Οι τεχνολογίες, τα ροµπότ και το νέο κράτος
Άρθρο γνώμης
Η Ελλάδα χρειάζεται ένα άλµα στο µέλλον ως προς τη φιλοσοφία της. Χρειάζεται να δοµήσει µια βάση βιοµηχανικής παραγωγής µε αφετηρία την καινοτοµία και τις ξένες επενδύσεις
Η κονοµία προκρίνει ιδιωτικοποιήσεις, απώλεια δηλαδή της ιδιοκτησίας του κράτους σε παραγωγικές επιχειρήσεις ή µονοπώλια. Η οπτική της σχολής αυτής βασίζεται σε έναν ισχυρισµό, σύµφωνα µε τον οποίο, στην περίπτωση που οι ανώτερες κοινωνικές τάξεις αποκτούν µεγάλο πλούτο, κάνουν µεγαλύτερες παραγωγικές επενδύσεις, αφού η ευηµερία τους ξεχειλίζει και το κόστος της πολυτελούς ζωής τους υπολείπεται των εσόδων τους, µε αποτέλεσµα τη δηµιουργία περισσότερων θέσεων εργασίας στη βάση της επέκτασης της επιχειρηµατικότητας και της διεύρυνσης της κατανάλωσης.
∆ιάχυση, δηλαδή, της ευηµερίας στις µέσες και οικονοµικά κατώτερες κοινωνικές τάξεις. Το κράτος λογίζεται ως ένας κακός επιχειρηµατίας, λόγω της γραφειοκρατίας και των αγκυλώσεων, πολιτικών, ιδεολογικών ή ανακυκλούµενων (πράγµατι, στις περισσότερες περιπτώσεις στην ιστορία αυτή η πρόβλεψη έχει επιβεβαιωθεί), που συντηρείται στη λειτουργία του, αλλά και ως αναδιανεµητικός ρυθµιστής µέσω της συγκέντρωσης φόρων, άµεσων και έµµεσων, ή στην περίπτωση που υπάρχουν γκρουπ κρατών, όπως στην Ευρώπη, των κοινοτικών ενισχύσεων και χρηµατοδότησης κεντρικών πολιτικών. Το κράτος, δηλαδή, για τη φιλελεύθερη αντίληψη θα πρέπει να είναι σχετικά φτωχό ως προς το επίπεδο ευηµερίας και αυτάρκειας πόρων του και απλώς υποστηρικτικό στη στήριξη των οικονοµικά µειονεκτούντων, που σε µια τέτοια κοινωνική συγκρότηση υπολογίζονται ως µια προβληµατική µειονότητα. Γιατί, για να λειτουργήσει ο φιλελευθερισµός στην οικονοµία και την κοινωνική ζωή, οι µεγάλες ανισότητες απαγορεύονται ή θα πρέπει να ελεγχθούν και να διορθωθούν, προκειµένου το σύστηµα να είναι και να δείχνει αξιόπιστο και λειτουργικό.
Στην Ελλάδα η φιλελεύθερη σχολή στην οικονοµία δεν έχει λειτουργήσει επαρκώς και αξιόπιστα, για µια σειρά από ιδιαιτερότητες. Το κράτος αποτελεί φέουδο των κοµµάτων, ειδικά αυτών που ασκούν την εξουσία. Οι πολίτες αγαπούν να µισούν και να κλέβουν το κράτος, αλλά αυτό είναι η µόνη δοµηµένη εξουσία που σέβονται. Από την άλλη, δεν υπάρχει κουλτούρα επιχειρηµατικότητας, που να στηρίζει τις δυνατότητες και τους «δαίµονες» των Ελλήνων να αποκτούν και να µεγεθύνουν τις περιουσίες τους, κάτι που πετυχαίνουν όταν ζουν σε άλλα συστήµατα διοίκησης και κοσµοπολιτισµού, µε έµφαση στο αµερικανικό.
Στην Ελλάδα είναι διάχυτη η διαφθορά και νόµος οι ευκαιριακές νοµοθεσίες. Είναι ένα εθνικό κράτος περίπου δύο αιώνων που δεν µπορεί να βρει την ωριµότητά του, είτε ακολουθήσουµε τη φιλελεύθερη σχολή είτε τις διάφορες σχολές του σοσιαλισµού και της σοσιαλδηµοκρατίας. Η Ελλάδα είναι η χώρα που σε ένα εύρος παρελθουσών δεκαετιών δεν δούλεψαν µε επάρκεια ούτε οι κρατικοποιήσεις ούτε οι αποκρατικοποιήσεις-ιδιωτικοποιήσεις. Στην παρούσα πλέον φάση τα όσα έχουν γίνει δεν παίζουν ρόλο. Γιατί µε αυτά και µε αυτά φτάσαµε σε ένα δοµικό, επόµενο κατώφλι της Ιστορίας. Μέσα στην επόµενη 20ετία ό,τι γνωρίζουµε δεν θα ισχύει και δεν θα αφορά κανέναν. Ούτε πλούσιο ούτε µεσοταξίτη ούτε οικονοµικά µειονεκτούντα. Γιατί, πολύ απλά, στη βάση των νέων τεχνολογιών η διαφθορά των κρατικών υπαλλήλων και των πολιτικών προϊσταµένων τους δεν θα µπορεί να λειτουργήσει.
Το κράτος στο µεγαλύτερο εύρος του θα αυτοεξυπηρετείται στη βάση των µηχανών. Οι µηχανές θα εξυπηρετούν τους πολίτες και δεν θα ζητούν «γρηγορόσηµο», οι µηχανές θα ελέγχουν τους πολίτες και δεν θα µπορούν αυτοί να φοροδιαφεύγουν. ∆είγµατα αυτής της επόµενης εποχής βλέπουµε µέσω ψηφιακών ΚΕΠ, ΑΑ∆Ε, απόκτησης Κτηµατολογίου και οσονούπω Περιουσιολογίου. Στη βάση αυτή θα έχουµε ένα νέο κράτος, µε πολύ λίγους κρατικούς υπαλλήλους -ακόµα και στρατιωτικούς ή αστυνοµικούς ή γιατρούς και νοσηλευτές, φυσικά δασκάλους- και µε κυβερνήσεις που θα θυµίζουν task force ως προς τον αριθµό των µελών τους και τη λειτουργία της αποστολής τους. Πέραν του κράτους, οι µηχανές και τα ροµπότ θα είναι οι εργάτες στις επιχειρήσεις σε όλους τους τοµείς. Τον αγροτικό-διατροφικό, στον βιοµηχανικό, στις υπηρεσίες, στην ασφάλεια. Αρα, η παραγωγή του πλούτου και η ευηµερία θα καθορίζονται από τον όγκο των µηχανών-ροµπότ που θα µπορεί ένα κράτος ή οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά του να έχουν στην ιδιοκτησία τους.
Στην Ελλάδα σήµερα γίνονται συζητήσεις πολιτικές, οικονοµικές, κοινωνικές, πολιτιστικές που αφορούν τα λάθη του προηγούµενου αιώνα. ∆εν αφορούν σε καµία περίπτωση το παρόν και την επόµενη 20ετία. Μοιάζουν τεχνικές και περισπούδαστες, αλλά σε πρακτικό επίπεδο είναι απολύτως ανούσιες. Η Ελλάδα χρειάζεται ένα άλµα στο µέλλον ως προς τη φιλοσοφία της. Χρειάζεται να δοµήσει µια βάση βιοµηχανικής παραγωγής µε αφετηρία την καινοτοµία και τις ξένες επενδύσεις, ειδικά τις αµερικανικές, σε εργοστάσια παραγωγής µηχανών, τσιπς, ροµπότ, µαζί µε µια απαιτητική ενεργειακή φιλοσοφία, που θα εξυπηρετεί τις ενεργοβόρες χρήσεις. ∆εν έχει µελλοντική αξία η τόσο µεγάλη συζήτηση για το ∆ηµογραφικό, πέραν της ταυτότητας και της διαιώνισης των Ελλήνων, ούτε θα έχουν αξία οι αναλογιστικές µελέτες των ασφαλιστικών ταµείων στη βάση του πόσοι άνθρωποι θα εργάζονται.
Η θεµελιώδης αφετηρία θα πρέπει να είναι ότι οι πολίτες δεν θα εργάζονται, γιατί θα υπάρχουν οι νέοι «δούλοι», τα ροµπότ και οι µηχανές, άρα θα πρέπει να διασφαλιστεί η ευηµερία τους ως µετόχων-εισοδηµατιών του κράτους και ως πελατών-καταναλωτών οµίλων επιχειρήσεων. Το άλµα αυτό στο µέλλον θα πρέπει να εξελιχθεί σε κεντρική εθνική στρατηγική στο παρόν για µια ισχυρή Ελλάδα, µετά το 2035.
Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά στις 19/10
∆ιάχυση, δηλαδή, της ευηµερίας στις µέσες και οικονοµικά κατώτερες κοινωνικές τάξεις. Το κράτος λογίζεται ως ένας κακός επιχειρηµατίας, λόγω της γραφειοκρατίας και των αγκυλώσεων, πολιτικών, ιδεολογικών ή ανακυκλούµενων (πράγµατι, στις περισσότερες περιπτώσεις στην ιστορία αυτή η πρόβλεψη έχει επιβεβαιωθεί), που συντηρείται στη λειτουργία του, αλλά και ως αναδιανεµητικός ρυθµιστής µέσω της συγκέντρωσης φόρων, άµεσων και έµµεσων, ή στην περίπτωση που υπάρχουν γκρουπ κρατών, όπως στην Ευρώπη, των κοινοτικών ενισχύσεων και χρηµατοδότησης κεντρικών πολιτικών. Το κράτος, δηλαδή, για τη φιλελεύθερη αντίληψη θα πρέπει να είναι σχετικά φτωχό ως προς το επίπεδο ευηµερίας και αυτάρκειας πόρων του και απλώς υποστηρικτικό στη στήριξη των οικονοµικά µειονεκτούντων, που σε µια τέτοια κοινωνική συγκρότηση υπολογίζονται ως µια προβληµατική µειονότητα. Γιατί, για να λειτουργήσει ο φιλελευθερισµός στην οικονοµία και την κοινωνική ζωή, οι µεγάλες ανισότητες απαγορεύονται ή θα πρέπει να ελεγχθούν και να διορθωθούν, προκειµένου το σύστηµα να είναι και να δείχνει αξιόπιστο και λειτουργικό.
Στην Ελλάδα η φιλελεύθερη σχολή στην οικονοµία δεν έχει λειτουργήσει επαρκώς και αξιόπιστα, για µια σειρά από ιδιαιτερότητες. Το κράτος αποτελεί φέουδο των κοµµάτων, ειδικά αυτών που ασκούν την εξουσία. Οι πολίτες αγαπούν να µισούν και να κλέβουν το κράτος, αλλά αυτό είναι η µόνη δοµηµένη εξουσία που σέβονται. Από την άλλη, δεν υπάρχει κουλτούρα επιχειρηµατικότητας, που να στηρίζει τις δυνατότητες και τους «δαίµονες» των Ελλήνων να αποκτούν και να µεγεθύνουν τις περιουσίες τους, κάτι που πετυχαίνουν όταν ζουν σε άλλα συστήµατα διοίκησης και κοσµοπολιτισµού, µε έµφαση στο αµερικανικό.
Στην Ελλάδα είναι διάχυτη η διαφθορά και νόµος οι ευκαιριακές νοµοθεσίες. Είναι ένα εθνικό κράτος περίπου δύο αιώνων που δεν µπορεί να βρει την ωριµότητά του, είτε ακολουθήσουµε τη φιλελεύθερη σχολή είτε τις διάφορες σχολές του σοσιαλισµού και της σοσιαλδηµοκρατίας. Η Ελλάδα είναι η χώρα που σε ένα εύρος παρελθουσών δεκαετιών δεν δούλεψαν µε επάρκεια ούτε οι κρατικοποιήσεις ούτε οι αποκρατικοποιήσεις-ιδιωτικοποιήσεις. Στην παρούσα πλέον φάση τα όσα έχουν γίνει δεν παίζουν ρόλο. Γιατί µε αυτά και µε αυτά φτάσαµε σε ένα δοµικό, επόµενο κατώφλι της Ιστορίας. Μέσα στην επόµενη 20ετία ό,τι γνωρίζουµε δεν θα ισχύει και δεν θα αφορά κανέναν. Ούτε πλούσιο ούτε µεσοταξίτη ούτε οικονοµικά µειονεκτούντα. Γιατί, πολύ απλά, στη βάση των νέων τεχνολογιών η διαφθορά των κρατικών υπαλλήλων και των πολιτικών προϊσταµένων τους δεν θα µπορεί να λειτουργήσει.
Το κράτος στο µεγαλύτερο εύρος του θα αυτοεξυπηρετείται στη βάση των µηχανών. Οι µηχανές θα εξυπηρετούν τους πολίτες και δεν θα ζητούν «γρηγορόσηµο», οι µηχανές θα ελέγχουν τους πολίτες και δεν θα µπορούν αυτοί να φοροδιαφεύγουν. ∆είγµατα αυτής της επόµενης εποχής βλέπουµε µέσω ψηφιακών ΚΕΠ, ΑΑ∆Ε, απόκτησης Κτηµατολογίου και οσονούπω Περιουσιολογίου. Στη βάση αυτή θα έχουµε ένα νέο κράτος, µε πολύ λίγους κρατικούς υπαλλήλους -ακόµα και στρατιωτικούς ή αστυνοµικούς ή γιατρούς και νοσηλευτές, φυσικά δασκάλους- και µε κυβερνήσεις που θα θυµίζουν task force ως προς τον αριθµό των µελών τους και τη λειτουργία της αποστολής τους. Πέραν του κράτους, οι µηχανές και τα ροµπότ θα είναι οι εργάτες στις επιχειρήσεις σε όλους τους τοµείς. Τον αγροτικό-διατροφικό, στον βιοµηχανικό, στις υπηρεσίες, στην ασφάλεια. Αρα, η παραγωγή του πλούτου και η ευηµερία θα καθορίζονται από τον όγκο των µηχανών-ροµπότ που θα µπορεί ένα κράτος ή οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά του να έχουν στην ιδιοκτησία τους.
Στην Ελλάδα σήµερα γίνονται συζητήσεις πολιτικές, οικονοµικές, κοινωνικές, πολιτιστικές που αφορούν τα λάθη του προηγούµενου αιώνα. ∆εν αφορούν σε καµία περίπτωση το παρόν και την επόµενη 20ετία. Μοιάζουν τεχνικές και περισπούδαστες, αλλά σε πρακτικό επίπεδο είναι απολύτως ανούσιες. Η Ελλάδα χρειάζεται ένα άλµα στο µέλλον ως προς τη φιλοσοφία της. Χρειάζεται να δοµήσει µια βάση βιοµηχανικής παραγωγής µε αφετηρία την καινοτοµία και τις ξένες επενδύσεις, ειδικά τις αµερικανικές, σε εργοστάσια παραγωγής µηχανών, τσιπς, ροµπότ, µαζί µε µια απαιτητική ενεργειακή φιλοσοφία, που θα εξυπηρετεί τις ενεργοβόρες χρήσεις. ∆εν έχει µελλοντική αξία η τόσο µεγάλη συζήτηση για το ∆ηµογραφικό, πέραν της ταυτότητας και της διαιώνισης των Ελλήνων, ούτε θα έχουν αξία οι αναλογιστικές µελέτες των ασφαλιστικών ταµείων στη βάση του πόσοι άνθρωποι θα εργάζονται.
Η θεµελιώδης αφετηρία θα πρέπει να είναι ότι οι πολίτες δεν θα εργάζονται, γιατί θα υπάρχουν οι νέοι «δούλοι», τα ροµπότ και οι µηχανές, άρα θα πρέπει να διασφαλιστεί η ευηµερία τους ως µετόχων-εισοδηµατιών του κράτους και ως πελατών-καταναλωτών οµίλων επιχειρήσεων. Το άλµα αυτό στο µέλλον θα πρέπει να εξελιχθεί σε κεντρική εθνική στρατηγική στο παρόν για µια ισχυρή Ελλάδα, µετά το 2035.
Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά στις 19/10