Ρωσία και Κίνα εναντίον Αμερικής κι Ευρώπης
Με άλλα λόγια, το Πεκίνο έχει τους δικούς τους λόγους να μη θέλει τη Ρωσία ηττημένη
Η επίσκεψη του Κινέζου προέδρου στη Μόσχα κυριάρχησε στη διεθνή ειδησεογραφία κι όχι αδίκως. Δεν είναι μία συνηθισμένη επίσκεψη. Ουσιαστικά, επιβεβαιώνει αυτό που είχε διαφανεί κατά τη διάρκεια της επίσκεψης Πούτιν στο Πεκίνο μερικές ημέρες πριν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Υπενθυμίζουμε ότι τότε οι δύο ηγέτες είχαν δώσει στη δημοσιότητα μία μακροσκελή διακήρυξη, από την οποία προέκυπτε πως οι δύο γίγαντες της Ευρασίας οδεύουν σε μία σύμπλευση, εάν όχι σε άτυπη συμμαχία. Όσα ακολούθησαν τη ρωσική εισβολή επιβεβαίωσαν εκείνη την ανάγνωση. Η Κίνα όχι μόνο απέφυγε να καταδικάσει την εισβολή στην Ουκρανία, αλλά και λειτούργησε ως εναλλακτική αγορά για τις ρωσικές εξαγωγές ενέργειας, πρώτων υλών και αγροτικών προϊόντων. Ο λόγος που ώθησε το Πεκίνο να σταθεί στο πλευρό της Μόσχας είναι η συνείδηση πως, εάν η Ρωσία γονατίσει, ο επόμενος στόχος της Δύσης θα είναι η ίδια η Κίνα. Οι Αμερικανοί, άλλωστε, δεν το κρύβουν. Το δόγμα της «διπλής ανάσχεσης» είναι ακριβώς αυτό: πρώτα γονατίζουν τη Ρωσία και μετά στρέφονται κατά της Κίνας.
Με άλλα λόγια, το Πεκίνο έχει τους δικούς τους λόγους να μη θέλει τη Ρωσία ηττημένη. Το ίδιο και η Ινδία, η οποία δεν ξεχνάει ότι μόλις πριν από 75 χρόνια ήταν βρετανική αποικία. Τώρα, ως ο τρίτος γίγαντας της Ευρασίας και ως αναδυόμενη βιομηχανική χώρα δεν επιθυμεί, βεβαίως, να επανέλθει το διεθνές σύστημα υπό δυτική ηγεμονία. Οι Ινδοί θέλουν έναν πολυπολικό κόσμο και γι’ αυτό στηρίζουν κατά παρόμοιο τρόπο τη Ρωσία, λειτουργώντας ως εναλλακτική αγορά για τις εξαγωγές της. Το Πεκίνο και το Νέο Δελχί είναι που εξουδετέρωσαν τις δυτικές κυρώσεις, επιτρέποντας στη Μόσχα να συνεχίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Η επίσκεψη του προέδρου, Σι Τζινπίνγκ, στη Μόσχα επιβεβαιώνει, λοιπόν, πως Ρωσία και Κίνα τουλάχιστον συμπλέουν, έχοντας ως κοινό αντίπαλο τις ΗΠΑ και την Ευρώπη, η οποία έχει στοιχηθεί πίσω από τους Αμερικανούς. Το πιο σημαντικό, όμως, είναι ότι δεν πρόκειται για συγκυριακή σύμπλευση. Ο πόλεμος στην Ουκρανία λειτούργησε σαν καταλύτης για να επιταχυνθεί μία διαδικασία αντισυσπείρωσης χωρών της Ανατολής και του Νότου απέναντι στη ενωμένη και θεσμικά συγκροτημένη Δύση (ΝΑΤΟ, G7, ΕΕ).
Ο οργανισμός της Σαγκάης αποκτά μία ευρύτερη διάσταση. Αναδεικνύεται πλέον στο οργανωτικό πλαίσιο του εναλλακτικού στη Δύση πόλου. Είναι αξιοσημείωτο ότι σ’ αυτόν τον Οργανισμό συμμετέχουν χώρες που είχαν μεταξύ τους και σχέσεις αντιπαλότητας. Χαρακτηριστικά παραδείγματα τα δίδυμα Κίνα - Ινδία και Ινδία - Πακιστάν. Παρ’ όλα αυτά, «συγκατοικούν» στον ίδιο Οργανισμό ακριβώς επειδή η δυναμική σε παγκόσμια κλίμακα τις φέρνει στην ίδια όχθη.
Ο Οργανισμός της Σαγκάης ανταγωνίζεται τη Δύση όχι μόνο γεωπολιτικά, αλλά και γεωοικονομικά. Κεντρική επιδίωξή του είναι η υποκατάσταση του δολαρίου ως αποθεματικού νομίσματος και νομίσματος των διεθνών συναλλαγών από ένα λογιστικό νόμισμα, το οποίο δεν θα είναι τυπωμένο χαρτί, αλλά θα στηρίζεται σε πραγματικές αξίες (ενέργεια, πρώτες ύλες, βιομηχανικά και αγροτικά προϊόντα). Έχουν ήδη γίνει σημαντικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση. Κι αυτό θα έπρεπε να ανησυχεί πολύ τις ΗΠΑ, αφού η ηγεμονία τους στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στο δολάριο.
Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 22/3
Υπενθυμίζουμε ότι τότε οι δύο ηγέτες είχαν δώσει στη δημοσιότητα μία μακροσκελή διακήρυξη, από την οποία προέκυπτε πως οι δύο γίγαντες της Ευρασίας οδεύουν σε μία σύμπλευση, εάν όχι σε άτυπη συμμαχία. Όσα ακολούθησαν τη ρωσική εισβολή επιβεβαίωσαν εκείνη την ανάγνωση. Η Κίνα όχι μόνο απέφυγε να καταδικάσει την εισβολή στην Ουκρανία, αλλά και λειτούργησε ως εναλλακτική αγορά για τις ρωσικές εξαγωγές ενέργειας, πρώτων υλών και αγροτικών προϊόντων. Ο λόγος που ώθησε το Πεκίνο να σταθεί στο πλευρό της Μόσχας είναι η συνείδηση πως, εάν η Ρωσία γονατίσει, ο επόμενος στόχος της Δύσης θα είναι η ίδια η Κίνα. Οι Αμερικανοί, άλλωστε, δεν το κρύβουν. Το δόγμα της «διπλής ανάσχεσης» είναι ακριβώς αυτό: πρώτα γονατίζουν τη Ρωσία και μετά στρέφονται κατά της Κίνας.
Με άλλα λόγια, το Πεκίνο έχει τους δικούς τους λόγους να μη θέλει τη Ρωσία ηττημένη. Το ίδιο και η Ινδία, η οποία δεν ξεχνάει ότι μόλις πριν από 75 χρόνια ήταν βρετανική αποικία. Τώρα, ως ο τρίτος γίγαντας της Ευρασίας και ως αναδυόμενη βιομηχανική χώρα δεν επιθυμεί, βεβαίως, να επανέλθει το διεθνές σύστημα υπό δυτική ηγεμονία. Οι Ινδοί θέλουν έναν πολυπολικό κόσμο και γι’ αυτό στηρίζουν κατά παρόμοιο τρόπο τη Ρωσία, λειτουργώντας ως εναλλακτική αγορά για τις εξαγωγές της. Το Πεκίνο και το Νέο Δελχί είναι που εξουδετέρωσαν τις δυτικές κυρώσεις, επιτρέποντας στη Μόσχα να συνεχίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Η επίσκεψη του προέδρου, Σι Τζινπίνγκ, στη Μόσχα επιβεβαιώνει, λοιπόν, πως Ρωσία και Κίνα τουλάχιστον συμπλέουν, έχοντας ως κοινό αντίπαλο τις ΗΠΑ και την Ευρώπη, η οποία έχει στοιχηθεί πίσω από τους Αμερικανούς. Το πιο σημαντικό, όμως, είναι ότι δεν πρόκειται για συγκυριακή σύμπλευση. Ο πόλεμος στην Ουκρανία λειτούργησε σαν καταλύτης για να επιταχυνθεί μία διαδικασία αντισυσπείρωσης χωρών της Ανατολής και του Νότου απέναντι στη ενωμένη και θεσμικά συγκροτημένη Δύση (ΝΑΤΟ, G7, ΕΕ).
Ο οργανισμός της Σαγκάης αποκτά μία ευρύτερη διάσταση. Αναδεικνύεται πλέον στο οργανωτικό πλαίσιο του εναλλακτικού στη Δύση πόλου. Είναι αξιοσημείωτο ότι σ’ αυτόν τον Οργανισμό συμμετέχουν χώρες που είχαν μεταξύ τους και σχέσεις αντιπαλότητας. Χαρακτηριστικά παραδείγματα τα δίδυμα Κίνα - Ινδία και Ινδία - Πακιστάν. Παρ’ όλα αυτά, «συγκατοικούν» στον ίδιο Οργανισμό ακριβώς επειδή η δυναμική σε παγκόσμια κλίμακα τις φέρνει στην ίδια όχθη.
Ο Οργανισμός της Σαγκάης ανταγωνίζεται τη Δύση όχι μόνο γεωπολιτικά, αλλά και γεωοικονομικά. Κεντρική επιδίωξή του είναι η υποκατάσταση του δολαρίου ως αποθεματικού νομίσματος και νομίσματος των διεθνών συναλλαγών από ένα λογιστικό νόμισμα, το οποίο δεν θα είναι τυπωμένο χαρτί, αλλά θα στηρίζεται σε πραγματικές αξίες (ενέργεια, πρώτες ύλες, βιομηχανικά και αγροτικά προϊόντα). Έχουν ήδη γίνει σημαντικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση. Κι αυτό θα έπρεπε να ανησυχεί πολύ τις ΗΠΑ, αφού η ηγεμονία τους στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στο δολάριο.
Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 22/3