Στο εθνικό DNA σταθερά και διαχρονικά εµπεριέχεται η διαρκής αµφισβήτηση της πολιτικής και των πολιτικών, χωρίς ωστόσο να υπάρχει ουσιαστικό προϊόν που να τεκµηριώνει κάτι τέτοιο. Είναι προφανές ότι ως λαός επιζητούµε το «αντί», αυτό που θα µας δώσει τη δυνατότητα να αµφισβητήσουµε και θα µας κάνει διαφορετικούς. Οµως, άλλο τόσο προφανές και ξεκάθαρο είναι το γεγονός ότι τα τελευταία τέσσερα χρόνια η χώρα έχει εισέλθει σε µια άνευ προηγουµένου αναπτυξιακή τροχιά.

Και δεν χρειάζεται να αναλύσει κανείς τα µακροοικονοµικά δεδοµένα για να το διαπιστώσει, αφού η αλλαγή των δεδοµένων προκύπτει στην καθηµερινότητα κάθε πολίτη. Από το ’19 µέχρι και σήµερα, κάτω από αντίξοες συνθήκες, έχει επέλθει µια σηµαντική µεταβολή σε αυτό που βιώνουµε ως πολίτες. Από την πραγµατικότητα της απόλυτης µιζέριας, που κάθε µέρα την καθόριζαν τα διεθνή αρνητικά δηµοσιεύµατα, ο συγχωρεµένος (πλέον) Σόιµπλε και οι κάθε λογής δανειστές µας, διανύσαµε οµολογουµένως µια µεγάλη διαδροµή και πλέον η χώρα στέκεται ίση απέναντι σε πανίσχυρες οικονοµίες της Ευρώπης.


H Ελλάδα από παράδειγμα προς αποφυγήν, παράδειγμα προς μίμηση

Ενδεχοµένως, σε αυτήν τη φάση η ελληνική οικονοµία να είναι πιο ισχυρή από εκείνη της Γερµανίας και σίγουρα της Ιταλίας. Εχοντας, λοιπόν, διαβεί τον Ρουβίκωνα των Μνηµονίων, κατάφερε να αποκτήσει (ως οικονοµία) τα απαραίτητα αντισώµατα, που είναι αναγκαία για να αντιµετωπίσει το διεθνές πληθωριστικό κύµα που πλήττει τις οικονοµίες των κρατών σε όλα τα επίπεδα. Αν και αποφεύγουµε ως λαός τη σύγκριση, έχοντας στραµµένο (σχεδόν πάντα) το βλέµµα προς τα µέσα, σε αυτή τη φάση το θαύµα που πέτυχε τα χρόνια της κρίσης η Ελλάδα είναι µοναδικό, αφού εν πολλοίς αποτελεί τον πιλότο και για τις χειµαζόµενες από τη διεθνή κρίση οικονοµίες.

Εκεί που για χρόνια ήταν το παράδειγµα προς αποφυγήν, πλέον είναι το παράδειγµα προς µίµηση. Στη χρονική συγκυρία που ο «πόλεµος του πληθωρισµού» απειλεί τις παγκοσµιοποιηµένες (και µέχρι πρότινος πανίσχυρες) οικονοµίες, η χώρα µας, εκτός από ανθεκτικότητα, δείχνει και µια άνευ προηγουµένου συνέπεια έναντι των δανειστών της, αποπληρώνοντας εµπροθέσµως τον δανεισµό της, ενώ παράλληλα όλοι οι δείκτες καταδεικνύουν ότι σε µια περίοδο απόλυτης ύφεσης εξακολουθεί να παράγει και να αναπτύσσεται. Σε αυτό το περιβάλλον, καθοριστικό ρόλο παίζει και η πολιτική σταθερότητα, που αποτελεί διαβατήριο για τους µεγαλύτερους επενδυτικούς οίκους του εξωτερικού. Ενώ οι περισσότερες χώρες της Ευρώπης αντιµετωπίζουν σοβαρά και πολυποίκιλα πολιτικά ζητήµατα, η Ελλάδα δείχνει να έχει βρει την περπατησιά της, έχοντας έναν από τους καλύτερους Ευρωπαίους ηγέτες. Εναν κυβερνήτη µε σχέδιο και πάνω απ’ όλα µε ρεαλισµό.

Το 2024 µπορεί να αποδειχθεί και ως ο χρόνος της απόλυτης εκτίναξης για τη χώρα

Ανεξάρτητα από το τι ψήφισε στις τελευταίες εκλογές κάποιος και από το τι σκέφτεται να ψηφίσει στις επερχόµενες ευρωεκλογές, το γεγονός ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης κρατάει σε αυτή τη συγκυρία το εθνικό πηδάλιο αποδεικνύεται εθνικά επωφελές. Εχοντας µια ανθεκτική οικονοµία, από τη µία, και έναν πρωθυπουργό που διαθέτει µακρόπνοο σχέδιο, από την άλλη, δεν µπορεί παρά να υπάρχει απόλυτη αισιοδοξία στη χαραυγή της νέας χρονιάς.

Για τους αναλυτές εντός και εκτός συνόρων, το 2024 µπορεί να αποδειχθεί και ως ο χρόνος της απόλυτης εκτίναξης για τη χώρα. Αλλωστε, οι βάσεις υπάρχουν, το σχέδιο υφίσταται και οι συνθήκες το επιτρέπουν. Ας κοιτάξουµε µε αισιοδοξία αυτό που έρχεται και ας αφήσουµε οριστικά πίσω τα πολλά και δύσκολα χρόνια, που όµως µας ωρίµασαν ως εθνική οντότητα. Γιατί, για να φτάσουµε να ατενίζουµε τόσο αισιόδοξα το αύριο, απαραίτητη προϋπόθεση ήταν να αποβάλουµε οριστικά τα σύνδροµα του λαϊκισµού, που για ένα µεγάλο χρονικό διάστηµα δηµιούργησαν ένα σκηνικό απόλυτης εθνικής ουτοπίας.

Δημοσιεύθηκε στο Secret των Παραπολιτικών