Ο πόλεμος στην Ουκρανία από στρατιωτικής απόψεως είναι ένας τοπικός πόλεμος, παρότι η μαζική υποστήριξη σε χρήμα, οπλικά συστήματα, εκπαίδευση και πληροφορίες που παρέχει το ΝΑΤΟ στο Κίεβο τού προσδίδουν μια διάσταση την οποία δεν είχε κανένας από τους προηγηθέντες τοπικούς πολέμους στην Ιστορία.

Αλλά ακόμα κι έτσι παραμένει τοπικός πόλεμος, αφού οι εχθροπραξίες είναι περιορισμένες στο έδαφος της Ουκρανίας, με την εξαίρεση κάποιων σποραδικών ουκρανικών σαμποτάζ και μικρής κλίμακας επιθέσεων στην Κριμαία και την παραμεθόρια ζώνη εντός της Ρωσίας. Δεν είναι, ωστόσο, δεδομένο ότι ο πόλεμος θα συνεχίσει να εξελίσσεται και στο μέλλον όπως μέχρι τώρα. Το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν θα παραμείνει περιορισμένος στην Ουκρανία ή θα επεκταθεί στο πλαίσιο μιας ανεξέλεγκτης κλιμάκωσης. Κλιμάκωση υπάρχει, αλλά πρόκειται μέχρι τώρα για ποσοτική κλιμάκωση, εντός δηλαδή του υφισταμένου πλαισίου. Η με κάποιον -όχι ακριβώς προσδιορισμένοτρόπο εμπλοκή ενός αμερικανικού drone με δύο ρωσικά μαχητικά στη Μαύρη Θάλασσα, που κατέληξε στην καταστροφή του πρώτου, είναι ένα επεισόδιο που δείχνει ότι δεν είναι καθόλου δύσκολο να προκύψει ένα θερμό επεισόδιο μεταξύ Ρώσων και Αμερικανών.

Η ανησυχία, λοιπόν, αφορά το ενδεχόμενο ποιοτικής κλιμάκωσης, δηλαδή το ενδεχόμενο απευθείας σύγκρουσης του ΝΑΤΟ με τη Ρωσία, οπότε η σύρραξη θα μετεξελιχθεί σχεδόν σε παγκόσμια και βεβαίως θα ενταχθεί στην ατζέντα της το πυρηνικό εργαλείο. Υπενθυμίζουμε ότι η Μόσχα αποσύρθηκε από τη συνθήκη για τα στρατηγικά πυρηνικά όπλα, στέλνοντας μήνυμα στην Ουάσινγκτον ότι το πυρηνικό χαρτί είναι στο ράφι αλλά, εάν χρειασθεί, θα κατεβεί στο τραπέζι. Από την πλευρά του, ο πρόεδρος Μπάιντεν δεσμεύθηκε στην πρώτη επέτειο της ρωσικής εισβολής πως θα συνεχίσει να εξοπλίζει την Ουκρανία. Έστω και αργά, όμως, οι ρωσικές δυνάμεις κερδίζουν συνεχώς έδαφος στο μέτωπο του Ντονμπάς, εκτοπίζοντας τις ουκρανικές δυνάμεις. Σύμφωνα, μάλιστα, με δυτικές πηγές, είναι ζήτημα λίγου χρόνου η ολοκληρωτική πτώση του σχεδόν περικυκλωμένου Μπαχμούτ, το οποίο έχει αποκτήσει εκτός από την πραγματική στρατηγική σημασία του και μια ακόμα μεγαλύτερη συμβολική. Όπως είπε και ο Ουκρανός αρχιστράτηγος Ζαλούζνι, εάν πέσει το Μπαχμούτ δεν υπάρχει κάτι σοβαρό να εμποδίσει μια ρωσική προέλαση.

Αντιμέτωπο με αυτές τις συνθήκες, το Κίεβο επιδιώκει ως διέξοδο τον ολοκληρωτικό πόλεμο. Γι’ αυτό ζητάει πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς για να πλήξει τα ενδότερα της Ρωσίας. Είναι χαρακτηριστική -σε ακραία υπερβολή- η δήλωση Ουκρανού αξιωματούχου ότι τα ουκρανικά άρματα μάχης θα παρελάσουν στη Μόσχα! Σύμφωνα, όμως, με δυτικούς αναλυτές, η Ρωσία είναι το φαβορί να κερδίσει αυτόν τον πόλεμο. Πρώτον, επειδή διαψεύσθηκαν οι δυτικές προσδοκίες ότι οι κυρώσεις θα γονάτιζαν τη ρωσική οικονομία, θα εμπόδιζαν την παράταση του πολέμου και θα αποσταθεροποιούσαν το καθεστώς Πούτιν. Αντιθέτως, η αύξηση των τιμών της ενέργειας, των τροφίμων και των πρώτων υλών έχει πυροδοτήσει πληθωρισμό στη Δύση. Η δε προσπάθεια τόσο της αμερικανικής όσο και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να τον τιθασεύσουν με αύξηση των επιτοκίων έχει οδηγήσει ήδη σε κατάρρευση τριών αμερικανικών τραπεζών και σπρώχνει προς τον γκρεμό δύο μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες.

Ο δεύτερος λόγος είναι η διαφορά δυναμικού. Αν και οι ρωσικές δυνάμεις υπέστησαν τρεις σοβαρές τακτικές ήττες (Κίεβο, Χάρκοβο και Χερσώνα), αν και η Δύση εξαντλεί τα δικά της αποθέματα σε οπλικά συστήματα και πυρομαχικά για να τροφοδοτήσει την Ουκρανία, το ρωσικό, και ποσοτικό και ποιοτικό, πλεονέκτημα είναι σαφές. Και αυτό φαίνεται το τελευταίο διάστημα, που το ρωσικό Γενικό Επιτελείο, έχοντας φάει «χαστούκια» υποχρεώθηκε να αλλάξει γραμμή πλεύσης. Η προοπτική ουκρανικής στρατηγικής ήττας ωθεί όχι μόνο τους Ευρωπαίους αλλά και την Ουάσιγκτον να αρχίσει να κινεί ξει τον δρόμο για έναν συμβιβασμό, όσο είναι ακόμα καιρός. Η τελευταία έκθεση της Rand Corporation είναι ενδεικτική. Η Δύση εντείνει τις αποστολές σύγχρονων όπλων για να εξισορροπήσει το ρωσικό πλεονέκτημα. Ελπίζουν ότι έτσι θα υποχρεώσουν τον Πούτιν να διαπραγματευθεί, περιοριζόμενος στα κέρδη που ήδη έχει. Το παιχνίδι αυτό, ωστόσο, είναι επικίνδυνο. Εάν η Δύση παραδώσει τους πυραύλους που ζητάει το Κίεβο και οι Ουκρανοί πλήξουν ρωσικές πόλεις, οι Ρώσοι θα χρησιμοποιήσουν όποια όπλα διαθέτουν για να καταστρέψουν την Ουκρανία, χωρίς να αποκλείεται και η χρήση τακτικών ή «μικρών» πυρηνικών. Σε μια τέτοια περίπτωση, αντί να επέλθουν ισορροπία και διαπραγματεύσεις, θα αυξηθούν πολύ οι πιθανότητες η σύρραξη να μετεξελιχθεί σε πυρηνική.

Το ενδεχόμενο τερματισμού της σύρραξης μέσω συμβιβασμού συγκεντρώνει αυτή την περίοδο αμελητέες πιθανότητες. Οι Ρώσοι προσδοκούν ότι η επικείμενη μεγάλη επίθεσή τους θα σπάσει την ουκρανική άμυνα και θα τους φέρει σε θέση να υπαγορεύσουν τους όρους τους. Γι’ αυτό και απέκλεισαν επισήμως την έναρξη ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων. Από την άλλη πλευρά, ούτε ο Ζελένσκι είναι δυνατόν να υπογράψει την παράδοση στη Ρωσία των ουκρανικών εδαφών που σήμερα κατέχει και πολύ περισσότερο όσων ακόμα κατακτήσει, εάν η επίθεσή της αποδώσει. Κατά συνέπεια, όλα δείχνουν πως ο πόλεμος θα είναι μέχρι τελικής πτώσεως. Όπως προαναφέραμε, η εξέλιξη θα κριθεί από την επικείμενη ρωσική επίθεση.

Η αμερικανική κυβέρνηση παρασύρθηκε από το αντιρωσικό πάθος της, το οποίο την ώθησε να εκλάβει τους πόθους της για πραγματικότητα κυρίως σε ό,τι αφορά την αποτελεσματικότητα των κυρώσεων. Ο πόλεμος αυτός, όμως, δεν είναι υπαρξιακός μόνο για την Ουκρανία αλλά και για τη Ρωσία. Μια ήττα της Ρωσίας δεν θα αποσταθεροποιούσε μόνο το καθεστώς Πούτιν. Θα την υποβάθμιζε σε βαθμό διάλυσης και γι’ αυτό κανείς στη Μόσχα δεν πρόκειται να αφήσει τα πράγματα να φθάσουν εκεί, έστω και αν ως ύστατη λύση χρειασθεί να κάνει χρήση τακτικών πυρηνικών. Στον Λευκό Οίκο ξέχασαν τη ρήση του Τζον Κένεντι πως είναι επικίνδυνος τυχοδιωκτισμός να στριμώχνεις σε βαθμό υπαρξιακό μια πυρηνική δύναμη, πολύ περισσότερο τη μεγαλύτερη σε αριθμό πυρηνικών κεφαλών. Ευτυχώς, δεν είμαστε ακόμα εκεί.

Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 18/3