Τα ποσοστά της αποχής στις εκλογές για περιφερειάρχες, δημάρχους και τοπικούς συμβούλους ήταν πέραν κάθε απαισιόδοξης εκτίμησης. Κινήθηκαν πάνω από 50% στον πρώτο γύρο, όπου σημειωτέον προβλεπόταν σταυρός προτίμησης για την επιλογή συμβούλων στις Περιφέρειες, στους δήμους και τις κοινότητες, και αυξήθηκαν σε πάνω από 65% στον δεύτερο γύρο όπου χρειάστηκε να γίνουν επαναληπτικές εκλογές.

Αυτό συνέβη και σε περιοχές που βρίσκονται στην «κόκκινη ζώνη» μετά τις τελευταίες πλημμύρες, όπως η Θεσσαλία. Πολλοί δημοσιογράφοι και αναλυτές βρήκαν ως αιτία γι’ αυτή την εξέλιξη τον καλό καιρό, που αποπροσανατόλισε τους πολίτες-δημότες από τις κάλπες. Αν σκεφθούμε όμως ότι μπορεί να είχαμε κακό καιρό, σύμφωνα με τα δεδομένα της εποχής, για παράδειγμα βροχή, κρύο αέρα και συννεφιά, τότε προφανώς η αποχή θα ήταν ακόμη μεγαλύτερη, αφού πολλοί θα προτιμούσαν να μη βγουν από το σπίτι τους την Κυριακή.

Τι συμβαίνει, λοιπόν; Γιατί τέτοια αδιαφορία για τις τοπικές εκλογές, μάλιστα, που συσχετίζονται με τα δεδομένα της καθημερινότητας στην περιοχή μας; Την καθαριότητα, το πράσινο, τον φωτισμό στους δρόμους, τις εκδηλώσεις στις γειτονιές; Μια πρώτη σκέψη είναι ότι όποιος και αν εκλεγεί για τους πολίτες θα είναι το ίδιο. Θα μπορούσε να ειπωθεί κάτι τέτοιο ενδεχομένως για τις εθνικές εκλογές και την κεντρική κυβέρνηση. Όχι όμως για τις περιφερειακές - τοπικές εκλογές. Εδώ τα δεδομένα είναι διαφορετικά για κάθε περιοχή. Αυτό, μάλιστα, που προκαλεί επιπλέον εντύπωση είναι ότι στα ψηφοδέλτια για τις Περιφέρειες, πολύ περισσότερο για την εκλογή δημάρχων ή τα επονομαζόμενα κοινοτικά συμβούλια, συμμετέχουν και ζητούν ψήφο εμπιστοσύνης άνθρωποι της διπλανής πόρτας. Γνωστοί από τη γειτονιά ή την εν γένει περιοχή. Και όμως, η αδιαφορία υπήρξε ισοπεδωτική.

Η απουσία από την εκλογική διαδικασία καταλυτική. Προφανώς αυτό που θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους οι εκλεγμένοι πλέον σήμερα σε όλη την Ελλάδα περιφερειάρχες, δήμαρχοι και κοινοτικοί σύμβουλοι είναι ότι θα πρέπει να έρθουν πιο κοντά με τους δημότες τους. Να συζητήσουν προβλήματα και λύσεις. Να αναληφθούν πρωτοβουλίες στη βάση των γειτονιών των μικρών και των μεγάλων πόλεων ή των χωριών, συλλογικές και διεξοδικές σε δομικά και μικρά έργα, αλλά και σε αυτό που λέμε ζωή στην καθημερινότητα για κάθε γειτονιά. Να υπάρξει επαφή, συνέργεια, συναντίληψη. Η αποχή υπήρξε το κύριο χαρακτηριστικό των τελευταίων περιφερειακών εκλογών. Επίσης, όμως, χαρακτηριστικό ήταν τα υψηλότατα ποσοστά προτίμησης που συγκέντρωσαν περιφερειάρχες και δήμαρχοι, που ξεπέρασαν κατά πολύ σε διάφορες περιπτώσεις το 50%. Άρα η αποχή μπορεί να μην συνδέεται μονομερώς με αποτυχία των περιφερειακών διοικήσεων αλλά με αποξένωση αυτών από τους δημότες τους.

Επίσης, κρίσιμο είναι να διαχωρίσουν βαθμηδόν τη θέση τους από τις περιφερειακές διοικήσεις τα πολιτικά κόμματα. Οι περιφερειακές και πολύ περισσότερο οι δημοτικές εκλογές δεν μπορεί να λογίζονται ως μια δημοσκόπηση με κάλπη. Δεν μπορεί τελικά όλα να εμπίπτουν σε αυτή τη χώρα σε κομματικές στρατηγικές επιρροής και επικράτησης. Βρισκόμαστε σε άλλη εποχή. Θα πρέπει, μάλιστα, να ληφθεί σοβαρά υπόψη ότι καταγράφεται στις παραμέτρους των εκλογών, κεντρικών, ευρωπαϊκών και περιφερειακών ότι υπάρχει μεγάλη αποχή από τις νεότερες ηλικιακά γενιές σε σχέση με τις παλαιότερες. Που σημαίνει ότι η λειτουργία της Ελληνικής Δημοκρατίας προοπτικά θα αποκτήσει σημαντική υστέρηση νομιμοποίησης.

Γιατί, τι Δημοκρατία θα είναι αυτή χωρίς την ενεργή συμμετοχή των πολιτών στην κορυφαία διαδικασία της; Τις εκλογές.

Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 16/10