Η «Σκοτεινή Ηπειρος»
9 Μαΐου του 1945. Τέλος επισήµως του Β’ Παγκόσµιου Πολέµου. Ολα αυτά στα χαρτιά. Γιατί ο πόλεµος τότε έδειξε τα πραγµατικά του δόντια στην κατεστραµµένη ήπειρο, που δικαίως οι νικητές Αµερικανοί θα ονοµάσουν «Σκοτεινή Ηπειρο». Γιατί το σκοτάδι που ελλόχευε πεντέµισι χρόνια ήλθε τότε και εγκαταστάθηκε στα ερείπια µιας κάποτε αυτοκρατορικής ηπείρου.
Φανταστείτε έναν κόσµο χωρίς θεσµούς. Οπου τα σύνορα µεταξύ των χωρών δείχνουν να έχουν διαλυθεί, αφήνοντας ένα συµπαγές, ατελείωτο τοπίο, πάνω στο οποίο οι άνθρωποι ταξιδεύουν ψάχνοντας για κοινότητες που δεν υπάρχουν πια. ∆εν υπάρχουν πλέον κυβερνήσεις, είτε σε εθνικό είτε ακόµα και σε τοπικό επίπεδο. ∆εν υπάρχουν σχολεία ή πανεπιστήµια, βιβλιοθήκες ή αρχεία, καµία πρόσβαση σε καµία απολύτως πληροφορία. ∆εν υπάρχει κινηµατογράφος και θέατρο και σίγουρα όχι τηλεόραση. Το ραδιόφωνο λειτουργεί περιστασιακά, αλλά το σήµα είναι µακρινό και σχεδόν πάντα σε κάποια ξένη γλώσσα. Κανείς δεν έχει δει εφηµερίδα επί εβδοµάδες. ∆εν υπάρχουν σιδηρόδροµοι ή µηχανοκίνητα οχήµατα, δεν υπάρχουν τηλέφωνα ή τηλεγραφεία, ταχυδροµεία, καµία απολύτως επικοινωνία, εκτός από όσα περνούν από στόµα σε στόµα.
∆εν υπάρχουν τράπεζες, αλλά αυτό δεν είναι και µεγάλο δυστύχηµα, αφού το χρήµα δεν έχει πλέον καµία αξία. ∆εν υπάρχουν καταστήµατα, διότι κανείς δεν έχει τίποτα να πουλήσει. Τίποτα δεν φτιάχνεται εδώ: Τα µεγάλα εργοστάσια και οι επιχειρήσεις που υπήρχαν έχουν όλα καταστραφεί ή αποσυναρµολογηθεί, όπως συµβαίνει και µε τα περισσότερα άλλα κτίρια. ∆εν υπάρχουν εργαλεία, εκτός από εκείνα που µπορούν να ξεθαφτούν κάτω από τα ερείπια. ∆εν υπάρχουν τρόφιµα. Ο νόµος και η τάξη είναι σχεδόν ανύπαρκτα, διότι δεν υπάρχει αστυνοµική δύναµη και σύστηµα απονοµής δικαιοσύνης. Σε µερικές περιοχές δεν φαίνεται πλέον να υπάρχει καµία σαφής αίσθηση για το τι είναι σωστό και τι λάθος. Οι άνθρωποι παίρνουν µόνοι τους ό,τι θέλουν δίχως να λογαριάζουν ιδιοκτησία - πράγµατι, η ίδια η αίσθηση της ιδιοκτησίας έχει εν πολλοίς εξαφανιστεί. Τα αγαθά ανήκουν µόνο σε εκείνους που είναι αρκετά δυνατοί για να τα κρατήσουν και σε εκείνους που είναι πρόθυµοι να τα περιφρουρήσουν µε τη ζωή τους. Ανθρωποι µε όπλα περιδιαβαίνουν τους δρόµους παίρνοντας ό,τι θέλουν και απειλώντας οποιονδήποτε βρεθεί µπροστά τους. Γυναίκες όλων των τάξεων και ηλικιών εκδίδονται για φαγητό και προστασία. ∆εν υπάρχει ντροπή. ∆εν υπάρχει ηθική. Υπάρχει µόνο η επιβίωση. Είναι δύσκολο για τις σύγχρονες γενιές να φανταστούν την ύπαρξη ενός τέτοιου κόσµου έξω από τη φαντασία των σεναριογράφων του Χόλιγουντ. Υπάρχουν, ωστόσο, εν ζωή σήµερα εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι που βίωσαν αυτές ακριβώς τις συνθήκες - όχι σε κάποιες µακρινές γωνιές του πλανήτη, αλλά στην καρδιά εκείνης της περιοχής που για δεκαετίες εθεωρείτο µια από τις πιο σταθερές και ανεπτυγµένες στη Γη. Το 1944 και 1945 µεγάλα τµήµατα της Ευρώπης αφέθηκαν στο χάος επί µήνες. Ο Β’ Παγκόσµιος Πόλεµος -οπωσδήποτε ο πιο καταστροφικός στην Ιστορία- είχε καταστρέψει όχι µόνο τη φυσική υποδοµή, αλλά και τους θεσµούς που κρατούσαν ενωµένες τις χώρες.
Το πολιτικό σύστημα είχε καταρρεύσει σε τέτοιον βαθµό, ώστε Αµερικανοί παρατηρητές προειδοποιούσαν για την πιθανότητα ενός εµφυλίου σε ευρωπαϊκή κλίµακα. Το σκόπιµο κοµµάτιασµα των κοινοτήτων είχε σπείρει µια µη αναστρέψιµη έλλειψη εµπιστοσύνης µεταξύ γειτόνων και η καθολική πείνα είχε καταστήσει την προσωπική ηθική άνευ σηµασίας. «Η Ευρώπη», ισχυρίζονταν οι «New York Times» τον Μάρτιο του 1945, «βρίσκεται σε µια κατάσταση την οποία κανείς Αµερικανός δεν µπορεί να ελπίζει να καταλάβει». Ηταν η «Νέα Σκοτεινή Ηπειρος». Το ότι αυτή η Ευρώπη κατάφερε να βγει µόνη της από αυτόν τον βούρκο και στη συνέχεια να γίνει µια ακµάζουσα, ανεκτική ήπειρος φαντάζει τουλάχιστον ως θαύµα. Αναλογιζόµενος κανείς τα κατορθώµατα ανοικοδόµησης που έλαβαν χώρα -την εκ νέου κατασκευή δρόµων, σιδηροδρόµων, εργοστασίων, ακόµα και ολόκληρων πόλεων-, µπαίνει στον πειρασµό να µη δει τίποτε άλλο παρά µόνο πρόοδο. Η πολιτική αναγέννηση που συνέβη στη ∆ύση είναι επίσης εντυπωσιακή, ιδίως η αναµόρφωση της Γερµανίας, που µεταµορφώθηκε από ένα κράτος-παρία σε υπεύθυνο µέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας µέσα σε µόλις λίγα χρόνια.
Κατά τα µεταπολεµικά χρόνια γεννήθηκε επίσης µια νέα επιθυµία για διεθνή συνεργασία, που θα έφερνε όχι µόνο ευηµερία, αλλά και ειρήνη. Οι δεκαετίες που πέρασαν από το 1945 έχουν χαιρετιστεί ως η πιο µακρά περίοδος διεθνούς ειρήνης στην Ευρώπη από την εποχή της ρωµαϊκής αυτοκρατορίας.
∆εν είναι να αναρωτιέται κανείς για το γεγονός ότι όσοι γράφουν για τη µεταπολεµική εποχή -ιστορικοί, πολιτικοί και οικονοµολόγοι- την παρουσιάζουν συχνά ως µια περίοδο κατά την οποία η Ευρώπη αναδύθηκε σαν τον φοίνικα από τις στάχτες της καταστροφής. Σύµφωνα µε αυτή την άποψη, η λήξη του πολέµου σηµατοδότησε, όχι µόνο το τέλος της καταπίεσης και της βίας, αλλά και την πνευµατική, ηθική και οικονοµική αναγέννηση ολόκληρης της ηπείρου. Οι Γερµανοί αποκαλούν τους µήνες µετά τον πόλεµο Stunde null («Ωρα Μηδέν») - µε την έννοια ότι ήταν µια εποχή που το κράτος αποκαθάρθηκε και επιτράπηκε στην Ιστορία να ξαναρχίσει. ∆εν χρειάζεται, όµως, µεγάλη φαντασία για να δει κανείς ότι αυτή είναι µια επιτηδευµένα ρόδινη άποψη της µεταπολεµικής ιστορίας. Κατ’ αρχάς, ο πόλεµος δεν σταµάτησε απλώς µε την ήττα του Χίτλερ. Μια σύρραξη της κλίµακας του Β’ Παγκοσµίου Πολέµου, µε όλες τις µικρές εµφύλιες διαµάχες που περιέκλειε, πήρε µήνες, αν όχι χρόνια, µέχρι να σταµατήσει και το τέλος ήρθε σε διαφορετικές εποχές στα διάφορα µέρη της Ευρώπης.
Εξίσου αµφίβολη είναι η ιδέα της «Stunde null». Σίγουρα δεν υπήρξε καµία διαγραφή των όσων έγιναν, όσο πολύ κι αν το εύχονταν αυτό οι Γερµανοί πολιτικοί. Την επαύριον του πολέµου κύµατα εκδίκησης και ανταπόδοσης ξέσπασαν πάνω σε κάθε σφαίρα της ευρωπαϊκής ζωής. Εθνη στερήθηκαν εδάφη και περιουσίες, κυβερνήσεις και οργανισµοί υπέστησαν εκκαθαρίσεις και ολόκληρες κοινότητες τροµοκρατήθηκαν γι’ αυτό που εκλαµβανόταν ότι είχαν πράξει κατά τον πόλεµο. Αρκετή από τη χειρότερη εκδίκηση καταφέρθηκε εναντίον µεµονωµένων ατόµων. Γερµανοί πολίτες σε ολόκληρη την Ευρώπη υπέστησαν ξυλοδαρµούς, συνελήφθησαν, χρησιµοποιήθηκαν ως εργάτες-δούλοι ή απλώς δολοφονήθηκαν. Στρατιώτες και αστυνοµικοί που είχαν συνεργαστεί µε τους ναζί συνελήφθησαν και βασανίστηκαν. Γυναίκες που είχαν κοιµηθεί µε Γερµανούς στρατιώτες ξεγυµνώνονταν, ξυρίζονταν και διαποµπεύονταν στους δρόµους αλειµµένες µε πίσσα. Γερµανίδες, Ουγγαρέζες και Αυστριακές βιάστηκαν κατά εκατοµµύρια. Αντί να καθαρίσει τη βρωµιά, η επαύριον του πολέµου απλώς διέδωσε τα παράπονα µεταξύ των κοινοτήτων και µεταξύ των εθνών, πολλά από τα οποία είναι ακόµα και σήµερα ζωντανά.
Το τέλος του πολέµου δεν σηµατοδότησε ούτε τη γέννηση µιας νέας εποχής εθνικής αρµονίας στην Ευρώπη. Στην πραγµατικότητα, σε ορισµένα µέρη της ηπείρου οι εθνικές εντάσεις έγιναν χειρότερες. Οι Εβραίοι συνέχισαν να αποτελούν στόχο. Οι µειονότητες παντού κατέστησαν για ακόµα µία φορά πολιτικοί στόχοι και σε ορισµένες περιοχές αυτό οδήγησε σε ωµότητες εξίσου αποκρουστικές µε εκείνες που διέπραξαν οι ναζί. Η επαύριον του πολέµου είδε επίσης τη λογική κατάληξη όλων των προσπαθειών των ναζί να κατηγοριοποιήσουν και να διαχωρίσουν τις διαφορετικές φυλές. Μεταξύ του 1945 και του 1947 δεκάδες εκατοµµύρια άνδρες, γυναίκες και παιδιά εκδιώχθηκαν από τις χώρες τους σε µερικές από τις µεγαλύτερες ενέργειες εθνοκάθαρσης που είχε δει ποτέ ο κόσµος. Αυτό είναι ένα θέµα που σπανίως συζητιέται από τους θαυµαστές του «ευρωπαϊκού θαύµατος» και ακόµα πιο σπάνια γίνεται κατανοητό: ακόµα και εκείνοι που γνωρίζουν για τις εκδιώξεις των Γερµανών ξέρουν ελάχιστα πράγµατα σχετικά µε παρόµοιους διωγµούς άλλων µειονοτήτων σε ολόκληρο το εύρος της Ανατολικής Ευρώπης. Η πολιτισµική ποικιλοµορφία, που αποτελούσε κάποτε συστατικό µέρος του ευρωπαϊκού τοπίου πριν ή ακόµη και κατά τη διάρκεια του πολέµου, δεν δέχτηκε το τελειωτικό, θανάσιµο πλήγµα παρά µόνο µετά το τέλος του.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά το Σάββατο 15 Μαΐου
Φανταστείτε έναν κόσµο χωρίς θεσµούς. Οπου τα σύνορα µεταξύ των χωρών δείχνουν να έχουν διαλυθεί, αφήνοντας ένα συµπαγές, ατελείωτο τοπίο, πάνω στο οποίο οι άνθρωποι ταξιδεύουν ψάχνοντας για κοινότητες που δεν υπάρχουν πια. ∆εν υπάρχουν πλέον κυβερνήσεις, είτε σε εθνικό είτε ακόµα και σε τοπικό επίπεδο. ∆εν υπάρχουν σχολεία ή πανεπιστήµια, βιβλιοθήκες ή αρχεία, καµία πρόσβαση σε καµία απολύτως πληροφορία. ∆εν υπάρχει κινηµατογράφος και θέατρο και σίγουρα όχι τηλεόραση. Το ραδιόφωνο λειτουργεί περιστασιακά, αλλά το σήµα είναι µακρινό και σχεδόν πάντα σε κάποια ξένη γλώσσα. Κανείς δεν έχει δει εφηµερίδα επί εβδοµάδες. ∆εν υπάρχουν σιδηρόδροµοι ή µηχανοκίνητα οχήµατα, δεν υπάρχουν τηλέφωνα ή τηλεγραφεία, ταχυδροµεία, καµία απολύτως επικοινωνία, εκτός από όσα περνούν από στόµα σε στόµα.
∆εν υπάρχουν τράπεζες, αλλά αυτό δεν είναι και µεγάλο δυστύχηµα, αφού το χρήµα δεν έχει πλέον καµία αξία. ∆εν υπάρχουν καταστήµατα, διότι κανείς δεν έχει τίποτα να πουλήσει. Τίποτα δεν φτιάχνεται εδώ: Τα µεγάλα εργοστάσια και οι επιχειρήσεις που υπήρχαν έχουν όλα καταστραφεί ή αποσυναρµολογηθεί, όπως συµβαίνει και µε τα περισσότερα άλλα κτίρια. ∆εν υπάρχουν εργαλεία, εκτός από εκείνα που µπορούν να ξεθαφτούν κάτω από τα ερείπια. ∆εν υπάρχουν τρόφιµα. Ο νόµος και η τάξη είναι σχεδόν ανύπαρκτα, διότι δεν υπάρχει αστυνοµική δύναµη και σύστηµα απονοµής δικαιοσύνης. Σε µερικές περιοχές δεν φαίνεται πλέον να υπάρχει καµία σαφής αίσθηση για το τι είναι σωστό και τι λάθος. Οι άνθρωποι παίρνουν µόνοι τους ό,τι θέλουν δίχως να λογαριάζουν ιδιοκτησία - πράγµατι, η ίδια η αίσθηση της ιδιοκτησίας έχει εν πολλοίς εξαφανιστεί. Τα αγαθά ανήκουν µόνο σε εκείνους που είναι αρκετά δυνατοί για να τα κρατήσουν και σε εκείνους που είναι πρόθυµοι να τα περιφρουρήσουν µε τη ζωή τους. Ανθρωποι µε όπλα περιδιαβαίνουν τους δρόµους παίρνοντας ό,τι θέλουν και απειλώντας οποιονδήποτε βρεθεί µπροστά τους. Γυναίκες όλων των τάξεων και ηλικιών εκδίδονται για φαγητό και προστασία. ∆εν υπάρχει ντροπή. ∆εν υπάρχει ηθική. Υπάρχει µόνο η επιβίωση. Είναι δύσκολο για τις σύγχρονες γενιές να φανταστούν την ύπαρξη ενός τέτοιου κόσµου έξω από τη φαντασία των σεναριογράφων του Χόλιγουντ. Υπάρχουν, ωστόσο, εν ζωή σήµερα εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι που βίωσαν αυτές ακριβώς τις συνθήκες - όχι σε κάποιες µακρινές γωνιές του πλανήτη, αλλά στην καρδιά εκείνης της περιοχής που για δεκαετίες εθεωρείτο µια από τις πιο σταθερές και ανεπτυγµένες στη Γη. Το 1944 και 1945 µεγάλα τµήµατα της Ευρώπης αφέθηκαν στο χάος επί µήνες. Ο Β’ Παγκόσµιος Πόλεµος -οπωσδήποτε ο πιο καταστροφικός στην Ιστορία- είχε καταστρέψει όχι µόνο τη φυσική υποδοµή, αλλά και τους θεσµούς που κρατούσαν ενωµένες τις χώρες.
Οι δεκαετίες που πέρασαν από το 1945 έχουν χαιρετιστεί ως η πιο μακρά περίοδος διεθνούς ειρήνης στην Ευρώπη από την εποχή της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας
Το πολιτικό σύστημα είχε καταρρεύσει σε τέτοιον βαθµό, ώστε Αµερικανοί παρατηρητές προειδοποιούσαν για την πιθανότητα ενός εµφυλίου σε ευρωπαϊκή κλίµακα. Το σκόπιµο κοµµάτιασµα των κοινοτήτων είχε σπείρει µια µη αναστρέψιµη έλλειψη εµπιστοσύνης µεταξύ γειτόνων και η καθολική πείνα είχε καταστήσει την προσωπική ηθική άνευ σηµασίας. «Η Ευρώπη», ισχυρίζονταν οι «New York Times» τον Μάρτιο του 1945, «βρίσκεται σε µια κατάσταση την οποία κανείς Αµερικανός δεν µπορεί να ελπίζει να καταλάβει». Ηταν η «Νέα Σκοτεινή Ηπειρος». Το ότι αυτή η Ευρώπη κατάφερε να βγει µόνη της από αυτόν τον βούρκο και στη συνέχεια να γίνει µια ακµάζουσα, ανεκτική ήπειρος φαντάζει τουλάχιστον ως θαύµα. Αναλογιζόµενος κανείς τα κατορθώµατα ανοικοδόµησης που έλαβαν χώρα -την εκ νέου κατασκευή δρόµων, σιδηροδρόµων, εργοστασίων, ακόµα και ολόκληρων πόλεων-, µπαίνει στον πειρασµό να µη δει τίποτε άλλο παρά µόνο πρόοδο. Η πολιτική αναγέννηση που συνέβη στη ∆ύση είναι επίσης εντυπωσιακή, ιδίως η αναµόρφωση της Γερµανίας, που µεταµορφώθηκε από ένα κράτος-παρία σε υπεύθυνο µέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας µέσα σε µόλις λίγα χρόνια.
Κατά τα µεταπολεµικά χρόνια γεννήθηκε επίσης µια νέα επιθυµία για διεθνή συνεργασία, που θα έφερνε όχι µόνο ευηµερία, αλλά και ειρήνη. Οι δεκαετίες που πέρασαν από το 1945 έχουν χαιρετιστεί ως η πιο µακρά περίοδος διεθνούς ειρήνης στην Ευρώπη από την εποχή της ρωµαϊκής αυτοκρατορίας.
∆εν είναι να αναρωτιέται κανείς για το γεγονός ότι όσοι γράφουν για τη µεταπολεµική εποχή -ιστορικοί, πολιτικοί και οικονοµολόγοι- την παρουσιάζουν συχνά ως µια περίοδο κατά την οποία η Ευρώπη αναδύθηκε σαν τον φοίνικα από τις στάχτες της καταστροφής. Σύµφωνα µε αυτή την άποψη, η λήξη του πολέµου σηµατοδότησε, όχι µόνο το τέλος της καταπίεσης και της βίας, αλλά και την πνευµατική, ηθική και οικονοµική αναγέννηση ολόκληρης της ηπείρου. Οι Γερµανοί αποκαλούν τους µήνες µετά τον πόλεµο Stunde null («Ωρα Μηδέν») - µε την έννοια ότι ήταν µια εποχή που το κράτος αποκαθάρθηκε και επιτράπηκε στην Ιστορία να ξαναρχίσει. ∆εν χρειάζεται, όµως, µεγάλη φαντασία για να δει κανείς ότι αυτή είναι µια επιτηδευµένα ρόδινη άποψη της µεταπολεµικής ιστορίας. Κατ’ αρχάς, ο πόλεµος δεν σταµάτησε απλώς µε την ήττα του Χίτλερ. Μια σύρραξη της κλίµακας του Β’ Παγκοσµίου Πολέµου, µε όλες τις µικρές εµφύλιες διαµάχες που περιέκλειε, πήρε µήνες, αν όχι χρόνια, µέχρι να σταµατήσει και το τέλος ήρθε σε διαφορετικές εποχές στα διάφορα µέρη της Ευρώπης.
Εξίσου αµφίβολη είναι η ιδέα της «Stunde null». Σίγουρα δεν υπήρξε καµία διαγραφή των όσων έγιναν, όσο πολύ κι αν το εύχονταν αυτό οι Γερµανοί πολιτικοί. Την επαύριον του πολέµου κύµατα εκδίκησης και ανταπόδοσης ξέσπασαν πάνω σε κάθε σφαίρα της ευρωπαϊκής ζωής. Εθνη στερήθηκαν εδάφη και περιουσίες, κυβερνήσεις και οργανισµοί υπέστησαν εκκαθαρίσεις και ολόκληρες κοινότητες τροµοκρατήθηκαν γι’ αυτό που εκλαµβανόταν ότι είχαν πράξει κατά τον πόλεµο. Αρκετή από τη χειρότερη εκδίκηση καταφέρθηκε εναντίον µεµονωµένων ατόµων. Γερµανοί πολίτες σε ολόκληρη την Ευρώπη υπέστησαν ξυλοδαρµούς, συνελήφθησαν, χρησιµοποιήθηκαν ως εργάτες-δούλοι ή απλώς δολοφονήθηκαν. Στρατιώτες και αστυνοµικοί που είχαν συνεργαστεί µε τους ναζί συνελήφθησαν και βασανίστηκαν. Γυναίκες που είχαν κοιµηθεί µε Γερµανούς στρατιώτες ξεγυµνώνονταν, ξυρίζονταν και διαποµπεύονταν στους δρόµους αλειµµένες µε πίσσα. Γερµανίδες, Ουγγαρέζες και Αυστριακές βιάστηκαν κατά εκατοµµύρια. Αντί να καθαρίσει τη βρωµιά, η επαύριον του πολέµου απλώς διέδωσε τα παράπονα µεταξύ των κοινοτήτων και µεταξύ των εθνών, πολλά από τα οποία είναι ακόµα και σήµερα ζωντανά.
Το τέλος του πολέµου δεν σηµατοδότησε ούτε τη γέννηση µιας νέας εποχής εθνικής αρµονίας στην Ευρώπη. Στην πραγµατικότητα, σε ορισµένα µέρη της ηπείρου οι εθνικές εντάσεις έγιναν χειρότερες. Οι Εβραίοι συνέχισαν να αποτελούν στόχο. Οι µειονότητες παντού κατέστησαν για ακόµα µία φορά πολιτικοί στόχοι και σε ορισµένες περιοχές αυτό οδήγησε σε ωµότητες εξίσου αποκρουστικές µε εκείνες που διέπραξαν οι ναζί. Η επαύριον του πολέµου είδε επίσης τη λογική κατάληξη όλων των προσπαθειών των ναζί να κατηγοριοποιήσουν και να διαχωρίσουν τις διαφορετικές φυλές. Μεταξύ του 1945 και του 1947 δεκάδες εκατοµµύρια άνδρες, γυναίκες και παιδιά εκδιώχθηκαν από τις χώρες τους σε µερικές από τις µεγαλύτερες ενέργειες εθνοκάθαρσης που είχε δει ποτέ ο κόσµος. Αυτό είναι ένα θέµα που σπανίως συζητιέται από τους θαυµαστές του «ευρωπαϊκού θαύµατος» και ακόµα πιο σπάνια γίνεται κατανοητό: ακόµα και εκείνοι που γνωρίζουν για τις εκδιώξεις των Γερµανών ξέρουν ελάχιστα πράγµατα σχετικά µε παρόµοιους διωγµούς άλλων µειονοτήτων σε ολόκληρο το εύρος της Ανατολικής Ευρώπης. Η πολιτισµική ποικιλοµορφία, που αποτελούσε κάποτε συστατικό µέρος του ευρωπαϊκού τοπίου πριν ή ακόµη και κατά τη διάρκεια του πολέµου, δεν δέχτηκε το τελειωτικό, θανάσιµο πλήγµα παρά µόνο µετά το τέλος του.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά το Σάββατο 15 Μαΐου