Συναγρίδα Λουί Β(ου)ιτόν
Η νέα πρωτοτυπία, που έχει και τη συγκατάθεση του εργαζόμενου προλεταριάτου, είναι το κολυμβητικό σερβίρισμα ή η εξυπηρέτηση εντός της θαλάσσης επί επιπλέουσας σχεδίας όπου βρίσκεται ο θαμών
Τι είναι η Ελλάδα; Μην είν’ οι κάμποι, μην είναι τ’ άσπαρτα ψηλά βουνά, που έγραφε και ο Πολέμης; Λάθος.
Η πατρίδα μας είναι λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και τ’ αγόρι μου (ή το κορίτσι μου, σπανιότερα έτσι όπως πάμε). Δεδομένου, δε, ότι το θαλάσσιο στοιχείο κυριαρχεί, αποτελεί συγχρόνως και το ελκτικό δόλωμα γι’ αυτό έχουμε αναδειχθεί σε μία ιδιαίτερα τουριστική χώρα, όπου καραβιές κάθε χρώματος και φυλής κατακλύζουν παράλια, νήσους και ηπειρωτική Ελλάδα. Βεβαίως, για να είμαστε ελκυστικότεροι έναντι άλλων χωρών του Νότου, που κι αυτές έχουν τη χάρη τους, πρέπει να πρωτοτυπούμε. Και να πρωτοτυπούμε όχι μόνο ως προς τις τιμές, όπου τα παπούτσια και οι τσάντες του Λουί Β(ου)ιτόν ωχριούν μπρος στην τιμή της συναγρίδας, καθότι σερβιριζόμενη έρχεται με πραγματικό βουητόν που κάνουν τα ευρώπουλα που την ακολουθούν.
Η νέα πρωτοτυπία, που έχει και τη συγκατάθεση του εργαζόμενου προλεταριάτου, είναι το κολυμβητικό σερβίρισμα ή η εξυπηρέτηση εντός της θαλάσσης επί επιπλέουσας σχεδίας όπου βρίσκεται ο θαμών. Πώς να πάει εκεί ο σερβιτόρος; Μόνο κολυμπώντας. Πράγμα το οποίο σημαίνει ότι όσοι θέλουν να εργαστούν σε επιχειρήσεις εστίασης ή ξενοδοχειακές παρά θίν’ αλός δεν πρέπει να έχουν αποφοιτήσει από Σχολές Τουριστικών Επαγγελμάτων, αλλά πρωτίστως να έχουν φοιτήσει σε κολυμβητικούς ομίλους ή μη και να κατέχουν δίπλωμα ναυαγοσώστου. Διότι λ.χ. μπορεί να κοντυλίσει, όπως έλεγαν και οι γιαγιάδες μας, ο θαμών από το κοκτέιλ.
Ευλόγως μπορεί να υποπτευθεί κάποιος ότι αν οι σχεδίες με τους πελάτες είναι λίγο ξεμακρυσμένες, το σερβίρισμα θα γίνεται με τζετ σκι. Από κει κι έπειτα, δεν μπορεί να φανταστεί κανείς ποια άλλη επιχειρηματική επινόηση στην τουριστική εστίαση μπορεί να αναδείξει το ελληνικό δαιμόνιο. Ίσως το υποβρύχιο σερβίρισμα, το οποίο ενέχει κάποιες δυσκολίες ως προς την ανεύρεση προσωπικού, διότι μας τελειώνουν και οι σφουγγαράδες της Καλύμνου. Μας μένει το εξ ύψους σερβίρισμα με «παραπέντε» και οι ελιές που συνοδεύουν τα μαρτίνι να προστίθενται με σφεντόνα. Εν πάση περιπτώσει, πρέπει η εξυπηρέτηση να έχει κάποια χάρη ακολουθώντας την προτροπή παλαιότατου ελληνικού όσο και πονηρού άσματος, το οποίο συνιστούσε στη δεσποινίδα Ερμιόνη να μη σκαλίζει τον κήπο της μόνη.
Διότι διά να έχει ο κήπος τη χάρη του, πρέπει να έχει και τον περιβολάρη του…
Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 9/7
Η πατρίδα μας είναι λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και τ’ αγόρι μου (ή το κορίτσι μου, σπανιότερα έτσι όπως πάμε). Δεδομένου, δε, ότι το θαλάσσιο στοιχείο κυριαρχεί, αποτελεί συγχρόνως και το ελκτικό δόλωμα γι’ αυτό έχουμε αναδειχθεί σε μία ιδιαίτερα τουριστική χώρα, όπου καραβιές κάθε χρώματος και φυλής κατακλύζουν παράλια, νήσους και ηπειρωτική Ελλάδα. Βεβαίως, για να είμαστε ελκυστικότεροι έναντι άλλων χωρών του Νότου, που κι αυτές έχουν τη χάρη τους, πρέπει να πρωτοτυπούμε. Και να πρωτοτυπούμε όχι μόνο ως προς τις τιμές, όπου τα παπούτσια και οι τσάντες του Λουί Β(ου)ιτόν ωχριούν μπρος στην τιμή της συναγρίδας, καθότι σερβιριζόμενη έρχεται με πραγματικό βουητόν που κάνουν τα ευρώπουλα που την ακολουθούν.
Η νέα πρωτοτυπία, που έχει και τη συγκατάθεση του εργαζόμενου προλεταριάτου, είναι το κολυμβητικό σερβίρισμα ή η εξυπηρέτηση εντός της θαλάσσης επί επιπλέουσας σχεδίας όπου βρίσκεται ο θαμών. Πώς να πάει εκεί ο σερβιτόρος; Μόνο κολυμπώντας. Πράγμα το οποίο σημαίνει ότι όσοι θέλουν να εργαστούν σε επιχειρήσεις εστίασης ή ξενοδοχειακές παρά θίν’ αλός δεν πρέπει να έχουν αποφοιτήσει από Σχολές Τουριστικών Επαγγελμάτων, αλλά πρωτίστως να έχουν φοιτήσει σε κολυμβητικούς ομίλους ή μη και να κατέχουν δίπλωμα ναυαγοσώστου. Διότι λ.χ. μπορεί να κοντυλίσει, όπως έλεγαν και οι γιαγιάδες μας, ο θαμών από το κοκτέιλ.
Ευλόγως μπορεί να υποπτευθεί κάποιος ότι αν οι σχεδίες με τους πελάτες είναι λίγο ξεμακρυσμένες, το σερβίρισμα θα γίνεται με τζετ σκι. Από κει κι έπειτα, δεν μπορεί να φανταστεί κανείς ποια άλλη επιχειρηματική επινόηση στην τουριστική εστίαση μπορεί να αναδείξει το ελληνικό δαιμόνιο. Ίσως το υποβρύχιο σερβίρισμα, το οποίο ενέχει κάποιες δυσκολίες ως προς την ανεύρεση προσωπικού, διότι μας τελειώνουν και οι σφουγγαράδες της Καλύμνου. Μας μένει το εξ ύψους σερβίρισμα με «παραπέντε» και οι ελιές που συνοδεύουν τα μαρτίνι να προστίθενται με σφεντόνα. Εν πάση περιπτώσει, πρέπει η εξυπηρέτηση να έχει κάποια χάρη ακολουθώντας την προτροπή παλαιότατου ελληνικού όσο και πονηρού άσματος, το οποίο συνιστούσε στη δεσποινίδα Ερμιόνη να μη σκαλίζει τον κήπο της μόνη.
Διότι διά να έχει ο κήπος τη χάρη του, πρέπει να έχει και τον περιβολάρη του…
Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 9/7