Σε χθεσινή ραδιοφωνική συνέντευξή του ο πρωθυπουργός και μιλώντας για την κατάσταση πραγμάτων στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, προχώρησε σε ένα γενικότερο σχόλιο για την αντιπολίτευση, τον πολιτικό διάλογο και γενικά για τα ζητούμενα που θέλουν οι πολίτες όχι μόνον από το σύστημα διακυβέρνησης αλλά και από το σύνολο του πολιτικού συστήματος. Και αυτό είναι να μην υπάρχει τοξικότητα πλέον τόσο στο Κοινοβούλιο όσο και στον δημόσιο διάλογο για τις αποφάσεις, τα νομοθετήματα, τις επιδιώξεις.

Είναι απαραίτητος ένας διάλογος, όπως τόνισε και ο πρωθυπουργός, που θα συνίσταται σε προτάσεις και αντιπροτάσεις. Σε παρατηρήσεις, προσθήκες, συγκλίσεις, στρατηγικές. Αν παρατηρήσουμε τη μεθοδολογία των πολιτικών και κομματικών αντιπαραθέσεων στην καθημερινότητα, θα δούμε ότι βρίθουν από χαρακτηρισμούς, απαξιωτικά σχόλια και καταγγελίες. Αυτό σε καμία περίπτωση δεν είναι το ζητούμενο. Ο κ. Μητσοτάκης στην ίδια συνέντευξη έφερε για παράδειγμα τις τελευταίες φορολογικές ρυθμίσεις που βρίσκονται σε δημόσια διαβούλευση.

Η κυβέρνηση προωθεί μια σειρά προβλέψεων για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής από μεγάλη μερίδα των ελεύθερων επαγγελματιών και των αυτοαπασχολούμενων επιχειρηματιών. Ταυτόχρονα έχει συγκροτήσει σε συνεργασία το υπουργείο Οικονομικών με την Ανεξάρτητη Αρχή Εσόδων μια σειρά «εργαλείων» και τεχνολογιών για τον εντοπισμό της επονομαζόμενης «μεγάλης φοροδιαφυγής». Σε άλλο επίπεδο έχει καταλογισθεί σειρά υψηλών προστίμων σε πολυεθνικές με προϊόντα ευρείας κατανάλωσης, που βρέθηκαν σύμφωνα με τη νομοθεσία να κερδοσκοπούν με δεδομένες τις πληθωριστικές πιέσεις από το διεθνές περιβάλλον.

Η κυβέρνηση προτείνει λύσεις, προβάλλει θέσεις, προκρίνει πολιτικές και λύσεις, νομοθετεί. Κάνει τη δουλειά της. Η αντιπολίτευση από την άλλη πλευρά, όχι μόνον η αξιωματική, όπως σημείωσε και ο πρωθυπουργός σχετικά, σιωπά ή στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ για το τεκμαρτό εισόδημα των ελεύθερων επαγγελματιών απαντά ότι είναι υπέρ της κατάργησης του μέτρου. Ναι, αλλά τι προτείνει στη θέση του; Ποια μεθοδολογία προκρίνει; Οι κύκλοι της αντιπολίτευσης υποστηρίζουν τη φοροδιαφυγή; Την ανισότητα, το έλλειμμα ισονομίας σε βάρος των μισθωτών, των συνταξιούχων και των ειλικρινών φορολογουμένων; Είναι πολύ απασχολημένοι με τα εσωκομματικά τους ζητήματα και δεν προλαβαίνουν να ασχοληθούν με τα κοινά ζητήματα της χώρας και του λαού;

Μα τότε γιατί λαμβάνουν τις βουλευτικές αποζημιώσεις τους ή τα κόμματά τους τις κρατικές χρηματοδοτήσεις, αυξάνοντας τις κοινές δαπάνες του προϋπολογισμού του κράτους; Ποια είναι η δουλειά και η ιδεολογία τους; Ο ναρκισσισμός και η απόλυτη αυταρέσκεια, ότι είναι απαραίτητοι στο έθνος και τον λαό αυτοδίκαια από την ύπαρξή τους ως κοινοβουλευτικό προσωπικό ή ως κομματικοί φορείς;

Η Ελλάδα ύστερα από έναν κύκλο δομικών λαθών κυβερνήσεων, αντιπολιτεύσεων, δημοσιολογούντων και συνδικάτων από το 1981 έως το 2011, υπερχρεώθηκε, κομματικοποιήθηκε σε όλα τα επίπεδα, κινήθηκε απολύτως ανορθολογικά στην πολιτική πρακτική -κυβερνητική και αντιπολιτευτική-, ανακάλυψε θεωρίες και θεωρήσεις μονοδιάστατες, χωρίς εθνική και κοινωνική ευθύνη, περί πολιτικού κόστος και «καμένης γης», χάθηκε μέσα σε εμφυλιακά σύνδρομα και μικροκομματικές φαντασιώσεις και αμοραλισμούς, χρεοκόπησε, κατέρρευσε, τέθηκε υπό διεθνή και ευρωπαϊκή «ξένη εντολή», εξυγιάνθηκε με τον «δύσκολο τρόπο» και από το 2018 πλέον έχει ανακτήσει τον έλεγχο του αυτοδιοίκητου του «σπιτιού» της. Του εθνικού κράτους. Πρέπει να το δομήσουμε εκ νέου σε υγιείς και ισχυρές βάσεις. Με νέα νοοτροπία, συλλογιστική και στρατηγική ορατότητα προς το 2030-2035. Ο κόσμος αλλάζει και εμείς ως Έλληνες θα πρέπει να αλλάξουμε ταυτόχρονα έναντι του παρελθόντος και έναντι των προκλήσεων του μέλλοντος.

Έχουμε πρωθυπουργό. Έχουμε ισχυρή κυβέρνηση. Αλλά χρειάζεται, είναι απαραίτητη σε μια Δημοκρατία η ώριμη και συγκροτημένη κοινή αντίληψη και δομή πολιτικού και κοινωνικού διαλόγου, συνθετικού και συνεκτικού για να οδηγηθεί το εθνικό κράτος στην αναβάθμιση και τον αναγέννησή του. Χρόνος δεν υπάρχει. Κάθε ημέρα που περνά, χάνεται… 

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή στις 17/11