Ισχυροί οι δεσμοί της Νέας Δημοκρατίας με την Αυτοδιοίκηση
Ενα βασικό συµπέρασµα που εξάγεται από την ευρεία νίκη της Νέας ∆ηµοκρατίας στις αυτοδιοικητικές εκλογές είναι ότι οι δεσµοί της κεντροδεξιάς παράταξης µε την Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι ισχυροί. Στις εκλογές της προηγούµενηςΚυριακής, σε πέντε από τις δεκατρείς περιφέρειες της χώρας εξελέγησαν µε υψηλά ποσοστά -άνω του 50%- τα πρόσωπα στα οποία είχε δηλώσει τη στήριξή της η Νέα ∆ηµοκρατία.
Πρόκειται για εν ενεργεία περιφερειάρχες (οι τέσσερις από τους πέντε), που επανεξελέγησαν λαµβάνοντας τη στήριξη δεκάδων χιλιάδων πολιτών, οι οποίοι επικύρωσαν µε τον πλέον ηχηρό τρόπο το έργο, την «πολιτεία» τους και το όραµά τους για τον τόπο τους.
Επιπλέον, στις υπόλοιπες περιφέρειες πέρασαν στον δεύτερο γύρο των εκλογών οι υποστηριζόµενοι από το κόµµα της αξιωµατικής αντιπολίτευσης, µε την πλειονότητά τους να προέρχεται από τον χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, έχοντας παραγάγει σηµαντικό έργο. Το ίδιο συνέβη και στην πλειονότητα των δήµων της χώρας, όπου πρόσωπα που ανήκουν στην ευρύτερη Κεντροδεξιά ανανέωσαν την εµπιστοσύνη των συµπολιτών τους ή διεκδικούν την εκλογή τους στην αυριανή διαδικασία.
Η εξέλιξη αυτή µόνο τυχαία δεν φαίνεται να είναι. Οι στενοί δεσµοί της Νέας ∆ηµοκρατίας και των εκπροσώπων της µε τις τοπικές κοινωνίες δοκιµάστηκαν στον χρόνο, άντεξαν και ενισχύθηκαν. Ωστόσο, αυτό που φαίνεται να εξηγεί τα παραπάνω γεγονότα είναι ότι η πλειονότητα των λεγόµενων«γαλάζιων» αυτοδιοικητικών στελεχών που κυριαρχούν στις τοπικές κοινωνίες δεν προέρχονται από τον κοµµατικό σωλήνα.
Εξάλλου, τα ποσοστά που λαµβάνουν είναι πολύ µεγαλύτερααπό εκείνα της Νέας ∆ηµοκρατίας, είτε η κεντροδεξιά παράταξη βρίσκεται σε τροχιά νίκης είτε σε περίοδο ύφεσης. Πρόκειται για ενεργά στελέχη των κατά τόπους κοινωνιών, µε παρέµβασηκαι προτάσεις στην εκεί δηµόσια ζωή. Εχουν λόγο για την ανάπτυξη της περιοχής τους, ενώ όταν λαµβάνουν εξουσία στα χέρια τους τη χρησιµοποιούν προς όφελος των περιφερειών, των δήµων και των κοινοτήτων της χώρας.
Και βέβαια όταν κάνουν κατάχρηση αυτής της εξουσίας -και υπάρχουν παραδείγµατα- οι πολίτες τούς δείχνουν τον... δρόµοτης εξόδου. Αυτό το δεδοµένο δεν φαίνεται να υπάρχει ούτε στον ΣΥΡΙΖΑ ούτε στο Κίνηµα Αλλαγής ούτε σε άλλο κόµµα, αλλά αποτελεί πολύτιµη «περιουσία» της Νέας ∆ηµοκρατίας.
Πρόκειται για εν ενεργεία περιφερειάρχες (οι τέσσερις από τους πέντε), που επανεξελέγησαν λαµβάνοντας τη στήριξη δεκάδων χιλιάδων πολιτών, οι οποίοι επικύρωσαν µε τον πλέον ηχηρό τρόπο το έργο, την «πολιτεία» τους και το όραµά τους για τον τόπο τους.
Επιπλέον, στις υπόλοιπες περιφέρειες πέρασαν στον δεύτερο γύρο των εκλογών οι υποστηριζόµενοι από το κόµµα της αξιωµατικής αντιπολίτευσης, µε την πλειονότητά τους να προέρχεται από τον χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, έχοντας παραγάγει σηµαντικό έργο. Το ίδιο συνέβη και στην πλειονότητα των δήµων της χώρας, όπου πρόσωπα που ανήκουν στην ευρύτερη Κεντροδεξιά ανανέωσαν την εµπιστοσύνη των συµπολιτών τους ή διεκδικούν την εκλογή τους στην αυριανή διαδικασία.
Η εξέλιξη αυτή µόνο τυχαία δεν φαίνεται να είναι. Οι στενοί δεσµοί της Νέας ∆ηµοκρατίας και των εκπροσώπων της µε τις τοπικές κοινωνίες δοκιµάστηκαν στον χρόνο, άντεξαν και ενισχύθηκαν. Ωστόσο, αυτό που φαίνεται να εξηγεί τα παραπάνω γεγονότα είναι ότι η πλειονότητα των λεγόµενων«γαλάζιων» αυτοδιοικητικών στελεχών που κυριαρχούν στις τοπικές κοινωνίες δεν προέρχονται από τον κοµµατικό σωλήνα.
Εξάλλου, τα ποσοστά που λαµβάνουν είναι πολύ µεγαλύτερααπό εκείνα της Νέας ∆ηµοκρατίας, είτε η κεντροδεξιά παράταξη βρίσκεται σε τροχιά νίκης είτε σε περίοδο ύφεσης. Πρόκειται για ενεργά στελέχη των κατά τόπους κοινωνιών, µε παρέµβασηκαι προτάσεις στην εκεί δηµόσια ζωή. Εχουν λόγο για την ανάπτυξη της περιοχής τους, ενώ όταν λαµβάνουν εξουσία στα χέρια τους τη χρησιµοποιούν προς όφελος των περιφερειών, των δήµων και των κοινοτήτων της χώρας.
Και βέβαια όταν κάνουν κατάχρηση αυτής της εξουσίας -και υπάρχουν παραδείγµατα- οι πολίτες τούς δείχνουν τον... δρόµοτης εξόδου. Αυτό το δεδοµένο δεν φαίνεται να υπάρχει ούτε στον ΣΥΡΙΖΑ ούτε στο Κίνηµα Αλλαγής ούτε σε άλλο κόµµα, αλλά αποτελεί πολύτιµη «περιουσία» της Νέας ∆ηµοκρατίας.