Tο μεγάλο στοίχημα της κυβέρνησης υπό το νέο της σχήμα είναι βεβαίως η προώθηση κάποιων αναγκαίων μεταρρυθμίσεων. Όμως, η έννοια «μεταρρυθμίσεις» έχει στο μυαλό της κοινής γνώμης κάποιον αφηρημένο χαρακτήρα. Επομένως, αυτή τη στιγμή, η χειροπιαστή πρόοδος σε μία κυβερνητική πολιτική είναι π.χ. η αντιμετώπιση της ακρίβειας, που βρίσκεται συνεχώς στις προτεραιότητες, προς αντιμετώπιση, των πολιτών. Κατ’ αρχάς, δεν αρκεί στους πολίτες να ενημερώνονται για τις μεθόδους συγκράτησης των τιμών.

Τους ενδιαφέρει το αποτέλεσμα. Από την άλλη πλευρά όμως είναι πολύπλοκη και σύνθετη η διαδικασία για τον τερματισμό της συνεχούς αύξησης των τιμών. Αν θέλαμε να δούμε πώς αντιμετωπίστηκε το φαινόμενο αυτό σε άλλες χώρες, ασφαλώς θα διαπιστώναμε ότι υπήρξε μία συντονισμένη προσπάθεια τόσο των κυβερνήσεων όσο και των ίδιων των καταναλωτών. Τι εννοούμε: Δεν άρκεσαν οι βαριές χρηματικές ποινές για τις περιπτώσεις αισχροκέρδειας, αλλά μαζί με αυτές και τους παράλληλους κρατικούς ελέγχους διαπιστώθηκε μία άμεση αντίδραση των κοινωνιών, που είχε μάλιστα αποτελεσματικότερο χαρακτήρα από τις χρηματικές ποινές, που ούτως ή άλλως μπορούσαν να αντέξουν τα υπερκέρδη των καρτέλ. Λ.χ. προ ετών στη Γαλλία, όταν διαπιστώθηκε η παράλογη αύξηση των τιμών στα πακέτα των μακαρονιών, οι ενώσεις καταναλωτών είχαν συστήσει στους πολίτες να απέχουν από την αγορά τους. Κοινώς, να τα μποϊκοτάρουν. Και οι καταναλωτές συμμορφώθηκαν και απείχαν. Το αποτέλεσμα ήταν να υποστεί ζημία ο έμπορος και ο παραγωγός και να πέσει η τιμή τους. Το συμπέρασμα από το παράδειγμα αυτό είναι ότι και ισχυρή ένωση καταναλωτών υπήρξε αλλά και πειθαρχημένο καταναλωτικό κοινό. Εδώ, στη χώρα μας δεν υπάρχουν ούτε ισχυρές τέτοιες ενώσεις -άραγε το ΙΝΚΑ υπάρχει;- ούτε καταναλωτική συνείδηση στους πολίτες ώστε συντεταγμένα να μποϊκοτάρουν ένα προϊόν, όταν διαπιστώνουν ότι συνεχώς αυξάνει ο έμπορος την τιμή του.

Μάλιστα, από τη στιγμή που ο αγοραστής διαπιστώνει ότι έχει τη δυνατότητα -σχετική ή μεγάλη- να αγοράσει αυτό που του αρέσει, δεν κάνει την αβαρία να αποφύγει, λόγω υψηλής τιμής, την αγορά του προϊόντος. Αντιθέτως με ένα «δεν βαριέσαι» και «μια ζωή την έχουμε» προβαίνει στην αγορά του.

Αν σκεφτεί κανείς ότι μόνο από την Αθήνα έφυγαν 450.000 αυτοκίνητα και από Φεβρουάριο και μετά ιδρώνεις να βρεις ακτοπλοϊκό εισιτήριο για τα νησιά, τότε είναι φυσικό να καταλήξει κανείς στο συμπέρασμα ότι -χωρίς να σημαίνει ότι είμαστε και ο πλουσιότερος λαός- είναι πολλοί αυτοί που δεν θα κάνουν την αβαρία που λέγαμε και που θα συντηρούν ψηλά τις τιμές. Και αυτό που χρειάζεται για να υποστούν βλάβη τα σουπερμάρκετ και κάθε έμπορος τροφίμων κυρίως είναι η επίδειξη της δύναμης των πολλών.

*Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή