της. Η διακυβέρνηση στη χώρα µας έχει ορίζοντα τριετίας, ισχυρό πρωθυπουργό και καθαρή πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο. Από την πλευρά του κυβερνητικού επιτελείου εκδηλώνεται, µετά το αποτέλεσµα της Κυριακής, ένα άγχος τελικά αδικαιολόγητο.

Είναι απαραίτητη η αναδιάρθρωση του εν ενεργεία κυβερνητικού σχήµατος και η αναδιάταξη και ενίσχυση του ''επιτελικού κράτους''

Το κύριο µήνυµα των πολιτών ήταν εγρήγορσης και όχι αποδόµησης για την κυβέρνηση της Νέας ∆ηµοκρατίας. Υπάρχουν προφανώς ζητήµατα που χρήζουν επίµονης και πιο αποτελεσµατικής αντιµετώπισης. Είναι η ακρίβεια και το διάχυτο περιβάλλον κερδοσκοπίας, η διαφθορά, τα ζητήµατα των νοσοκοµείων, η λειτουργία του κράτους πέραν της ψηφιοποίησής του, τα ζητήµατα της στέγης, ο αγροτικός τοµέας, η νέα εκβιοµηχάνιση της χώρας, επιπλέον πόροι για τα έσοδα του προϋπολογισµού πέραν της φορολογίας, αλλά και η εκλογίκευση σε κάποιο βαθµό µεταξύ άµεσης και έµµεσης φορολογίας, η κάλυψη των θέσεων εργασίας στον τουρισµό, τις µικροµεσαίες επιχειρήσεις, τις εταιρείες των νέων τεχνολογιών και τα υπολογισµένα στο πρόγραµµα της κυβέρνησης µέχρι το 2027, που ήδη εξελίσσονται. Πέραν αυτών ένα ζήτηµα που δηµιουργήθηκε στην Κεντροδεξιά και καταγράφηκε στο κλίµα δυσαρέσκειας περισσότερο µέσω της αποχής και λιγότερο µε αρνητική ψήφο είναι η ανάγκη των Ελλήνων να ανακτήσουν την εθνική τους ταυτότητα και να υπερασπιστούν συνεκτικές αξίες της κοινωνίας µας. Αξίες που έχουν αποσυναρµολογηθεί από τα µνηµόνια, την πανδηµία αλλά και δεδοµένα της woke κουλτούρας του ακραίου δικαιωµατισµού, που ήδη αποδοµείται µε επείγοντα τρόπο σε όλη την Ευρώπη.

Στην ηγεσία της Νέας ∆ηµοκρατίας επικράτησε για µακρύ χρονικό διάστηµα µια αντίληψη περιθωριοποίησης της δεξιάς της ατζέντας, υπέρ ενός επιβαλλόµενου εκσυγχρονισµού εκ των άνω του επονοµαζόµενου «ακραίου κέντρου». Ένα µείγµα δηλαδή του σοσιαλδηµοκρατικού εκσυγχρονισµού της εποχής Σηµίτη σε συνδυασµό µε υπερεθνικές και µεταπολιτικές δοξασίες ενός ατυχήσαντος ούτως ή άλλως πολιτικού πειράµατος του Ποταµιού παλαιότερα. Η εκλογική αντίληψη που νοµιµοποίησε την περιφρόνηση της παραδοσιακής δεξιάς αντίληψης για τα πράγµατα υπέρ της κυριαρχίας των νεοφιλελευθέρων προτεραιοτήτων του ακραίου δικαιωµατισµού του τέλους των εθνών και της ιστορίας έπληξε τη συνοχή της Κεντροδεξιάς και τελικά βρήκε τα όριά της στις εκλογές της Κυριακής. Ο ηγέτης της ελληνικής Κεντροδεξιάς, κ. Μητσοτάκης, έχει τη συνεκτική αντίληψη του χώρου της Νέας ∆ηµοκρατίας και είναι βέβαιο ότι το ερχόµενο χρονικό διάστηµα, ήδη έχει ξεκινήσει να το πράττει προεκλογικά, θα διορθώσει τη στρέβλωση. Πέραν αυτών ενδεχοµένως, και στη βάση του ρεαλισµού, είναι απαραίτητη η αναδιάρθρωση του εν ενεργεία κυβερνητικού σχήµατος, που έχει δείξει την ανεπάρκειά του, και η αναδιάταξη και περαιτέρω ενίσχυση του «επιτελικού κράτους», που παρήγαγε πολύ σηµαντικά αποτελέσµατα την πρώτη τετραετία, πολλές φορές µάλιστα σε συνθήκες ακραίων κρίσεων. Τα πώς, πότε, τι και µε ποιους για τα εν λόγω σχετίζονται µε αποφάσεις και επιλογές του πρωθυπουργού και µόνον. Πάντως σε κάθε περίπτωση, αυτοί που νιώθουν νευρικότητα στα ηγετικά κλιµάκια της κυβέρνησης µετά το αποτέλεσµα της Κυριακής, ας λάβουν υπόψη τους ότι το µήνυµα των πολιτών έχει όρια…

Δημοσιεύθηκε στην «Απογευματινή»