Η παραδοξότητα του φαινομένου συναγωνίζεται την περιοδικότητά του: Υπό την απειλή νέων επώδυνων μέτρων, ο πρωθυπουργός αποδύεται σε νέες επενδυτικές εκστρατείες. Οι τελευταίες καταλήγουν πάντα σε θρίαμβο, τον οποίο, ωστόσο, δεν εννοούν να εννοήσουν οι πολίτες. Ακολουθούν νέα μέτρα και νέες διεθνείς εκστρατείες, που αποκομίζουν νέους διπλωματικούς θριάμβους και νέες επενδύσεις. Τούτων δοθέντων, ένας αμερικανικός θρίαμβος αναμένεται τις επόμενες μέρες.

Το ερώτημα, όμως, που τίθεται είναι πόσους ακόμη θριάμβους αυτής της κυβέρνησης είναι σε θέση να αντέξει αυτή η χώρα.

Και, όπως πάντα, ο θρίαμβος ξεκινά με το περίφημο σύνθημα του Ναπολέοντα: «On s' engage et puis on ovoit!» (Ας εμπλακούμε στη μάχη και μετά βλέπουμε!). Το σύνθημα αυτό μπορεί να μην οδήγησε τις στρατιές του Ναπολέοντα στην τελική νίκη, όμως είναι εκείνο που καθοδηγεί τον Αλέξη Τσίπρα στην κατάληψη του Λευκού Οίκου. Αλλωστε, δεν χρειάζεται και τίποτε περισσότερο ο πρωθυπουργός, αφού πηγαίνει στην αμερικανική ήπειρο άλλος άνθρωπος. Φίλος της επιχειρηματικότητας, φρουρός του κεφαλαίου που θα επενδύσουν οι Αμερικανοί καπιταλιστές, εμπνευσμένος πολιτικός που θέλει να επιτύχει την κοινωνική συνοχή μέσω της επενδυτικής ανάπτυξης και της εξόδου στις αγορές.

Ένας ηγέτης που όλοι θέλουν να συναντήσουν, να τον ακούσουν με θαυμασμό, να του σφίξουν το χέρι, να μάθουν πώς «Αυτός» τα κατάφερε απέναντι στη σκληρή λιτότητα, τον άκαμπτο Σόιμπλε, την αγέλαστη Μέρκελ! Εντάξει… Ας φάει ο λαός τις ψευδαισθήσεις των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.

Πέρα από τη χρεοκοπία μας, έχουμε γίνει ταυτόσημοι με την αποτυχία. Ο σημερινός πρωθυπουργός και το επιτελείο του έχουν ένα τεράστιο, θρασύ εγώ. Θεωρούν ότι θα κλείσουν το μάτι σε κάποιον Ελληνοαμερικανό ή ξένο επενδυτή και θα του πουν «εντάξει, θα το πάρεις» και εκείνος θα τρέξει. Δεν πάει έτσι το πράγμα.

Τώρα, όμως, είμαστε ένα υβριδικό μόρφωμα, μια ημιτριτοκοσμική χώρα, που προσπαθεί να επιβιώσει σε ένα ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο. Σε ορισμένα μυαλά υπάρχει η ελπίδα ότι ο Λευκός Οίκος θα μας στείλει επενδυτές με ειδικά ναυλωμένα 747. Δυστυχώς δεν θα έλθουν. Τα αεροπλάνα από τη Νέα Υόρκη και το Λονδίνο γεμίζουν μόνο με εκπροσώπους των distress fund, που ψάχνουν και εντοπίζουν τους επενδυτικούς θησαυρούς που κρύβονται στα «κόκκινα» δάνεια των ελληνικών τραπεζών. Εκεί όντως γίνεται μεγάλο παιχνίδι.

Προφανώς, εκθειάζεται και δικαίως, υπό μία έννοια, μια ανακατανομή επιρροής υπέρ της Αθήνας: επανέρχεται η παραδοσιακά ισχυρή και επιδραστική Ουάσινγκτον και ακολουθεί το Βερολίνο με την εγγενή απροθυμία του και τη διπλωματική αμηχανία του. Η αμέριστη πολιτική συμπαράσταση των ΗΠΑ προς την παρούσα ή και προς μια μελλοντική κυβέρνηση αιτιολογείται από τη γεωπολιτική και γεωοικονομική σημασία της Ελλάδας στην άκρως ασταθή μεσογειακή λεκάνη. Εξού και η έμφαση που δίδεται στη στρατηγική και ενεργειακή συμμαχία Ισραήλ-Κύπρου-Ελλάδας, που μπορούν να συγκροτήσουν έναν φιλοδυτικό άξονα σταθερότητας, υψηλής προτεραιότητας, σε μια φλεγόμενη περιοχή.

Το αμερικανικό ενδιαφέρον θα συνεχιστεί ενισχυόμενο, στο μέτρο που θα επαληθεύονται τα ενεργειακά κοιτάσματα και στο μέτρο που οι αραβικές χώρες, αλλά και η Τουρκία, θα βρίσκονται σε αστάθεια. Όντως, η Ελλάδα βρίσκεται σε ιστορική καμπή: θα μπορέσει να αξιοποιήσει τα γεωπολιτικά της πλεονεκτήματα για να σταθεροποιηθεί οικονομικά και κοινωνικά; Δεν υπάρχει απάντηση… καθώς δεν θέλω να κάψω τις ελπίδες.