Ο υφυπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων Ανουάρ Γκαργκάς, το καλοκαίρι του 2017, σημείωνε στον λογαριασμό του στο Τwitter: «Ο αραβικός κόσμος δεν πρόκειται να τεθεί υπό την ηγεσία της Τεχεράνης ούτε της Άγκυρας».

Ήταν περίπου η ίδια εποχή που η Σαουδική Αραβία, το Μπαχρέιν, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Αίγυπτος διέκοπταν τις σχέσεις τους με το Κατάρ, θέλοντας να διαχωρίσουν τη θέση τους από τις χρηματοδοτήσεις στήριξης της τζιχάντ και της ισλαμικής τρομοκρατίας και να συμμετέχουν με τον δικό τους τρόπο στην τελική ήτττα του ισλαμικού χαλιφάτου του ISIS. H Αίγυπτος, μάλιστα, προχώρησε ταυτόχρονα σε μια ιδιαίτερου συμβολισμού κίνηση, αναθέτοντας τη διπλωματική εκπροσώπησή της στο Κατάρ στη -σύμμαχό της στη Μεσόγειο- Ελλάδα.

Αντίθετα, η Τουρκία αναβάθμιζε με θεαματικό τρόπο τις σχέσεις της με το Κατάρ και κήρυσσε σε διεθνές επίπεδο τη στρατηγική συμμαχία της με τη Ρωσία αλλά και το Ιράν, επιδιώκοντας μια ισχυρή θέση στην Ευρασία, προκειμένου να επιβάλει τους όρους της στο ΝΑΤΟ, στις ΗΠΑ και στις ευρωπαϊκές μεγάλες δυνάμεις ως «επιτήδειος ουδέτερος».

Περίπου έναν χρόνο μετά, η Τουρκία έχει εμπλακεί με πολύ «θερμό» τρόπο είτε με στρατιωτικές επιχειρήσεις και προκλητικές ενέργειες είτε με δηλώσεις από την πολιτειακή και πολιτική της ηγεσία σε μια σειρά από μέτωπα. Εναντίον των Κούρδων επί συριακού εδάφους. Εναντίον της Ελλάδας στη γραμμή Θράκη, Αιγαίο και της Κύπρου στις ΑΟΖ αλλά και επί του εδάφους. Εναντίον του Ισραήλ και της Αιγύπτου στο πεδίο Μέση Ανατολή, Βόρειος Αφρική μέχρι την Ερυθρά Θάλασσα. Στην καρδιά της Βαλκανικής, επιχειρώντας έναν «στρατιωτικό άξονα» στη γραμμή Σκόπια, Αλβανία, Κόσοβο, Βοσνία.

Εναντίον της Αρμενίας στον Καύκασο. Το δόγμα που διακηρύσσει ο Τ. Ερντογάν, συνεπικουρούμενος από το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων της Τουρκίας στο κοινοβούλιο -κεμαλιστές, εθνικιστές, ισλαμιστές-, είναι ότι είτε η Τουρκία θα επιστρέψει στις «αυτοκρατορίες» προσκτώντας εδάφη και «ζώνες ασφαλείας» σύμφωνα με τον δικό της σχεδιασμό στο έδαφος, στον αέρα και στη θάλασσα τρίτων είτε μια «πολυεθνική συμμαχία» θα οδηγήσει τη χώρα σε διάλυση διχοτόμηση ή τριχοτόμηση.

Στις 8 Μαρτίου, στην Ουάσινγκτον, υπήρξε μια ανεπίσημη αλλά ουσιώδης διπλωματική συνεννόηση για τα θέματα της Συρίας και της Μέσης Ανατολής, στην οποία συμμετείχαν εκπρόσωποι από ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία, Σαουδική Αραβία και Ιορδανία. Τις προηγούμενες ημέρες στην ΑΟΖ της Κύπρου, στην οποία με απολύτως έντονο τρόπο η Τουρκία θέλει να επιβάλει την παρουσία και την παρέμβασή της στη βάση οικονομικών και γεωπολιτικών συμφερόντων της, υπήρξαν δύο στρατιωτικές ασκήσεις. Στην πρώτη συμμετείχαν δυνάμεις των ΗΠΑ και του Ισραήλ και ήταν προγραμματισμένη.

Στη δεύτερη, την οποία θα μπορούσε κάποιος να θεωρήσει και ως πρακτική απόληξη των τελευταίων διακριτικών συνεννοήσεων μεταξύ «ασύμπτωτων» στην περιφερειακή στρατηγική μέχρι πρότινος δυνάμεων, συμμετείχαν οι ΗΠΑ, η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Αίγυπτος, η Ελλάδα και η Κύπρος. Το μήνυμα προς την Τουρκία ήταν σαφές, τόσο όσο και η ήττα που υπέστη ήδη στις ενεργειακές διαδρομές μέσω αγωγών, όπου, από κεντρικός κόμβος μεταξύ Ευρασίας, Εγγύς Ανατολής και Ευρώπης, κατέληξε μια απλή παράκαμψη ποσοτήτων για δική της χρήση. Πολλοί και έμπειροι σε σημαντικές πρωτεύουσες της Δύσης επαναλαμβάνουν ένα παλιό σλόγκαν στη διεθνή διπλωματία: «Η Τουρκία είναι πολύ μεγάλη για να διαλυθεί». Η πραγματικότητα, όμως, θυμίζει όλο και περισσότερο την παλιά θεώρηση του «Ανατολικού Ζητήματος». Κάτι σαν «η Τουρκία είναι πολύ μεγάλη για να μείνει ενιαία».