To ''Stratego'' με την Τουρκία έχει βάθος
Άρθρο γνώμης
Πολλοί ισχυρίζονται ότι ο διάλογος µε την Τουρκία θα πρέπει να διακοπεί επειδή ακριβώς η πλευρά Ερντογάν δεν δείχνει καλή διάθεση ως προς τις θέσεις που προβάλλει. Υπάρχει µια παλιά αρχή στη διπλωµατία που έχει ακολουθηθεί από αιώνες. Ο διάλογος µεταξύ δύο ανταγωνιστικών χωρών συνεχίζεται µέχρι την ώρα που κηρύσσουν αυτές πόλεµο µεταξύ τους. Αυτή η προσέγγιση δεν είναι πρωτότυπη και µάλλον θα πρέπει να ισχύσει και στη συγκεκριµένη περίπτωση.
Ο διάλογος αυτός µπορεί να εξελίσσεται σε διάφορα επίπεδα. Αυτό των ηγετών, όπως η περίπτωση της νέας συνάντησης Μητσοτάκη - Ερντογάν στην Αγκυρα τη ∆ευτέρα, σε επίπεδα υπουργών Εξωτερικών, υπουργών Αµύνης, στρατιωτικών ηγεσιών, διπλωµατικών αποστολών και σίγουρα το ανεπίσηµο µεταξύ επικεφαλής µυστικών υπηρεσιών. Η Ελλάδα και η Τουρκία πολύ δύσκολα -µέχρι απίθανη µπορεί να χαρακτηρισθεί αυτή η περίπτωση- µπορεί να λύσουν τις διαφορές τους σε ζητήµατα κυριαρχίας και οικονοµικών ζωνών εκµετάλλευσης µέσω του διαλόγου. Αλλά ο διάλογος θα ήταν εύλογο να συνεχιστεί, µετατρέποντάς τις από εχθρικές δυνάµεις σε ανταγωνιστικές. Κάτι που στην πρώτη ανάγνωση µπορεί να µη µοιάζει ουσιώδες, αλλά αποκτά ειδική αξία, αν αναλογισθούµε το επίπεδο στρατιωτικής έντασης που χαρακτηρίζει τις σχέσεις των δύο χωρών σε διαφορετικές περιόδους.
Για παράδειγµα, τα προηγούµενα χρόνια, ειδικά το διάστηµα 2020-2022, η ένταση σε αέρα και θάλασσα, ακόµα και στην ξηρά, µε την «εργαλειοποίηση» των παράνοµων µεταναστών, ήταν συνεχής και κλιµακούµενη. Μετά τους σεισµούς στην Τουρκία την άνοιξη του 2023 και τη σύνοδο του ΝΑΤΟ στη Λιθουανία το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς, η ένταση αποκλιµακώθηκε σε στρατιωτικό επίπεδο και παρέµεινε ελεγχόµενη, σε ρηµατικό επίπεδο. Οι συνεχείς επαφές µεταξύ αξιωµατούχων διαφόρων επιπέδων το επόµενο διάστηµα και οι συνοµιλίες των ηγετών των δύο χωρών δεν έλυσαν προβλήµατα, αλλά δηµιούργησαν µια οικειότητα στη διαχείριση της διµερούς αυτής εχθρότητας. Ως αποτέλεσµα υπάρχει µια «θετική ατζέντα» σε θέµατα οικονοµίας, εµπορίου και βίζας. Αυτό δεν σηµαίνει ότι η Τουρκία θα συµφωνήσει στα 12 ν.µ. της Ελλάδας στα χωρικά ύδατα ή ότι η Ελλάδα θα συµφωνήσει µε την Τουρκία για την αποστρατιωτικοποίηση και την «ουδετερότητα» του Αιγαίου από πλευράς εθνικής κυριαρχίας. Αλλά ούτε οι επικεφαλής των υπηρεσιών πληροφοριών των ΗΠΑ συµφώνησαν µε τους Ρώσους συναδέλφους τους στους διαλόγους στην Κωνσταντινούπολη για την εδαφική κυριαρχία στην Ουκρανία. Συµφώνησαν, όµως, στο σενάριο των ορίων της διχοτόµησης της Ουκρανίας, σε περίπτωση που υπάρξει εκεχειρία. Ναι, αλλά ο πόλεµος εξελίσσεται ως συνέχεια της διπλωµατίας και η διπλωµατία προετοιµάζεται ως συνέχεια του πολέµου. Επιστρέφοντας στα Ελληνοτουρκικά. Ο Ερντογάν ως νέος Σαλαντίν θέλει να «πατήσει» στην Παλαιστίνη και την Ιερουσαλήµ.
Η Ελλάδα θα πρέπει πολύ σύντοµα να δηλώσει προς τη διεθνή κοινότητα ότι δεν µπορεί να υπάρξει Παλαιστίνη χωρίς Κουρδιστάν για την περιφερειακή σταθερότητα. Το «Stratego» των γεωπολιτικών συσχετισµών θα δώσει λύσεις. Ο διάλογος απλώς θα συνεχίζεται…
Δημοσιεύτηκε στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ
Ο διάλογος αυτός µπορεί να εξελίσσεται σε διάφορα επίπεδα. Αυτό των ηγετών, όπως η περίπτωση της νέας συνάντησης Μητσοτάκη - Ερντογάν στην Αγκυρα τη ∆ευτέρα, σε επίπεδα υπουργών Εξωτερικών, υπουργών Αµύνης, στρατιωτικών ηγεσιών, διπλωµατικών αποστολών και σίγουρα το ανεπίσηµο µεταξύ επικεφαλής µυστικών υπηρεσιών. Η Ελλάδα και η Τουρκία πολύ δύσκολα -µέχρι απίθανη µπορεί να χαρακτηρισθεί αυτή η περίπτωση- µπορεί να λύσουν τις διαφορές τους σε ζητήµατα κυριαρχίας και οικονοµικών ζωνών εκµετάλλευσης µέσω του διαλόγου. Αλλά ο διάλογος θα ήταν εύλογο να συνεχιστεί, µετατρέποντάς τις από εχθρικές δυνάµεις σε ανταγωνιστικές. Κάτι που στην πρώτη ανάγνωση µπορεί να µη µοιάζει ουσιώδες, αλλά αποκτά ειδική αξία, αν αναλογισθούµε το επίπεδο στρατιωτικής έντασης που χαρακτηρίζει τις σχέσεις των δύο χωρών σε διαφορετικές περιόδους.
Για παράδειγµα, τα προηγούµενα χρόνια, ειδικά το διάστηµα 2020-2022, η ένταση σε αέρα και θάλασσα, ακόµα και στην ξηρά, µε την «εργαλειοποίηση» των παράνοµων µεταναστών, ήταν συνεχής και κλιµακούµενη. Μετά τους σεισµούς στην Τουρκία την άνοιξη του 2023 και τη σύνοδο του ΝΑΤΟ στη Λιθουανία το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς, η ένταση αποκλιµακώθηκε σε στρατιωτικό επίπεδο και παρέµεινε ελεγχόµενη, σε ρηµατικό επίπεδο. Οι συνεχείς επαφές µεταξύ αξιωµατούχων διαφόρων επιπέδων το επόµενο διάστηµα και οι συνοµιλίες των ηγετών των δύο χωρών δεν έλυσαν προβλήµατα, αλλά δηµιούργησαν µια οικειότητα στη διαχείριση της διµερούς αυτής εχθρότητας. Ως αποτέλεσµα υπάρχει µια «θετική ατζέντα» σε θέµατα οικονοµίας, εµπορίου και βίζας. Αυτό δεν σηµαίνει ότι η Τουρκία θα συµφωνήσει στα 12 ν.µ. της Ελλάδας στα χωρικά ύδατα ή ότι η Ελλάδα θα συµφωνήσει µε την Τουρκία για την αποστρατιωτικοποίηση και την «ουδετερότητα» του Αιγαίου από πλευράς εθνικής κυριαρχίας. Αλλά ούτε οι επικεφαλής των υπηρεσιών πληροφοριών των ΗΠΑ συµφώνησαν µε τους Ρώσους συναδέλφους τους στους διαλόγους στην Κωνσταντινούπολη για την εδαφική κυριαρχία στην Ουκρανία. Συµφώνησαν, όµως, στο σενάριο των ορίων της διχοτόµησης της Ουκρανίας, σε περίπτωση που υπάρξει εκεχειρία. Ναι, αλλά ο πόλεµος εξελίσσεται ως συνέχεια της διπλωµατίας και η διπλωµατία προετοιµάζεται ως συνέχεια του πολέµου. Επιστρέφοντας στα Ελληνοτουρκικά. Ο Ερντογάν ως νέος Σαλαντίν θέλει να «πατήσει» στην Παλαιστίνη και την Ιερουσαλήµ.
Η Ελλάδα θα πρέπει πολύ σύντοµα να δηλώσει προς τη διεθνή κοινότητα ότι δεν µπορεί να υπάρξει Παλαιστίνη χωρίς Κουρδιστάν για την περιφερειακή σταθερότητα. Το «Stratego» των γεωπολιτικών συσχετισµών θα δώσει λύσεις. Ο διάλογος απλώς θα συνεχίζεται…
Δημοσιεύτηκε στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ