Σε όλη την προεκλογική περίοδο, αλλά και πριν από αυτή, η Νέα ∆ηµοκρατία, και ιδιαίτερα ο πρωθυπουργός, απέφυγαν τα προσωπικά πλήγµατα σε Κασσελάκη αλλά και στην αντιπολίτευση εν γένει, περιοριζόµενοι στα πολιτικά ζητήµατα.

Ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ, Στέφανος Κασσελάκης, από τη δική του πλευρά, έχει επιλέξει µια επικοινωνιακή και πολιτική στρατηγική αρκετά ασυνήθιστη για τα ελληνικά δεδοµένα, µε πολύ lifestyle, απολύτως προσωποκεντρική, µε αποσπασµατικές διακηρύξεις, πολιτικές θέσεις και σχολιασµό. Ο τρόπος αυτός άσκησης πολιτικής έχει επιφέρει κάποια θετικά αποτελέσµατα ως προς την εξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ, µετά τις διασπάσεις και τις έντονες αναταράξεις των προηγούµενων µηνών, ή τουλάχιστον θετικές προσδοκίες, στη βάση των υφιστάµενων δηµοσκοπήσεων, για τις ευρωπαϊκές εκλογές της Κυριακής. Ο ΣΥΡΙΖΑ όµως υπό την ηγεσία Κασσελάκη επί του παρόντος διεκδικεί την επιβεβαίωσή του στον ρόλο της αξιωµατικής αντιπολίτευσης και ταυτόχρονα έναν ηγεµονικό ρόλο στη διαµόρφωση των συνθηκών στο όλον της αριστερής αντιπολίτευσης στη µακρά διαδροµή µέχρι τον Ιούνιο του 2027. Σε καµία περίπτωση δηλαδή δεν µπορούµε να µιλήσουµε για έναν αντίπαλο και ανταγωνιστικό πόλο στη διακυβέρνηση της Νέας ∆ηµοκρατίας.

Η Κεντροδεξιά πολύ σωστά λοιπόν έχει επιλέξει να αντιπαρατίθεται πολιτικά και βασικά µε όρους διακυβέρνησης µε τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ, τη ∆εξιά της αντιπολίτευσης, το ΚΚΕ ή τα διάφορα µικρά κόµµατα και πολιτικά µορφώµατα, διατηρώντας σε ύφος και παρουσία το κύρος αλλά και τις αποστάσεις του δεσπόζοντος κυβερνητικού κόµµατος έναντι όλων. Με την ίδια στρατηγική ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης, ως κυβερνήτης και όχι ως ένας ακόµη πολιτικός αρχηγός, διατηρεί τη σχέση εµπιστοσύνης και επικοινωνίας µε τους πολίτες σε µια αµφίδροµη σχέση, χωρίς να εµπλέκεται και να δοκιµάζει το προφίλ του σε µικροπολιτικέδιαµάχες της καθηµερινότητας και των κοινωνικών δικτύων.

Αιφνιδιαστικά και ελάχιστες ηµέρες πριν από την Κυριακή των εκλογών, τόσο ο πρωθυπουργός όσο και το κόµµα της Κεντροδεξιάς δείχνουν ότι αλλάζουν στρατηγική, επικεντρώνοντας τον δηµόσιο λόγο στο ζήτηµα του «Πόθεν Έσχες» Κασσελάκη, για παράδειγµα. Ενός προσώπου δηλαδή που µέχρι και πριν από λίγους µήνες ήταν άγνωστο και αφανές στο πολιτικό προσκήνιο και παρασκήνιο της Ελλάδας, ζώντας και δρώντας επιχειρηµατικά στην Αµερική, χωρίς να διατηρεί κάποιες σχέσεις εγχώριας διαπλοκής ως προς τις οικονοµικές του σκοπιµότητες.

Το να έχει ταυτόχρονα µεγάλα σπίτια ή ακριβό τρόπο ζωής δεν είναι αντικείµενο πολιτικού σχολιασµού προεκλογικής υφής, αλλά από τη στιγµή που ο πλούτος αυτός επιδεικνύεται, παράµετρος που θα κρίνουν οι δυνάµει ψηφοφόροι του. Είναι γνωστό σε αυτούς που έχουν εµπειρία από πολιτική και εκλογές ότι το τελευταίο δεκαήµερο τα κοµµατικά επιτελεία διακατέχονται από µεγάλη νευρικότητα ως προς το κλίµα που θα δηµιουργηθεί τις τελευταίες ηµέρες, ακόµη και ώρες, πριν ανοίξουν οι κάλπες. Αυτό όµως δεν δικαιολογεί ή τουλάχιστον δεν δείχνει να ευνοεί την κυβερνητική Νέα ∆ηµοκρατία. Αυτή θα κριθεί, θα προσελκύσει και θα συσπειρώσει ψηφοφόρους στη βάση των πολιτικών της, της κυβερνητικής στρατηγικής και αποτελεσµατικότητάς της και της συγκρότησης στον πολιτικό της λόγο. Η Νέα ∆ηµοκρατία δεν δικαιούται να δηµιουργεί συνθήκες µικροπολιτικής πόλωσης.

Οι πολίτες έχουν εµπεδωµένες προσδοκίες προς αυτή, που δεν εξαντλούνται στις εκλογές της Κυριακής, αλλά διατρέχουν όλο το χρονικό και πολιτικό διάστηµα µέχρι τον Ιούνιο του 2027. Η Νέα ∆ηµοκρατία θα κριθεί ή θα κατακριθεί από το έργο της και τη δυναµική κυβερνητισµού που αναπτύσσει και όχι από τη δηµοσιότητα του «Πόθεν Έσχες» του «Αµερικανού» Κασσελάκη.

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή