Σε περίπου δύο μήνες έχουμε εκλογές.

Προεξοφλημένες, τακτικές και κρίσιμες. Θα πρέπει στο χρονικό διάστημα αυτό να συζητήσουμε την πιο δομική και οριστική αναδιάρθρωση του κράτους. Του «βαθέος κράτους» όπως χαρακτηρίσθηκε μετά το πολύ δραματικό «alert» που σήμανε η τραγωδία των Τεμπών. Όπου «βαθύ κράτος» είναι το κομμάτι της διοίκησης που έχει μείνει χωρίς αξιολόγηση, χωρίς πλήρωση των θέσεων και των ειδικοτήτων που άφησαν πίσω τους εν κενώ τα Μνημόνια, του μάνατζμεντ που απαιτείται για μεγαλύτερες και καλύτερες αποδόσεις, ειδικά στο πλαίσιο των ΣΔΙΤ (σύμπραξη δημοσίου - ιδιωτικού τομέα), των σχέσεων με τη διακυβέρνηση και το επίσης με απαίτηση αναδιάρθρωσης εκ των συνθηκών «επιτελικό κράτος» που ανέδειξε η κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Στο«βαθύ κράτος» συμπεριλαμβάνεται και η αυτοδιοίκηση που, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πλαίσια, έχει αποκτήσει αρμοδιότητες και πόρους περιφερειακού κράτους. Τόσο στη διοίκηση όσο και στο περιφερειακό κράτος της αυτοδιοίκησης δεσπόζουν ένα σύστημα «χειραγώγησης» πολιτικής αναφοράς στο ΚΙΝΑΛ/ ΠΑΣΟΚ, το οποίο επηρεάζει πρόσωπα, διαδικασίες χρηματοδότησης, δίκτυα διαφθοράς μέχρι και στα κέντρα των Βρυξελλών, ρουσφετολογία και φατριανισμός, έχοντας μάλιστα αποκτήσει με τα χρόνια πέραν του αμοραλισμού που το χαρακτηρίζει ιστορικά και αυτοτέλεια, όχι μόνον σε σχέση με τους πόλους διακυβέρνησης (ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ) αλλά ακόμη και από τον ίδιο τον πολιτικό φορέα από όπου προέρχεται. Στην παρούσα φάση θα έπρεπε να γίνεται συζήτηση για το «νέο κράτος». Έστω και συζήτηση εν μέσω διαφωνιών.

Πέραν της συζήτησης των προκλήσεων που έχει μπροστά της η χώρα για την επόμενη τετραετία εν μέσω προβλεπτών διεθνών κρίσεων, ανακατατάξεων και ρευστότητας στο ευρωπαϊκό εποικοδόμημα ή σε σχέση με την «ευμετάβλητη» Τουρκία. Και, όμως, η δεσπόζουσα δημόσια συζήτηση αναλώνεται εντός ενός πλέγματος από «ανοησίες», που φθάνουν στα όρια της πρόκλησης για το πολιτειακό πλαίσιο. Αφετηρία μια ανιστόρητη τοποθέτηση του προέδρου του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ κ. Ανδρουλάκη. Τι λέει ο εν λόγω κύριος και οι συναυτώ; Ότι, αν τους δοθεί η ευκαιρία από μια αναιμική ή ασταθή ψήφο ή ενδεχόμενη αποχή των πολιτών, αυτοί θα αποφασίσουν για το ποια θα είναι η κυβέρνηση μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και για το ποιος θα είναι ο επόμενος πρωθυπουργός που δεν θα είναι πάντως σε καμία περίπτωση ο κ. Μητσοτάκης και ο κ. Τσίπρας. Οι δυο επικεφαλής δηλαδή των κομμάτων διακυβέρνησης, που ως υποψήφιοι πρωθυπουργοί από κοινού θα έχουν συγκεντρώσει την υποστήριξη έως και του 70%-75% του εκλογικού σώματος, είτε στις πρώτες εκλογές με απλή αναλογική είτε στις δεύτερες με ενισχυμένη.

Και ποιος θα αποφασίσει για τον επόμενο πρωθυπουργό της Ελλάδας; Μια «παρέα φίλων» με τον κ. Ανδρουλάκη μαζί στο «πατάρι» της Χαριλάου Τρικούπη. Αν δεν ήταν μια τόσο μεγάλη πολιτική «ανοησία» όλο αυτό, μια υπερφίαλη «φούσκα» ματαιοδοξίας, περισσότερο για γέλια παρά για προβληματισμό, θα λέγαμε ότι η Ελλάδα με τη διαδικασία αυτή θα περιέπιπτε σε χάος αστάθειας σε δύσκολους καιρούς. Αφού η νομιμοποίηση αυτού του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης που θα όρκιζε δεν θα είχε καμία αξία και θα ήταν ζήτημα ελάχιστου χρόνου η πτώση της και η παράδοση των κομμάτων που θα συμμετείχαν σε δημόσια και «πεζοδρομιακή» χλεύη και απαξίωση. Ανοησίες, λοιπόν, κ. Ανδρουλάκη... ανοησίες!

Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 27/3