Η κυβέρνηση µπαίνει µε πολύ επιβαρυµένο προφίλ στον έκτο χρόνο της θητείας της, λογιζόµενη η χρονιά από τον Σεπτέµβριο µέχρι το επόµενο καλοκαίρι. Στην ακριβή Ελλάδα, που γίνεται πλέον ένας πολύ δύσκολος τόπος από πλευράς διαβίωσης στην καθηµερινότητα για την πλειονότητα των κατοίκων της, µε τα πολύ χαµηλά εισοδήµατα για τα ευρωπαϊκά δεδοµένα, προστίθεται πλέον και η αποτυχηµένη παρουσία του κράτους στην πολιτική προστασία, µε αφορµή την απολύτως καταστροφική πυρκαγιά στην Αττική των προηγούµενων ηµερών.

Μια πυρκαγιά που ξεκίνησε από τον Βαρνάβα και το Γραµµατικό και, αφού κατέκαψε την Ανατολική Αττική και την Πεντέλη για ακόµα µία φορά, κατέληξε να απειλεί αστικές περιοχές στο Χαλάνδρι, στα Βριλήσσια και στον Γέρακα, καταστρέφοντας το θετικό αφήγηµα για τη λειτουργία µιας αναβαθµισµένης διοίκησης. Το φετινό καλοκαίρι, εξάλλου, είναι φανερή η αδυναµία των Ελλήνων, λόγω των τιµών στα ακτοπλοϊκά, αλλά και την εκτός έλεγχου ακρίβεια σε περισσότερο αλλά και λιγότερο τουριστικούς προορισµούς, να προγραµµατίσουν διακοπές συνήθους διάρκειας, ενώ ακόµα και οι αλλοδαποί τουρίστες καταγράφεται ότι έχουν αλλάξει τις συνήθειές τους, µαγειρεύοντας, για παράδειγµα, στα καταλύµατά τους, προκειµένου να τη διαχειρισθούν.

Από την αρχή του καλοκαιριού υπάρχουν τρεις δείκτες που κυριολεκτικά αποτελούν απειλή για τη θετική εικόνα της διακυβέρνησης Μητσοτάκη, στον σκληρό της πυρήνα. Η µείωση κατά 20% των άµεσων ξένων επενδύσεων και η επιβάρυνση του εµπορικού ισοζυγίου, µε τις εισαγωγές να αυξάνονται και τις εξαγωγές να µειώνονται. Στη βάση αυτή βρίσκει βάση η «φιλολογία» της αποδιοργανωµένης πλήρως, ακόµη, αντιπολίτευσης ότι οι ξένες επενδύσεις κινούνται αποκλειστικά και µόνoν στον τοµέα του real estate και την εξαγορά επιχειρήσεων, χωρίς να ενισχύουν την παραγωγική βάση της χώρας.

Οι τιµές των ακινήτων, εξαιτίας και των βραχυπρόθεσµων µισθώσεων αλλά και των ελλείψεων ακινήτων από τη µακρά περίοδο των µνηµονίων, κινούνται σε πολύ υψηλά επίπεδα, ενώ τα καρτέλ σε κάθε κύριο τοµέα της αγοράς δηµιουργούν πληθωριστικές και ασφυκτικές πιέσεις στο µέσο νοικοκυριό και όχι πλέον µόνον στους επονοµαζόµενους «ευάλωτους». Κύριοι αναλυτές ταυτόχρονα, συστηµικής προσέγγισης, δεν κουράζονται να σηµειώνουν σε µετριοπαθές ύφος την απουσία νέου παραγωγικού µοντέλου και οράµατος για τη χώρα, µε το οικονοµικό επιτελείο της κυβέρνησης να είναι αναγκασµένο να παραδεχθεί, εκ των δεικτών, ότι το ΑΕΠ της χώρας συνεχίζει να στηρίζεται στην κατανάλωση και στον τουρισµό. Το γεγονός, µάλιστα, ότι, µέσα στο καλοκαίρι, και παρά τις σηµαντικές επενδύσεις σε ΑΠΕ και «πράσινη ενέργεια», οι τιµές του ρεύµατος κινήθηκαν στα ύψη, παρά τις νέες, αναγκαίες, σηµαντικές παρεµβάσεις της κυβέρνησης, όπως και τα βασικά καταναλωτικά προϊόντα, κάθε άλλο παρά προδιαθέτουν για έναν καλό χειµώνα.

Ιδιαίτερα εφόσον το διεθνές περιβάλλον επιβαρύνεται µε διεύρυνση των πολέµων στη Μέση Ανατολή, χωρίς να κλείνουν τα θερµά µέτωπα στον Βορρά. Η όλη κατάσταση έχει «σκιάσει» το πολιτικό προφίλ του ίδιου του πρωθυπουργού , κύριου -αν όχι µοναδικού- εγγυητή της σταθερότητας και της αισιοδοξίας για τη διακυβέρνηση. Φυσικά, η Ελλάδα για την επόµενη τριετία δεν έχει εκλογές. Αλλά είναι εµφανές ότι, περίπου στη συζήτηση του Προϋπολογισµού και αν συνεχίζουν να πιέζονται τα ποσοστά δηµοφιλίας της κυβέρνησης, όπως συµβαίνει, µπορεί να έχουµε ένα ιδιότυπο πολιτικό φαινόµενο: το κυβερνητικό κόµµα και τα δύο πιο σηµαντικά της αντιπολίτευσης να κινούνται συλλήβδην σε µια ζώνη δηµοσκοπικά λίγο πάνω-λίγο κάτω από τον πήχη του 20%.

Δημοσιεύτηκε στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ στις 17/8